Παρασκευή , 27 Δεκέμβριος 2024

Δραγασάκης: Συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις για το κλείσιμο της αξιολόγησης

«Σήμερα συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις ώστε το σε ισχύ Πρόγραμμα να ολοκληρωθεί στην ώρα του, το καλοκαίρι του 2018, όπως προβλέπεται, υπό τον όρο ότι δεν θα επιβαρυνθεί το περιεχόμενό του με νέα μέτρα πέραν των συμφωνηθέντων», ανέφερε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης, μιλώντας απόψε σε εκδήλωση στο Αμφιθέατρο του Μουσείου της Ακρόπολης.

Ο κ. Δραγασάκης αναφέρθηκε στην ανάγκη να κλείσει η αξιολόγηση, επισημαίνοντας ότι σήμερα όλοι οι ευρωπαϊκοί παράγοντες αλλά και η Σοσιαλιστική ομάδα του Ευρωκοινοβουλίου και οι ομάδες των Οικολόγων και της Αριστεράς έχουν αναγνωρίσει τα θετικά αποτελέσματα.

Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης δεν παρέλειψε να αναφερθεί στον ρόλο διαφόρων θεσμών και παραγόντων στο ελληνικό πρόγραμμα και σε συμπεριφορές που σε ορισμένες περιπτώσεις χαρακτηρίζονται από αλαζονικές, υποτιμητικές «νεοαποικιακές» λογικές. Όπως, όμως, τόνισε, αυτό που προέχει την παρούσα στιγμή δεν είναι ο επιμερισμός ευθυνών, αλλά να αναζητηθούν εκείνα τα σημεία ισορροπίας που μπορούν να συνθέσουν ένα προωθητικό συμβιβασμό στη βάση της αμοιβαιότητας, μια θετική διέξοδο που δεν θα συνιστά παραβίαση αρχών.

«Η έγκαιρη ολοκλήρωση της αξιολόγησης και η ένταξη της Ελλάδας στο Πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θα επιτρέψουν την έξοδο της χώρας στις αγορές δανεισμού, γεγονός το οποίο θα επιτρέψει τη μείωση των επιτοκίων από τα σημερινά τους επίπεδα και την απεξάρτηση της χώρας από το θεσμικό δανεισμό», ανέφερε ο Γιάννης Δραγασάκης και υπογράμμισε ότι «η επίτευξη των στόχων και η υπέρβασή τους σε πολλές περιπτώσεις, με επαναλαμβανόμενες προσπάθειες του ελληνικού λαού καθιστούν αυτό το θετικό σενάριο όχι μόνο αναγκαίο, αλλά και ρεαλιστικό».

«Παρά τη διαρκή καταστροφολογία και τη μηδενιστική κριτική ορισμένων δυνάμεων της εγχώριας αντιπολίτευσης, όλοι οι ευρωπαϊκοί παράγοντες, αλλά και η σοσιαλιστική ομάδα του Ευρωκοινοβουλίου, καθώς και οι ομάδες των Οικολόγων και της Αριστεράς, αναγνωρίζουν αυτά τα θετικά αποτελέσματα και παίρνουν θέση υπέρ της άμεσης ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης και της ανάγκης ολοκλήρωσης του Προγράμματος. Μόνο στο εσωτερικό της χώρας υπάρχουν φωνές που εύχονται το αντίθετο στο όνομα της όποιας μικροκομματικής ιδιοτέλειας», είπε ο κ. Δραγασάκης ο οποίος δεν παρέλειψε παράλληλα να υπογραμμίσει πως «η ελληνική κυβέρνηση έχει βεβαίως τις δικές της απόψεις για τις θέσεις και για τον ρόλο των διάφορων θεσμών και παραγόντων στο ελληνικό Πρόγραμμα καθώς και για συμπεριφορές που σε ορισμένες περιπτώσεις χαρακτηρίζονται από αλαζονικές, υποτιμητικές «νεοαποικιακές» λογικές».

Όπως όμως τόνισε, «αυτό που προέχει την παρούσα στιγμή δεν είναι ο επιμερισμός ευθυνών, αλλά να αναζητηθούν εκείνα τα σημεία ισορροπίας που μπορούν να συνθέσουν ένα προωθητικό συμβιβασμό στη βάση της αμοιβαιότητας, μια θετική διέξοδο που χωρίς να συνιστά παραβίαση αρχών, θα διασφαλίζει τη θετική προοπτική, την ολοκλήρωση του Προγράμματος, την επιτάχυνση της ανάκαμψης και της απασχόλησης, την έξοδο εν τέλει από την κρίση. Για αυτό θα είναι όχι μόνο προς όφελος της Ελλάδας αλλά και προς όφελος ολόκληρης της Ευρώπης».

«Η θέση μας είναι ότι η δεύτερη αξιολόγηση έπρεπε και μπορούσε να έχει ήδη ολοκληρωθεί», είπε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, σημειώνοντας ότι τα περισσότερα θέματα έχουν κλείσει και όσα μένουν ανοιχτά μπορούν να κλείσουν αν υπάρξει πολιτική βούληση από όλες τις πλευρές. Είπε ακόμη ότι ο αποκλειστικός λόγος της καθυστέρησης οφείλεται σε αποκλίνουσες εκτιμήσεις μεταξύ των δανειστών σε ό,τι αφορά πτυχές του Προγράμματος. Είπε ειδικότερα ότι η Γερμανία και ορισμένες άλλες χώρες θεωρούν αναγκαία τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό Πρόγραμμα, αρνούνται όμως τις εκτιμήσεις του Ταμείου για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, άρα και την ανάγκη περαιτέρω ελάφρυνσής του. Όσο για τη στάση του ΔΝΤ, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης είπε ότι το Ταμείο ενώ υποστηρίζει ότι η Ελλάδα έχει υποφέρει από υπερβολική λιτότητα, συστήνει πρόσθετα μέτρα, κάτι που έγινε και πέρυσι με την πρώτη αξιολόγηση και επαναλαμβάνεται και τώρα.

Ο κ. Δραγασάκης επισήμανε ότι η σημερινή ανακοίνωση του ΔΝΤ δείχνει ότι υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις στο εσωτερικό του την ίδια ώρα που και «στη Γερμανία υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις για το ελληνικό Πρόγραμμα, ακόμη και εντός του κυβερνητικού συνασπισμού, όπως έδειξε η δημοσιοποίηση επιστολής του αντικαγκελάριου Γκάμπριελ στην καγκελάριο Μέρκελ».

«Παρά τις αντιφάσεις αυτές, η θέση μας ήταν και παραμένει ότι ασφαλώς και μπορεί να υπάρξει διέξοδος και μάλιστα το συντομότερο δυνατό. Διότι ο χρόνος αποτελεί κρίσιμη παράμετρο. Η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης θα αποτελέσει ένα ισχυρό σήμα για τη θετική έκβαση του όλου Προγράμματος. Ελπίζουμε ότι το επόμενο διάστημα, ίσως και εντός της εβδομάδας, θα υπάρξουν εκείνες οι θεσμικές πρωτοβουλίες και οι σχετικές διαδικασίες, οι οποίες θα δρομολογήσουν λύση και θα οδηγήσουν σε διέξοδο εντός του Φεβρουαρίου», είπε ο κ. Δραγασάκης και πρόσθεσε πως όλοι αναγνωρίζουν ότι το πρώτο Μνημόνιο απέτυχε επιφέροντας δραματικές οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες, ενώ το δεύτερο ουδέποτε ολοκληρώθηκε. Ο κ. Δραγασάκης αναφέρθηκε στη σημερινή ανακοίνωση του ΔΝΤ για την οποία είπε πως αναγνωρίζει ότι πίσω από την αποτυχία αυτή βρίσκεται «το μεγάλο κόστος των προγραμμάτων για την ελληνική κοινωνία», κάτι που εκφράζεται από τη δραματική πτώση των εισοδημάτων και την ιστορικά υψηλή ανεργία.

«Σε αντίθεση με το παρελθόν αυτό, σήμερα συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις ώστε το σε ισχύ Πρόγραμμα να ολοκληρωθεί στην ώρα του, το καλοκαίρι του 2018, όπως προβλέπεται, υπό τον όρο ότι δε θα επιβαρυνθεί το περιεχόμενό του με νέα μέτρα πέραν των συμφωνηθέντων. Και δεν το λέμε μόνο εμείς αυτό. Το δήλωσε πρόσφατα και ο επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί που είπε ότι είναι φυσιολογικό να ζητάμε η Ελλάδα να τηρήσει όλες τις δεσμεύσεις της, αλλά μόνο τις δεσμεύσεις της. Όχι διαρκώς επιπλέον απαιτήσεις», επισήμανε ο κ. Δραγασάκης και αναφέρθηκε και στην πορεία της ΕΕ και σε όσα ακούγονται περί ταχυτήτων. «Το κρίσιμο θέμα δεν είναι οι ταχύτητες, αλλά οι ιεραρχίες και πώς αυτές κτίζονται, οι αποφάσεις και πώς αυτές λαμβάνονται, η διανομή και αναδιανομή του ρίσκου και του οφέλους της ενοποίησης και υπέρ ποιων γίνονται», είπε.


Πηγή