Ο Χρήστος Λούλης δηλώνει ερωτευμένος με το θέατρο και γι αυτό στα είκοσί του εγκατέλειψε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο Πειραιά για να σπουδάσει υποκριτική. Όπως χαρακτηριστικά λέει σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, «το θέατρο ήρθε κατά τύχη και το ερωτεύτηκα».
Ο δημοφιλής ηθοποιός αναφέρεται στον ρόλο του Αίγισθου που υποδύεται στην “Ηλέκτρα” με την οποία περιόδευσε το καλοκαίρι με το Εθνικό Θέατρο και στις δύο παραστάσεις στις οποίες θα πρωταγωνιστήσει κατά τη χειμερινή σεζόν.
Επίσης μιλάει για την ταινία «Love me Νot» η οποία ήδη έχει αρχίσει να προβάλλεται στο εξωτερικό και για τη νέα ταινία στην οποία θα παίξει σύντομα, ενώ εξηγεί γιατί δεν συμμετέχει σε τηλεοπτικές σειρές.
Ακολουθεί η συνέντευξη του Χρήστου Λούλη στον Νίκο Γιώτη για το Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων:
Μετά το Λύκειο φοιτήσατε στο Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Πειραιά, το οποίο εγκαταλείψατε δυο χρόνια αργότερα για να σπουδάσετε υποκριτική στο Ελληνικό Θέατρο Τεχνών. Τελικά υπερίσχυσε η αγάπη σας γι αυτήν την Τέχνη;
Πάντοτε είχα την αίσθηση ότι είναι καλύτερα να ακολουθήσεις την καρδιά σου εάν βρεις κάτι που πραγματικά σ΄ αρέσει, ακόμη κι αν δεν βγάζεις πολλά χρήματα, γιατί αν το βρεις αυτό τότε είσαι πραγματικά πλούσιος.
Γιατί δεν ακολουθήσατε κατευθείαν τις σπουδές αυτές;
Επειδή δεν μας βοηθάει το σχολείο να κατασταλάξουμε σ΄ αυτό που πραγματικά θέλουμε και έχουμε κλίση για να ασχοληθούμε επαγγελματικά. Υπήρχε βέβαια ο επαγγελματικός προσανατολισμός που θεωρούσαμε την ώρα εκείνη ως «χαμένη», ενώ θα μπορούσαμε να ασχοληθούμε με τα ταλέντα μας και με τις επιθυμίες μας. Ο πατέρας μου είχε μία επιχείρηση και σκεφτόμουν ότι θα την αναλάβω εγώ, και το θέατρο ήρθε κατά τύχη. Το ερωτεύτηκα! Μου ήρθε μπροστά στα πόδια μου και σκέφτηκα ότι θέλω να κάνω μόνο αυτό.
Και ασφαλώς δεν μετανιώσατε γι΄ αυτήν την επιλογή.
Δεν μετάνιωσα, αν και πολλές φορές με κουράζει πάρα πολύ και λέω να ΄χα και κάποιο εισόδημα από κάπου αλλού (γελάει)… Είναι δύσκολη δουλειά αλλά δεν μετανιώνεις. Γιατί όλη σου η ζωή είναι σαν μια περιπέτεια!
Τη χαρακτηρίζετε κουραστική επειδή συνήθως έχετε σε μία σεζόν να παίξετε στο θέατρο, την τηλεόραση, ίσως και στον κινηματογράφο;
Η εναλλαγή δεν είναι κουραστική γιατί αλλάζοντας συνεχώς περιβάλλον και συνεργάτες ανανεώνεσαι. Το κουραστικό είναι να ψάχνεις συνέχεια για δουλειά. Γιατί εμείς κλείνουμε μία δουλειά η οποία τελειώνει σε έξι μήνες. Οπότε μετά πρέπει να ψάξεις ή να σε ψάξουν. Κάθε φορά πρέπει να κάνεις μία επιλογή όσον αφορά το πεδίο στο οποίο θα κινηθείς. Αυτό είναι λίγο κουραστικό να το κάνεις δυο τρεις φορές το χρόνο.
Δεν υπάρχουν στην Ελλάδα μάνατζερ -όπως σε ορισμένες άλλες χώρες- για να αναλάβουν αυτήν τη δουλειά;
Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν μάνατζερ επειδή είμαστε ένας πολύ μικρός κύκλος και όλοι στον χώρο μας γνωριζόμαστε. Κακώς δεν υπάρχουν αλλά είμαστε μια τόσο μικρή αγορά που μάλλον δεν έχει νόημα. Είναι τόσο μικρές οι αμοιβές μας, οπότε ο μάνατζερ τι θα πάρει; Δηλαδή όταν πληρώνομαι εγώ στο Εθνικό Θέατρο με 1.100 ευρώ, πόσα θα πάρει ο μάνατζερ από μένα, ένα εκατοστάρικο τον μήνα; Ποιος μάνατζερ θα κάνει αυτήν τη δουλειά; Γι αυτό μάνατζερ υπάρχουν μόνο στο Hollywood και στην Ευρώπη.
Με το Εθνικό Θέατρο περιοδεύσατε το καλοκαίρι με την «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή υποδυόμενος τον Αίγισθο. Για ποιο λόγο σας επέλεξε ο σκηνοθέτης για τον συγκεκριμένο ρόλο;
Ο Αίγισθος και η Κλυταιμνήστρα, την οποία υποδύεται η Μαρία Ναυπλιώτου, είναι οι «αρνητικοί» χαρακτήρες της παράστασης και ο σκηνοθέτης ήθελε να βάλει εμένα και τη Μαρία σ΄ αυτούς τους ρόλους γιατί του φαινόμαστε πολύ «φωτεινοί» ως άνθρωποι προκειμένου να υπάρχει αυτό το κοντράστ. Δηλαδή ότι δύο «φωτεινοί» άνθρωποι θα κάνουν τους «σκοτεινούς» χαρακτήρες. Άλλωστε στα 42 μου είμαι μεγάλος να παίξω τον Ορέστη ο οποίος είναι ένα παιδί.
Στις 19 Σεπτεμβρίου στο θέατρο του Βύρωνα ολοκληρώνονται οι παραστάσεις της «Ηλέκτρας». Στη συνέχεια πού θα σας δούμε;
Μετά θα κάνουμε στο «Θέατρο Τέχνης»με τον Γιάννη Χουβαρδά, τη Μαρία Σκουλά και τη Μαρία Κεχαγιόγλου τους «Παλιούς καιρούς» του Πίντερ. Είναι κάτι πολύ συγκινητικό για μένα γιατί αποφοίτησα από το «Θέατρο Τέχνης» πριν από 20 και πλέον χρόνια. Έχω παίξει μόνο μία φορά στο υπόγειό του. Είναι πολύ ωραίο να υπάρχουν κάποια θέατρα όπως αυτό, τα οποία θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε και ως «μνημεία». Αυτό θα ανέβει τον Νοέμβρη. Τον Φεβρουάριο θα είμαι πάλι στο Εθνικό, όπου θα κάνουμε πάλι με τον Γιάννη Χουβαρδά τον «Μισάνθρωπο» του Μολιέρου.
Κι όσον αφορά τον κινηματογράφο; Περιμένουμε να δούμε στις κινηματογραφικές αίθουσες την ταινία «Love me not» στην οποία πρωταγωνιστείτε και ήδη προβάλλεται στο εξωτερικό, αλλά όχι στην Ελλάδα. Πότε θα τη δει το ελληνικό κινηματογραφόφιλο κοινό;
Όποτε αποφασίσουν οι διανομείς και οι αιθουσάρχες. Πρόκειται για μία εξαιρετική ταινία η οποία μ΄ άρεσε πάρα πολύ όταν την κάναμε με τον Αλέξανδρο Αβρανά. Δεν έχω ξαναπαίξει ούτε έχω ξαναδεί τέτοια ελληνική ταινία.
Από ποια άποψη;
Από την άποψη του θέματος και της φόρμας. Δηλαδή πρόκειται για ένα θέμα που αγγίζει το αστυνομικό σασπένς αλλά ταυτόχρονα αναδεικνύει και το πόσο τέρατα μπορούμε να γίνουμε οι άνθρωποι…
Ήδη η ταινία έχει διεθνή πορεία. Τι σημαίνει αυτό για τον πρωταγωνιστή της;
Είναι υπέροχο. Συμμετέχεις σε ένα προϊόν, σε ένα έργο το οποίο αυτήν τη στιγμή που μιλάμε το βλέπουν οι Πορτογάλοι ή οι Σουηδοί. Είναι πολύ ωραίο. Μου υπενθυμίζει για ακόμη μία φορά ότι δεν είναι ανάγκη να κλεινόμαστε στο καβούκι μας. Ότι ο κόσμος είναι εκεί έξω και περιμένει να πάρει κάτι που θα τον ενδιαφέρει για να επικοινωνήσει μαζί μας.
Απ΄ ό,τι φαίνεται η ταινία έχει μεγάλη απήχηση στο εξωτερικό. Πιστεύετε πως θα έχει ανάλογη απήχηση και στο ελληνικό κοινό;
Δεν έχω ιδέα, γιατί στην Ελλάδα είμαστε λίγο «φοβικοί» και «κλειστοί», αλλά υπάρχει κι ένα μεγάλο κομμάτι του κοινού που συνομιλεί με τον υπόλοιπο κόσμο. Ας περιμένουμε να προβληθεί και στις ελληνικές αίθουσες και θα δούμε…
Στα σχέδιά σας υπάρχει κάτι άλλο όσον αφορά τον κινηματογράφο;
Βεβαίως. Θα παίξω σε μία ταινία σε σενάριο και σκηνοθεσία του Δημήτρη Κανελλόπουλου που έχει να κάνει με ανθρώπους οι οποίοι έχουν δανειστεί από τοκογλύφο και θα προσπαθήσουν να απελευθερωθούν απ΄ αυτήν τη μέγγενη.
Κι όσον αφορά την τηλεόραση την οποία έχετε υπηρετήσει με επιτυχία, πώς την κρίνετε κατά την περίοδο που διανύουμε;
Πιστεύω πως οι άνθρωποι που ασχολούνται με την τηλεόραση και τη μυθοπλασία στην τηλεόραση κάνουν ό,τι καλύτερο μπορούν σ΄ αυτές τις εποχές που όλοι φοβούνται. Ακόμη και στις ενημερωτικές εκπομπές ή στα τηλεοπτικά παιχνίδια υπάρχει μία φοβία των ανθρώπων των καναλιών. Φοβούνται ο ένας τον άλλον και γι΄ αυτό ακολουθούν γνωστά, ασφαλή μονοπάτια, ενώ θα μ΄ άρεσε ως θεατής να δω κάτι που ρισκάρει. Που ανοίγει έναν δρόμο καινούργιο, δικό του. Κι όχι να δω την απομίμηση της ισπανικής, της αμερικάνικης ή μεξικάνικης ιδέας.
Έχετε προτάσεις για σίριαλ στην Ελλάδα, ή στην Κύπρο όπου έχετε πρωταγωνιστήσει παλαιότερα σε τηλεοπτικές σειρές;
Έχω προτάσεις, αλλά όσον αφορά την Κύπρο είναι πολύ κουραστικό να πηγαινοέρχεσαι σε εβδομαδιαία βάση για γυρίσματα. Συνεπώς τις απορρίπτω. Τώρα άλλωστε έχω και οικογένεια και δύο παιδιά και θέλω να τους βλέπω όσο το δυνατόν περισσότερο. Γιατί τα παιδιά μου είναι σε τέτοια ηλικία που αν δεν τα χαρώ τώρα φοβάμαι πως θα… χάσω τα πιο όμορφά τους χρόνια προσπαθώντας να βγάλω χρήματα, κι αυτό νομίζω πως δεν είναι σοφό! Όσον αφορά τα ελληνικά κανάλια, θα παίξω στο πρώτο επεισόδιο της καινούργιας απόπειρας του Πάνου Κοκκινόπουλου, το «Ου φονεύσεις» στα πρότυπα της «10ης Εντολής». Πέραν αυτού δεν θα με δείτε σε κάποια άλλη σειρά για τους λόγους που σας προανέφερα: Οικογένεια, θέατρο, νέα ταινία…
Πηγή φωτογραφίας: Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων
localStorage.clear();
Πηγή