Τετάρτη , 4 Δεκέμβριος 2024

Ο αντιδικτατορικός αγώνας των Ελλήνων στη Γερμανία

Φέτος έκλεισαν 50 χρόνια από το πραξικόπημα των συνταγματαρχών στην Ελλάδα. Η επταετής διδακτορία που ακολούθησε δεν αφορούσε όμως μόνο την ίδια τη χώρα. Σε πολλά ευρωπαϊκά κράτη δημιουργήθηκαν κέντρα αντίστασης ενάντια στη χούντα. Ένα από αυτά ήταν η Γερμανία. Περίπου το 5% του πληθυσμού της Ελλάδας ζούσε εδώ ως μετανάστες, φοιτητές, καλλιτέχνες. Πολλοί από αυτούς συμμετείχαν στον αντιδικτατορικό αγώνα, ο οποίος πολύπλευρα στηρίχθηκε από γερμανικά συνδικάτα, κόμματα, φοιτητικές οργανώσεις, πολιτικά ιδρύματα αλλά και μίντια.

Αυτή την πτυχή της αντιχουντικής δράσης παρουσιάζει έκθεση του προσκείμενου στους Σοσιαλδημοκράτες πολιτικού Ιδρύματος Φρίντριχ Έμπερτ σε συνεργασία με τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ). Την πρωτοβουλία είχε αναλάβει η Ένωση των Γερμανό-Ελληνικών Εταιρειών (VDGG). Σύμφωνα με το μέλος του ΔΣ Τάσο Ελευθεριάδη: «Η ιδέα ήταν η έκθεση να περιοδεύσει σε όλες τις πόλεις όπου λειτουργούν ελληνογερμανικές εταιρείες. Συνολικά είμαστε 45 σύλλογοι.» Σειρά αυτή την εβδομάδα έχει το Ανόβερο όπου η έκθεση παρουσιάζεται στους χώρους της ελληνορθόδοξης εκκλησίας.

Γερμανική αλληλεγγύη

Με ντοκουμέντα και φωτογραφίες και αξιόλογα ενημερωτικά κείμενα, η έκθεση τεκμηριώνει το γεγονός πως στη Γερμανία η κινητοποίηση ενάντια στη χούντα ξεκίνησε αμέσως μετά την εκδήλωση του πραξικοπήματος. Αυτόπτης μάρτυρας εκείνης της περιόδου ήταν το νεαρό τότε μέλος της νεολαίας των Σοσιαλδημοκρατών και μετέπειτα δήμαρχος Ανοβέρου Χέρμπερτ Σμάλστιγκ: «Άμεσα μετά το σφετερισμό της εξουσίας από τους συνταγματάρχες δημιουργήσαμε στο Ανόβερο την ομάδα εργασίας Δημοκρατία και Ελευθερία για την Ελλάδα. Μέλη της στην πρώτη φάση ήταν η νεολαία και η παιδική οργάνωση του SPD όπως και η νεοσύστατη τότε Ένωση Κέντρου της πόλης. Μεγάλη στήριξη μας παρείχε τότε το Συνδικάτο Χημείας, ακόμη και οικονομικά.»

Η αλληλεγγύη του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος και των συνδικάτων διήρκεσε όλο το διάστημα της δικτατορίας. Το ίδιο ισχύει για πολλές αριστερές οργανώσεις και κόμματα αλλά και το γερμανικό φοιτητικό κίνημα. Το ενδιαφέρον στην προκειμένη περίπτωση είναι ότι ενώ αυτές οι πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις διαφωνούσαν ριζικά στα περισσότερα ζητήματα μεταξύ τους στην περίπτωση της Ελλάδας επέδειξαν μια κοινή στάση αλληλεγγύης. Η πρόεδρος της Ένωσης των Γερμανο-Ελληνικών Εταιρειών Σίγκριντ Σκαρπέλης-Σπερκ θυμάται πως το 1967 είχε επισκεφτεί ως αντιπρόεδρος του Φοιτητικού Συλλόγου του Πανεπιστημίου Μονάχου τον τότε πρόεδρο των βαυαρών Σοσιαλδημοκρατών Φόλκμαρ Γκράμπερτ για να του ζητήσει τη στήριξη SPD για τον αντιδικτατορικό αγώνα στην περιοχή. Το γεγονός ότι αντέδρασε αμέσως θετικά η κ. Σκαρπέλης-Σπερκ το εξηγεί με τις εμπειρίες που είχε κάνει ίδιος ως εχθρός του καθεστώτος στην περίοδο του Τρίτου Ράιχ: «Για αυτόν όπως και για τον Βίλι Μπράντ αλλά και άλλους στην ηγεσία των Σοσιαλδημοκρατών και των Συνδικάτων που είχαν ζήσει στο Τρίτο Ράιχ ο αντιδικτατορικός αγώνας των Ελλήνων ήταν ένα βαρυσήμαντο γεγονός όπου θα έπρεπε να βοηθήσουν, όπου θα έπρεπε κάτι να γίνει.» Η βοήθεια ήταν πολύπλευρη: από χρήματα, άδεια παραμονής, υποτροφίες για τις σπουδές, ιατρική περίθαλψη – ακόμη και φυγάδευση αντιφρονούντων από την Ελλάδα με πλαστά έγγραφα.

Ο ρόλος των μίντια

41545246_403

Η Χούντα δεν είχε μείνει με σταυρωμένα τα χέρια. Στην έκθεση παρουσιάζονται αρκετά εκθέματα που τεκμηριώνουν τις προσπάθειες που κατέβαλε να καταπολεμήσει τον αντιδικτατορικό αγώνα. Σε σύντομο χρονικό διάστημα στέλνει εκατοντάδες άτομα ως δασκάλους στα ελληνικά σχολεία, ως προσωπικό στα προξενεία αλλά και ως πράκτορες. Σκοπός αυτής της επιχειρήσης ήταν η καταστολή του αγώνα των Ελλήνων ενάντια στο στρατιωτικό καθεστώς με απειλές και ωμή βία, με την αφαίρεση διαβατηρίων, με ένα μεγάλο δίκτυο χαφιέδων, με προπαγανδιστικά φυλλάδια αλλά και με τη σύσταση χουντικών μεταναστευτικών συλλόγων.

Η έκθεση αναφέρεται και στο σημαντικό ρόλο που διαδραμάτισαν τα δύο ελληνόφωνα προγράμματα της Γερμανίας για την αντιμετώπιση της χουντικής προπαγάνδας και του στρατιωτικού καθεστώτος. Το ελληνικό πρόγραμμα της Deutsche Welle απευθυνόταν στο κοινό στην Ελλάδα και το ελληνόφωνο πρόγραμμα της Βαυαρικής Ραδιοφωνίας στους έλληνες οικονομικούς μετανάστες (γκάσταρμπαϊτερ). Η συμβολή των δύο προγραμμάτων ήταν σύμφωνα με την Σίγκριντ Σκαρπέλης-Σπερκ μοναδική: «Σε αντίθεση με τα ελληνόφωνα προγράμματα της “Φωνής της Αμερικής” ή και του BBC που τήρησαν ουδέτερη στάση το ελληνικό πρόγραμμα της Deutsche Welle ήταν σαφέστατα στο πλευρό των δημοκρατών. Το ίδιο ισχύει και για το ελληνικό πρόγραμμα από το Μόναχο. Ο διευθυντής του Παύλος Μπακογιάννης, αν και δεν ήταν αριστερός, πολεμούσε τη χούντα – ακόμη και ενάντια στη θέληση του τότε ισχυρού άνδρα της Βαυαρίας Φραντς-Γιόζεφ Στράους. Αλλά και στη Deutsche Welle ασκήθηκε τότε μεγάλη πίεση στην Eλληνική Σύνταξη να αντιμετωπίζουν πιο „ήπια“ το καθεστώς. Οι δημοσιογράφοι δεν ενέδωσαν. Για αυτό τους αξίζει μεγάλος έπαινος.»

Ο αντιδικτατορικός αγώνας δεν αποτελεί παρελθόν

Στα εγκαίνια της έκθεσης στο Ανόβερο παραβρέθηκε και ο αναπληρωτής πρόεδρος της ΚΟ του SPD στο κοινοβούλιο του κρατιδίου της Κάτω Σαξονίας Χρήστος Πανταζής. Ο ίδιος γεννήθηκε ένα χρόνο μετά την πτώση της χούντας το 1975 στο Ανόβερο, άρα δεν έχει ζήσει την περίοδο που είναι αντικείμενο της έκθεσης. Σε δήλωση προς την DW επισημαίνει όμως γιατί τη θεωρεί σημαντική: «Αν δούμε τις εξελίξεις στην Τουρκία αλλά και σε άλλα κράτη όπου η δημοκρατία βρίσκεται υπό πίεση η έκθεση είναι πάρα πολύ σημαντική. Γιατί βλέπουμε την αντίδραση που υπήρξε στη γερμανική κοινωνία απέναντι στην χούντα στην Ελλάδα. Αυτή η στάση είναι για μένα κάτι το σύγχρονο».

localStorage.clear();


Πηγή