Κυριακή , 22 Δεκέμβριος 2024
Η κατάθλιψη επιταχύνει τη γήρανση στα νεαρά κορίτσια

Η κατάθλιψη επιταχύνει τη γήρανση στα νεαρά κορίτσια

Παιδιά με οικογενειακό ιστορικό κατάθλιψης ανταποκρίνονται διαφορετικά στο στρες

Τα κορίτσια που είναι στρεσαρισμένα και επιρρεπή στην κατάθλιψη μπορεί να γερνούν πρόωρα.

Αυτό υποστηρίζει μία νέα έρευνα, σύμφωνα με την οποία τα κορίτσια με οικογενειακό ιστορικό κατάθλιψης ανταποκρίνονται διαφορετικά στις στρεσογόνες καταστάσεις, απελευθερώνοντας υψηλότερα επίπεδα της ορμόνης κορτιζόλης (ορμόνη του στρες).

Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι σε μεγάλες ποσότητες, οι κορτιζόλη μπορεί να καταστρέψει το ανοσοποιητικό σύστημα και τα όργανα, συμπεριλαμβανομένου του εγκεφάλου.

Τα κορίτσια με οικογενειακό κατάθλιψης έχουν ακόμη μικρότερα τελομερή, τα «τελειώματα» στα άκρα των χρωμοσωμάτων, τα οποία κονταίνουν κάθε φορά που διαιρείται ένα κύτταρο ή ως αποτέλεσμα της έκθεσης στο στρες.

Το μήκος των τελομερών είναι σαν ένα βιολογικό ρολόι, που ανταποκρίνεται στην ηλικία και κονταίνει καθώς μεγαλώνει κανείς.

Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει, ότι υπάρχει σχέση ανάμεσα στο μήκος των τελομερών και τον πρόωρο θάνατο, τη συχνότητα της εμφάνισης λοιμώξεων και των χρόνιων ασθενειών στους ενήλικες.

Ο καθηγητής Ian Gotlib από το πανεπιστήμιο Στάνφορντ υποστήριξε, ότι τα ευρήματα τον εξέπληξαν. «Δεν πίστευα ότι αυτά τα κορίτσια θα είχαν πιο κοντά τελομερή, σε σχέση με τις χαμηλού κινδύνου ομολόγους τους. Είναι πολύ μικρά» είπε, όπως αναφέρει δημοσίευμα της MailOnline.

Στην έρευνα συμμετείχαν υγιή κορίτσια ηλικίας 10-14 ετών, με οικογενειακό ιστορικό κατάθλιψης, τα οποία οι ερευνητές συνέκριναν με υγιή κορίτσια χωρίς τέτοιο ιστορικό.

«Κανείς δεν είχε εξετάσει το μήκος των τελομερών στα νεαρά παιδιά, που διατρέχουν κίνδυνο εμφάνισης κατάθλιψης» πρόσθεσε ακόμη ο καθηγητής, ο οποίος εξήγησε ότι τα κορίτσια είχαν σημαντικότερα πιο κοντά τελομερή, κάτι που αποτελεί σημάδι πρόωρης γήρανσης. «Είναι το αντίστοιχο έξι ετών στους ενήλικες, σε ό,τι αφορά τη βιολογική γήρανση» είπε ακόμη.

Τα συμπεράσματα της έρευνας δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό Molecular Psychiatry.

 

 

 

Πηγή: newsbeast.gr