Η σχιζοφρενικόμορφη διαταραχή μοιάζει με τη σχιζοφρένεια αλλά η διάρκειά της δεν ξεπερνά τους έξι μήνες και δεν είναι απαραίτητο να συνοδεύεται από έκπτωση στην κοινωνική και επαγγελματική ζωή.
Η εγκυρότητα της σχιζοφρενικόμορφης διαταραχής παραμένει ακόμη και σήμερα αμφιλεγόμενη. Παλιότερες έρευνες θεωρούσαν ότι οι σχιζοφρενικόμορφες διαταραχές είναι άτυπες περιπτώσεις των συναισθηματικών διαταραχών ή περιπτώσεις σχιζοφρένειας σε πρώιμη ηλικία.
Ελέγχθηκε στο πλαίσιο μελέτης η εγκυρότητα της διάγνωσης της σχιζοφρενικόμορφης διαταραχής, μέσω σύγκρισης κοινωνικο-δημογραφικών και κλινικών χαρακτηριστικών με σχιζοφρενικούς ασθενείς. Διαπιστώθηκε ότι όσοι είχαν διαγνωσθεί με σχιζοφρενικόμορφη διαταραχή ήταν πιο πιθανό να αναρρώσουν πλήρως μέσα στους επόμενους 6 μήνες και να διατηρήσουν αυτήν την συνθήκη για 24 μήνες. Οι μισοί από αυτούς διαγνώστηκαν αργότερα με σχιζοφρένεια και σχιζοσυναισθηματική διαταραχή, ενώ ένα 19% με συναισθηματικές διαταραχές. Κάποιοι διατήρησαν την αρχική διάγνωση (19%) της σχιζοφρενικόμορφης διαταραχής. Τα άτομα όμως με σχιζοφρένεια διατήρησαν σε ποσοστό 92% αυτήν την διάγνωση για διάστημα τουλάχιστον 24 μηνών.
Την έννοια της σχιζοφρενικόμορφης διαταραχής την εισήγαγε ο Langfeldt (1939) που την διαχώρισε από τη σχιζοφρένεια. Ο Langfeldt σημείωσε ότι μπορεί τα συμπτώματα των δυο διαταραχών να μοιάζουν, αλλά οι ασθενείς με σχιζοφρενικόμορφη διαταραχή έχουν καλύτερη θεραπευτική πορεία.
Με κάποιες διαφοροποιήσεις, η θεωρία του Langfeldt επικράτησε ως τις μέρες μας (Strakowski, 1994). Το Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο των Ψυχικών Διαταραχών (DSM) διαχωρίζει την εν λόγω διαταραχή από τη σχιζοφρένεια. Έτσι, αν και πρόκειται για ψυχωσική διαταραχή, η διάρκειά της είναι μικρότερη και δεν επιφέρει κοινωνική και επαγγελματική έκπτωση (APA, 1994). Εντούτοις, δεν υπάρχουν πολλά ερευνητικά δεδομένα που να τεκμηριώνουν την εγκυρότητα της διαταραχής. Υπάρχει μια άποψη ότι πρόκειται για έναν αριθμό συναισθηματικών διαταραχών που συνυπάρχουν ταυτόχρονα. Οι Hirschowitz et al. (1980) δήλωσαν ότι αφορά άτυπη συναισθηματική διαταραχή με χαρακτηριστικά σχιζοφρένειας. Στην πορεία προέκυψαν αποτελέσματα από δυο μελέτες που επιβεβαίωναν αυτήν την υπόθεση. Οι Bergem et al. (1990) διαπίστωσαν ότι τα περισσότερα άτομα που διαγιγνώσκονται αρχικά με σχιζοφρενικόμορφη διαταραχή στη συνέχεια παίρνουν τη διάγνωση της συναισθηματικής διαταραχής. Άλλοι υπογραμμίζουν ότι πρόκειται για σχιζοφρένεια και οι Kendler και Walsh (1995) σε έρευνά τους εντόπισαν ότι οι συγγενείς των ατόμων που έχουν διαγνωσθεί με σχιζοφρενικόμορφη διαταραχή δεν αποτελούν άτομα υψηλού κινδύνου για εκδήλωση συναισθηματικών διαταραχών, αλλά στο μέλλον είναι πιθανό να εκδηλώσουν σχιζοφρένεια. Εκτός από τη διάρκεια της ψύχωσης που είναι σύντομη, οι σχιζοφρενικόμορφοι ασθενείς, όταν εισάγονται στο νοσοκομείο, μοιάζουν με σχιζοφρενείς. Σε διάστημα τριών χρόνων μετά και κυρίως το πρώτο εξάμηνο έχουν καλύτερη θεραπευτική πορεία σε σχέση με τους σχιζοφρενείς (Makanjuola & Adedapo, 1987).
Ο Strakowski (1994) σε ανασκόπησή του θεωρεί την εν λόγω διαταραχή ιδιαίτερα απρόβλεπτη. Οι περισσότεροι ασθενείς σε ύστερη φάση παίρνουν τη διάγνωση της σχιζοφρένειας, της σχιζοσυναισθηματικής διαταραχής και των συναισθηματικών διαταραχών. Σε μια μικρή μερίδα όμως ασθενών αν και υποχωρεί το πρώτο ψυχωσικό επεισόδιο μέσα σε έξι μήνες η διάγνωση παραμένει ίδια και δεν αλλάζει. Ο Strakowski ονόμασε αυτήν την διαταραχή «αυθεντική σχιζοφρενικόμορφη διαταραχή». Οι Zarate et al. (2000) από την άλλη, σε δική τους έρευνα αποκάλυψαν, ότι η αρχική διάγνωση αλλάζει για τους επόμενους 24 μήνες είτε σε σχιζοφρένεια είτε σε σχιζοσυναισθηματική διαταραχή.
Στην παρούσα έρευνα επεκτάθηκε σε ένα βαθμό η μελέτη των Zarate et al.. Το δείγμα αποτέλεσαν άτομα που εισήχθησαν για πρώτη φορά σε ψυχιατρική πτέρυγα. Επρόκειτο για μεγαλύτερο και πιο αντιπροσωπευτικό δείγμα. Στην έρευνα έλαβαν μέρος άτομα που αρχικά είχαν λάβει τη διάγνωση της σχιζοφρενικόμορφης διαταραχής και της σχιζοφρένειας και σε διάρκεια 24 μηνών επαναξιολογήθηκαν.
Στην έναρξη της ψύχωσης δεν παρατηρήθηκε διαφορά ηλικίας στα δυο group. Στη σχιζοφρενικόμορφη διαταραχή αποδείχθηκε ότι είναι περισσότερο πιθανό 6 μήνες έπειτα από την έναρξη της ψύχωσης οι ασθενείς να νοσηλευτούν. Ένα χρόνο πριν την έναρξη της διαταραχής οι συγκεκριμένοι ασθενείς εργαζόντουσαν ή φοιτούσαν σε σχολές. Δεν είναι πιθανό όσοι διαγνώσθηκαν αρχικά με σχιζοφρενικόμορφη διαταραχή να λάβουν διαφορετική διάγνωση τους επόμενους 6 μήνες. Το 18,8% αυτών των ασθενών διατήρησε την ίδια διάγνωση για 24 μήνες. Το 50% όμως έλαβε αργότερα τη διάγνωση της σχιζοφρένειας και της σχιζοσυναισθηματικής διαταραχής. Κάποιο άλλοι, διεγνώσθησαν στη συνέχεια με συναισθηματικές διαταραχές, ψύχωση προκαλούμενη από ουσίες και ψυχωσική διαταραχή βραχείας διάρκειας. Ενώ η πλειοψηφία των σχιζοφρενών (87,7 %) διατήρησε την αρχική διάγνωση. Μόνο ένα μικρό ποσοστό (5,4%) διαγνώστηκε αργότερα με σχιζοσυναισθηματική διαταραχή, διπολική διαταραχή, ψύχωση προκαλούμενη από ουσίες κ.α (Naz, Bromet & Mojtabai, 2002).