Πέμπτη , 26 Δεκέμβριος 2024

Γιατί ο Σαραβάκος δεν φόρεσε τη φανέλα της Γιουβέντους

Γράφει

ο Παναγιώτης Παλλαντζάς

Το γκολ που τιμούν ακόμη στο Τορίνο, το ενδιαφέρον, ο φόβος, η αποθέωση του Αντόνιο Καμπρίνι και η ιστορία μιας σπουδαίας μεταγραφής που δεν έγινε ποτέ.

Το 2015, καθώς η Γιουβέντους του Μασιμιλιάνο Αλέγκρι προχωρούσε προς τον τελικό του Champions League που θα γινόταν στο Βερολίνο, στο κανάλι του κλαμπ έπαιξε ένα βίντεο με τα 20 πιο όμορφα γκολ που έχουν δεχθεί οι «μπιανκονέρι» σε ευρωπαϊκούς αγώνες. Ένα από αυτά τα 20, ήταν… δικό μας. Ελληνικό. Ήταν αυτό της 21ης Οκτωβρίου 1987, όταν ο Παναθηναϊκός υποδέχθηκε την Κυρία για τον β’ γύρο του κυπέλλου UEFA και στο 7ο λεπτό ο Δημήτρης Σαραβάκος άφηνε άγαλμα τον Στέφανο Τακόνι στέλνοντας την μπάλα στο παραθυράκι της εστίας.

Ήταν το γκολ του 1-0 και ήταν αυτό που έμεινε στη μνήμη όλων, παρά το γεγονός ότι ο μεγάλος «μικρός» του ελληνικού ποδοσφαίρου θα έβρισκε δίχτυα και στη ρεβάνς του Κομουνάλε, όπου οι «πράσινοι» θα ολοκλήρωναν τον άθλο και θα προκρίνονταν παρά την ήττα με 3-2. Ήταν μια πρόκριση που έμεινε στην ιστορία και παράλληλα δύο ματς που θα μπορούσαν να είχαν γράψει διαφορετικά την ιστορία για έναν από τους σπουδαιότερους ποδοσφαιριστές που έβγαλε η χώρα.

Όσοι πρόλαβαν τον Σαραβάκο στα καλά του, έχουν να λένε για το πόσο μπροστά από την εποχή του ήταν. Με ταχύτητα, εκρηκτικότητα, τεχνική, στημένες φάσεις και μεγάλη έφεση στο γκολ, με οποιοδήποτε τρόπο πλην της κεφαλιάς, δεν είναι υπερβολή να πει κανείς ότι ήταν ένας ποδοσφαιριστής που θα μπορούσε να παίζει ακόμη και σήμερα, παρά τις αλλαγές στο παιχνίδι.

Όλα αυτά, φυσικά, δε θα μπορούσαν να ξεφύγουν από τους Ιταλούς, οι οποίοι εκείνα τα χρόνια είχαν το πιο δυνατό πρωτάθλημα του κόσμου, αυτό στο οποίο «έπρεπε» να πάει όποιος παίκτης ήθελε να δοκιμαστεί στο υψηλότερο επίπεδο ανταγωνισμού, να δουλέψει με πρωτοποριακό τρόπο και να βελτιωθεί. Όταν, επομένως, ο Παναθηναϊκός του Βασίλη Δανιήλ έκανε αυτό που έμοιαζε αδύνατο και απέκλεισε τη Γιουβέντους, οι Ιταλοί πικράθηκαν για τον αποκλεισμό αλλά… γλυκάθηκαν στη σκέψη ότι μπορούν να κάνουν δικό τους τον Σαραβάκο.

«Grandissimo giocatore», ήταν η ατάκα του Αντόνιο Καμπρίνι, του θρυλικού αριστερού μπακ και αρχηγού των «μπιανκονέρι» τότε, μετά το τέλος του ματς στο Τορίνο κι ενώ περίμενε όσο χρειαζόταν για να ανταλλάξουν φανέλες. Το είπε ο bell’Antonio, το έγραψαν οι εφημερίδες της εποχής, το σκέφτηκαν και ο Τζάνι Ανιέλι με τον Τζαμπιέρο Μπονιπέρτι. Και όχι μόνο το σκέφτηκαν, αλλά το… εξωτερίκευσαν κιόλας, κάνοντας τη σχετική επαφή στον Παναθηναϊκό. Τα ρεπορτάζ της εποχής κάνουν λόγο για κρούση της Γιουβέντους στους «πράσινους» προκειμένου να εκφράσουν το ενδιαφέρον τους για τον ποδοσφαιριστή που έμεινε αξέχαστος και στον Νιλς Λίντχολμ.

Ο Σουηδός θρύλος των Μίλαν και Ρόμα, ως ποδοσφαιριστής και προπονητής αντίστοιχα, είχε εντυπωσιαστεί τόσο από τον «Μητσάρα» ώστε λίγα χρόνια μετά και συγκεκριμένα στις 6 Νοεμβρίου 1991, όταν ο διεθνής άσος έκανε μαγικά πράγματα αποκλείοντας με δύο γκολ τη Γκέτεμποργκ στη Σουηδία, να του το πει τετ α τετ: «Σε θυμάμαι από τα ματς με τη Γιουβέντους το 1987. Είσαι σπουδαίος ποδοσφαιριστής, αυτά που έκανες απόψε είναι απίθανα».

Όπως απίθανο ήταν το να ενδιαφέρεται μια ομάδα όπως η Γιούβε για έναν Έλληνα ποδοσφαιριστή και μάλιστα σε μια εποχή που δεν υπήρχαν τα ανοιχτά σύνορα λόγω του νόμου Μποσμάν. Αυτό, στο τέλος, θα μπορούσε να κάνει τη διαφορά, αφού ήταν μια εποχή που οι ομάδες είχαν μόνο τρεις θέσεις για ξένους. Η μία από αυτές τις τρεις θέσεις, σε μια ομάδα όπως η Γιουβέντους, σε έναν Έλληνα; Ασύλληπτο!

Κι όμως, θα μπορούσε να γίνει πράξη, αν το ήθελαν πραγματικά και οι τρεις εμπλεκόμενες πλευρές. Το ήθελαν όμως; Σύμφωνα με όσα λέει η ιστορία, μάλλον όχι. Κι αν για τους Ιταλούς δεν μπορούμε να είμαστε απολύτως σίγουροι, για την ελληνική πλευρά όλα οδηγούν στο γεγονός πως όσο κι αν κολακεύτηκαν, μάλλον δεν ήθελαν το κάτι παραπάνω.

«Επίσημα, δεν ήρθε ποτέ πρόταση για μένα από το εξωτερικό. Τότε δεν ήταν απωθημένο. Ο Παναθηναϊκός είχε τόσο συχνή παρουσία στην Ευρώπη που δεν μου έλειπε. Αν έπαιζα τώρα, τότε ναι, θα μου έλειπε», είπε ο ίδιος πολλά χρόνια μετά, σε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις του. Και είναι μια δήλωση, η οποία μάλλον επιβεβαιώνει την εκδοχή που θέλει τον Σαραβάκο να… φοβάται λίγο αυτό το βήμα.

Κλειστός ως χαρακτήρας, χαμηλών τόνων, δεν είναι λίγοι αυτοί που θυμούνται την εποχή και θεωρούν ότι έδειξε λίγο φόβο μπροστά στο ενδεχόμενο μεταγραφής σε μια από τις καλύτερες ομάδες της Ευρώπης, η οποία έπαιζε στο καλύτερο και πιο δύσκολο πρωτάθλημα. Φόβο, όμως, ένιωσε και ο Παναθηναϊκός, ο οποίος δεν ήθελε να χάσει τον καλύτερο του παίκτη. Και σε εκείνη την εποχή, ήταν μάλλον εύκολο να αποφύγει ένα τέτοιο ενδεχόμενο.

Η νομοθεσία της δεκαετίας του ’80, με τις ομάδες να μπορούν να δένουν με 5ετή συμβόλαια τους ποδοσφαιριστές ή να προχωρούν σε μονομερείς ανανεώσεις, ήταν ό,τι έπρεπε για τις ομάδες και ουσιαστικά αφαιρούσε οποιαδήποτε δύναμη από τους ποδοσφαιριστές. Για τους «πράσινους» επομένως και τον πρόεδρο Γιώργο Βαρδινογιάννη, ο οποίος ήταν απόλυτος στα θέματα των συμβολαίων (γνωστή η ιστορία της διαφωνίας με τον Πάρη Γεωργακόπουλο που οδήγησε στο τέλος της καριέρας του), το να αντικρούσουν οποιαδήποτε προσπάθεια ομάδας του εξωτερικού για το Νο7 ήταν μάλλον εύκολη.

Ή τουλάχιστον σίγουρα όχι τόσο δύσκολη όσο σήμερα. Και η Γιουβέντους; Ο Σαραβάκος ισχυρίζεται ότι επισήμως δεν έφτασε ποτέ πρόταση, ο Παναθηναϊκός καμάρωνε ότι είχε παίκτη που ήθελε η Γιούβε αλλά δεν τον έχανε και οι Ιταλοί αν και εξέφρασαν το ενδιαφέρον τους, μάλλον δεν πίεσαν ποτέ για την ολοκλήρωση της μεταγραφής. Ίσως επειδή μπορεί να υπήρξαν και σε αυτούς δεύτερες σκέψεις, από τη στιγμή που οι θέσεις για τους ξένους ήταν μόνο τρεις.

Όπως και να έχει, η ιστορία -και ο Τύπος της εποχής σε Ελλάδα και Ιταλία- έγραψε ότι μια ελληνική ομάδα απέκλεισε την Κυρία στην έδρα της και ένας Έλληνας ποδοσφαιριστής τη θάμπωσε τόσο ώστε να εκφράσει το ενδιαφέρον της. Και μπορεί αυτό να μην προχώρησε ποτέ και να μην οδήγησε σε κάτι περισότερο, αλλά ο Δημήτρης Σαραβάκος δεν ξεχάστηκε ποτέ.

Όχι μόνο από τον Λίντχολμ, ο οποίος τον θυμόταν και του το είπε εκείνη την κρύα βραδιά του Νοέμβρη του ’91 στη Σουηδία, αλλά και από τη Γιουβέντους, όπως έδειξε με το γκολ του ΟΑΚΑ που είχε περίοπτη θέση στο αφιέρωμα της για τα καλύτερα που έχει δεχθεί…


Πηγή