Παρασκευή , 27 Δεκέμβριος 2024
Ενοδμητρίωση, ο ύπουλος εχθρός της γονιμότητας

Ενοδμητρίωση, ο ύπουλος εχθρός της γονιμότητας

Οι κίνδυνοι και οι διαθέσιμες θεραπείες

Η ενδομητρίωση απασχολεί ένα μεγάλο ποσοστό γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας, ενοχοποιείται για προβλήματα υπογονιμότητας και συχνά δεν δίνει συμπτώματα. Πώς θα την αναγνωρίσουμε και θα την αντιμετωπίσουμε;

Τι είναι

Η ενδομητρίωση παρουσιάζεται όταν το ενδομήτριο, δηλαδή ο ιστός που φυσιολογικά επενδύει το εσωτερικό τοίχωμα της μήτρας και αποκολλάται κάθε μήνα μαζί με το αίμα της εμμήνου ρύσης αναπτύσσεται έξω από αυτήν. Συνήθως προσκολλάται σε όργανα της πυελικής περιοχής, όπως στις σάλπιγγες, στις ωοθήκες ή πίσω από τη μήτρα, ενώ κάποιες φορές επεκτείνεται στο έντερο και την ουροδόχο κύστη. Σε εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να φτάσει και σε μέρη του σώματος που είναι μακριά από τα γεννητικά όργανα (πνεύμονες, εγκέφαλος, ακουστικός πόρος, βλεννογόνος της μύτης).

Στα σημεία όπου εγκλωβίζεται το ενδομήτριο δημιουργούνται κύστεις (ενδομητριωσικές εστίες) με αίμα και μέγεθος από μερικά χιλιοστά έως κάποια εκατοστά, που επίσης αιμορραγούν κατά την έμμηνο ρύση αλλά δεν έχουν τον τρόπο να φύγουν από το σώμα. Έτσι, προκαλούν φλεγμονή και δημιουργούν ουλώδη ιστό (συμφύσεις), που συνδέει τα ζωτικά όργανα μεταξύ τους. Με λίγα λόγια, τα όργανα κολλάνε μεταξύ τους και ακινητοποιούνται, με αποτέλεσμα οι φυσιολογικές κινήσεις τους (π.χ. οι κινήσεις των σαλπίγγων και των ωοθηκών κατά την ωορρηξία, οι κινήσεις του εντέρου, οι κινήσεις κατά τη σεξουαλική επαφή) να προκαλούν έντονο πόνο.

Πώς εκδηλώνεται

Το πιο συχνό σύμπτωμα είναι οι έντονοι πόνοι και κράμπες στην κοιλιά λίγο πριν από την περίοδο και κατά τη διάρκειά της (δυσμηνόρροια). Άλλες ενδείξεις μπορεί να είναι ο πόνος χαμηλά στην κοιλιά και πίσω στη λεκάνη εκτός της εμμήνου ρύσης, ακόμη και σε καθημερινή βάση, ο πόνος κατά τη σεξουαλική επαφή (δυσπαρευνία), η μεγάλη απώλεια αίματος κατά την περίοδο, που συνήθως διαρκεί για 7 ή περισσότερες ημέρες, ο μικρός κύκλος (25 ημέρες ή λιγότερο), οι γαστρεντερικές ενοχλήσεις (διάρροια, δυσκοιλιότητα, μετεωρισμός), η επώδυνη και συχνή ούρηση, ακόμη και το αίσθημα κόπωσης. Πάντως, η έκταση της πάθησης δεν σχετίζεται με την ένταση του πόνου. Συμβαίνει, δηλαδή, γυναίκες με έντονο πόνο να έχουν μικρές εστίες ενδομητρίωσης ή γυναίκες χωρίς απολύτως κανένα σύμπτωμα να έχουν βαριά ενδομητρίωση.

Ποιες γυναίκες ταλαιπωρεί

Υπολογίζεται ότι το 10-15% των γυναικών που βρίσκονται σε αναπαραγωγική ηλικία ταλαιπωρούνται από ενδομητρίωση, ενώ έχει παρατηρηθεί ότι εκδηλώνεται συχνότερα στις ηλικίες μεταξύ 25-40 ετών, δηλαδή αρκετά χρόνια μετά την έναρξη της εμμηνορρυσίας. Η κληρονομικότητα φαίνεται να παίζει καθοριστικό ρόλο στην εμφάνισή της. Μάλιστα, έχει διαπιστωθεί ότι οι γυναίκες με οικογενειακό ιστορικό έχουν δεκαπλάσιο κίνδυνο να την εμφανίσουν και οι ίδιες. Επίσης, περισσότερες πιθανότητες να την εκδηλώσουν έχουν και οι γυναίκες με ανατομικές ανωμαλίες στα γεννητικά όργανα.

Ποιους κινδύνους κρύβει

Από τα σοβαρότερα προβλήματα της ενδομητρίωσης είναι η υπογονιμότητα. Εκτιμάται ότι το 40% των γυναικών που έχουν διαγνωστεί με ενδομητρίωση έχουν προβλήματα υπογονιμότητας, ενώ έχει παρατηρηθεί ότι μία στις τρεις γυναίκες με πρόβλημα υπογονιμότητας πάσχει από ενδομητρίωση. Συνήθως, μετά τη θεραπεία η γονιμότητα αποκαθίσταται και η εγκυμοσύνη επιτυγχάνεται. Γενικά, πάντως, συστήνεται η ενδομητρίωση να αντιμετωπίζεται αμέσως, γιατί με την πάροδο του χρόνου επιδεινώνεται.

Η ώρα της διάγνωσης

Ο γιατρός, αφού πάρει ένα λεπτομερές ιστορικό, προχωρά σε γυναικολογική εξέταση, ώστε να αποκλείσει άλλες αιτίες με παρόμοια συμπτώματα (π.χ. απλές κύστεις). Το ενδοκολπικό υπερηχογράφημα και η μαγνητική τομογραφία δίνουν αξιόπιστες πληροφορίες, ωστόσο η μόνη σίγουρη μέθοδος διάγνωσης είναι το χειρουργείο (λαπαροσκόπηση και ιστολογική εξέταση). Αντίθετα, ο δείκτης CA 125, που ελέγχεται με αιματολογική εξέταση, δεν είναι αξιόπιστος, αφού δεν αυξάνεται πάντα. Όταν γίνει η διάγνωση, ο γιατρός είναι σε θέση να γνωρίζει και την έκταση της νόσου. Υπάρχουν τα στάδια 1, 2, 3 και 4, που αντίστοιχα αναφέρονται σε ελάχιστη, ελαφριά, μέτρια και βαριά ενδομητρίωση.

Οι διαθέσιμες θεραπείες

Φάρμακα: Ο γυναικολόγος χορηγεί αναλγητικά για την ανακούφιση των συμπτωμάτων και παράλληλα συστήνει την κατάλληλη θεραπεία λαμβάνοντας υπόψη το στάδιο του προβλήματος. Στις περιπτώσεις που η νόσος βρίσκεται σε αρχικό στάδιο, συνιστάται η λήψη αντισυλληπτικών ή προγεστερόνης προκειμένου να κατασταλεί η λειτουργία των ωοθηκών, η οποία ευνοεί την επέκταση της ενδομητρίωσης. Τα αντισυλληπτικά έχουν ελάχιστες παρενέργειες, ενώ η λήψη προγεστερόνης μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση βάρους ή να προκαλέσει μετεωρισμό και ακανόνιστη περίοδο. Αν, όμως, η διάγνωση δείξει ενδομητρίωση σε προχωρημένο στάδιο, συστήνονται ειδικά φάρμακα (τριπτορελίνη, γοσερελίνη, λευπρολίδη), με τα οποία σταματά τελείως η ωορρηξία και η εμμηνορρυσία (συνήθως για 3 έως 8 μήνες ανάλογα με την περίπτωση). Τα φάρμακα αυτά δεν χορηγούνται για μεγάλα χρονικά διαστήματα και παρουσιάζουν αρκετές παρενέργειες, όπως εξάψεις, πονοκεφάλους, διαταραχές ύπνου, μελαγχολική διάθεση, ξηρότητα κόλπου, μειωμένη λίμπιντο και οστεοπόρωση.

Χειρουργείο: Στις πολύ σοβαρές περιπτώσεις ή όταν παρατηρούνται υποτροπές γίνεται λαπαροσκόπηση με στόχο να απομακρυνθούν οι ορατές εστίες ενδομητρίωσης. Αυτό επιτυγχάνεται είτε με τον καυτηριασμό με λέιζερ είτε με την αφαίρεσή τους. Έχει παρατηρηθεί, πάντως, ότι οι εστίες δεν αλλάζουν θέση. Δηλαδή, αν στο πρώτο χειρουργείο βρέθηκε ενδομητρίωση στο έντερο, τότε το πιθανότερο είναι ότι θα βρεθεί ξανά στο ίδιο σημείο.
Συνδυασμός: Όταν κρίνεται σκόπιμο, γίνεται συνδυασμός φαρμακευτικής αγωγής και χειρουργείου. Σε κάθε περίπτωση, το είδος της θεραπείας εξαρτάται τόσο από το στάδιο της νόσου και την ένταση των συμπτωμάτων όσο και από άλλους παράγοντες, όπως η ηλικία της γυναίκας και η επιθυμία της για εγκυμοσύνη. ˜

Μύθος: Η εγκυμοσύνη θεραπεύει την ενδομητρίωση

Μετά τη θεραπεία της ενδομητρίωσης συχνά συστήνεται η λύση της εγκυμοσύνης. Το διάστημα αυτό, κατά το οποίο σταματά η ωορρηξία και η περίοδος και συμβαίνουν ορμονικές αλλαγές, οι ενδομητριωσικές εστίες συρρικνώνονται και γίνονται λιγότερο επώδυνες, ωστόσο δεν φεύγουν. Μετά τον τοκετό και τον θηλασμό τα συμπτώματα επιστρέφουν και πολλές φορές είναι εντονότερα σε σχέση με πριν.

Tip

Αν οι προσπάθειές σας να μείνετε έγκυος δεν επιτυγχάνονται, υπάρχει το ενδεχόμενο να ευθύνεται η ενδομητρίωση, που ενοχοποιείται για προβλήματα υπογονιμότητας.

Πηγή: vita.gr