Τη στιγμή που η πολυπόθητη «επιστροφή στην κανονικότητα» μοιάζει, επιτέλους, πιο κοντά από ποτέ, η COVID-19 συνεχίζει να ανησυχεί και να απειλεί.
Τα μέτρα προστασίας κατά του κορωνοϊού σταδιακά αίρονται στις περισσότερες χώρες του κόσμου. Ήδη στην Ελλάδα έχει καταργηθεί η υποχρεωτικότητα της μάσκας στους εξωτερικούς χώρους (διατηρείται, ωστόσο, η σύσταση για χρήση της), ενώ στις Ηνωμένες Πολιτείες οι μάσκες δεν είναι πλέον υποχρεωτικές ούτε στους εσωτερικούς χώρους.
Σύμφωνα με το περιοδικό ΤΙΜΕ, μάλιστα, σε δημοσκόπηση που διεξήχθη τον Μάρτιο από την Axios-Ipsos το 66% των Αμερικανών δήλωσε ότι πιστεύει ότι η COVID-19 ενέχει ελάχιστο ή καθόλου κίνδυνο.
Το σύνδρομο Long Covid
Είναι δύσκολο να κατηγορήσεις τους ανθρώπους επειδή χαλαρώνουν λίγο. Για τους περισσότερους πλήρως εμβολιασμένους ανθρώπους, ένα κρούσμα COVID-19 είναι εξαιρετικά απίθανο να οδηγήσει σε σοβαρή ασθένεια. Ωστόσο, ορισμένοι ειδικοί λένε ότι ο κίνδυνος του συνδρόμου Long COVID, δηλαδή των συμπτωμάτων που διαρκούν μήνες ή ακόμα και πάνω από ένα χρόνο μετά τη νόσηση με COVID-19, είναι αρκετά πραγματικός ώστε να ανησυχεί τόσο τα εμβολιασμένα όσο και τα ανεμβολίαστα άτομα.
Η Long COVID είναι δυνητικά εξουθενωτική και σχετικά σπάνια, γεγονός που καθιστά δύσκολο τον ποσοτικό προσδιορισμό του κινδύνου. Είναι επίσης πολύ νωρίς για να πούμε εάν οι λοιμώξεις από τη μετάλλαξη Όμικρον θα οδηγήσουν σε περισσότερα ή λιγότερα κρούσματα Long COVID συγκριτικά με προηγούμενες παραλλαγές, λέει ο Δρ Μάικλ Λιν, ειδικός στις μολυσματικές ασθένειες στο Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου Rush στο Σικάγο.
«Αυτή τη στιγμή, η πιο σύντομη απάντηση είναι ότι δεν γνωρίζουμε αρκετά για να δώσουμε συγκεκριμένες συμβουλές σχετικά με το πώς η Long COVID πρέπει να ταιριάζει στους υπολογισμούς κινδύνου», σημειώνει ο ειδικός.
Ποιοι έχουν περισσότερες πιθανότητες να νοσήσουν από Long COVID
Δεν υπάρχει ένα μεμονωμένο προφίλ για τους ασθενείς με Long COVID. Υπολογίζεται ότι το 10% έως το 30% των ανθρώπων που νοσούν από την COVID-19 αναπτύσσουν ως έναν βαθμό μόνιμα συμπτώματα, αν και ο εμβολιασμός μειώνει σημαντικά αυτές τις πιθανότητες. Η πάθηση επηρεάζει ηλικιωμένους και νέους μετά από ήπια και σοβαρή νόσηση από COVID-19.
Οι γυναίκες φαίνεται να αποτελούν ένα δυσανάλογα μεγάλο ποσοστό ασθενών, αλλά και τα δύο φύλα είναι ευάλωτα. Πολλοί πάσχοντες ήταν δραστήριοι και υγιείς πριν αρρωστήσουν, ενώ άλλοι είχαν προϋπάρχουσες παθήσεις.
Κανείς δεν ξέρει τι ακριβώς κάνει ορισμένους ανθρώπους να νοσήσουν από το σύνδρομο. Πρόσφατες μελέτες έχουν διερευνήσει πιθανούς παράγοντες κινδύνου, από διαγνώσεις άσθματος και διαβήτη τύπου 2 έως ιδιορρυθμίες του ανοσοποιητικού συστήματος, αλλά αυτή η έρευνα βρίσκεται ακόμα υπό εξέλιξη.
Πώς να μειώσετε τον κίνδυνο για Long COVID
Long COVID έχουν αναπτύξει τόσο εμβολιασμένα όσο και ανεμβολίαστα άτομα. Αλλά ο εμβολιασμός είναι ένας από τους πιο γνωστούς τρόπους για να μειώσει κανείς τον κίνδυνο, εκτός φυσικά από το να μη μολυνθεί ποτέ από τον ιό.
Μια πρόσφατη μελέτη από ερευνητές του Γραφείο Εθνικής Στατιστικής της Βρετανίας διαπίστωσε ότι οι ενήλικες που μολύνθηκαν μετά από δύο δόσεις εμβολίου για την COVID-19 είχαν περίπου 40% λιγότερες πιθανότητες να αναφέρουν αργότερα συμπτώματα Long COVID σε σχέση με ανεμβολίαστους που μολύνθηκαν. Στη μελέτη, περίπου το 9,5% των εμβολιασμένων ατόμων και το 15% των μη εμβολιασμένων ανέφεραν συμπτώματα 12 εβδομάδες μετά τη μόλυνση. Άλλες μελέτες, οι περισσότερες εκ τω οποίων μικρής κλίμακας, έχουν καταλήξει σε παρόμοιες εκτιμήσεις.
«Έχετε πολύ λιγότερες πιθανότητες να πάθετε Long COVID εάν είστε πλήρως εμβολιασμένοι, αλλά ο κίνδυνος σε καμία περίπτωση δεν μηδενίζεται», λέει ο Δρ Ουές Έλι, καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Vanderbilt που ερευνά το σύνδρομο Long COVID.
Η 55χρονη Λίντα Λόξλεϊ κόλλησε COVID-19 τον Μάρτιο του 2021, την ίδια εβδομάδα που έλαβε τη δεύτερη δόση του εμβολίου. Παρόλο που απέφυγε τον ιό καθ’ όλη τη διάρκεια του 2020 -και παρά το γεγονός ότι εργαζόταν σε κέντρο ηλικιωμένων όπου ήταν πιθανό να εκτεθεί- και έκανε την πρώτη δόση εμβολίου, νόμιζε ότι θα ήταν ασφαλής.
Αντίθετα, η νόσος της άφησε βασανιστικούς πονοκεφάλους, εξουθενωτική κόπωση, νευρικό πόνο και γνωστική δυσλειτουργία. Τα συμπτώματά της έγιναν τόσο σοβαρά ώστε αναγκάστηκε να αφήσει τη δουλειά της και μετά από ένα χρόνο ασθενείας δεν έχει βρει ακόμη μια θεραπεία που να κάνει σημαντική διαφορά.
Η Λόξλεϊ λέει ότι η εμπειρία των πασχόντων από Long COVID πρέπει να είναι μια υπενθύμιση ότι η COVID-19 είναι μια σοβαρή απειλή. «Αυτό είναι αλήθεια. Κολλήσαμε αυτόν τον ιό και δεν μπορούμε να τον ξεφορτωθούμε», σημειώνει η ίδια.
Πόσο πρέπει να ανησυχούμε για τη Long COVID;
Όταν ο οποιοσδήποτε μπορεί να νοσήσει από Long COVID και ο εμβολιασμός είναι ένας καλός -αλλά όχι τέλειος- τρόπος για να μειώσει τον κίνδυνο, είναι σχεδόν αδύνατο να υπολογίσουμε με ακρίβεια τις πιθανότητες εμφάνισης της πάθησης.
Στους ανθρώπους αρέσει η βεβαιότητα, λέει ο Ρόμπιν Γουίλσον, καθηγητής Ανάλυσης Κινδύνου και Επιστήμης των Αποφάσεων στο Πανεπιστήμιο του Οχάιο. «Θέλουμε οι πιθανότητες να είναι 0 ή 100. Οτιδήποτε ενδιάμεσο, ακόμα και οι αντιλήψεις ή οι υπολογισμοί μας θα είναι προκατειλημμένοι, ανάλογα με την προσωπική ανοχή του κινδύνου, τις περιστάσεις ή την εμπειρία με την εν λόγω απειλή», τονίζει ο καθηγητής. Για παράδειγμα, κάποιος του οποίου ο σύντροφος πάσχει από Long COVID μπορεί να υπερεκτιμήσει την πιθανότητα να νοσήσει, ενώ κάποιος που δεν γνωρίζει κανέναν με την πάθηση μπορεί να την υποτιμήσει πάρα πολύ.
Ακόμη και οι ειδικοί είναι διχασμένοι σχετικά με τον βαθμό στον οποίο θα πρέπει να συνυπολογίζεται η Long COVID στον κίνδυνο ενός ατόμου.
«Είναι λογικό να επικεντρωνόμαστε κυρίως στα οξέα συμπτώματα, τη νοσηλεία και τον θάνατο ως τα κύρια κίνητρα για την αποφυγή της COVID-19», λέει ο Lin, επειδή ελάχιστα είναι γνωστά για τη Long COVID.
Αλλά ο καθηγητής Έλι λέει ότι οι άνθρωποι δεν πρέπει να ξεχάσουν τη Long COVID. «Όποιος είναι υγιής και θέλει να παραμείνει υγιής και να ζήσει έναν φυσιολογικό τρόπο ζωής, θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Long COVID αποτελεί πιθανότητα και να ενεργεί ανάλογα, δηλαδή να φορά μάσκα N95, KN95 ή άλλη προστατευτική μάσκα σε δημόσιους εσωτερικούς χώρους», υπογραμμίζει.
Οι ειδικοί έχουν πολλά ακόμα να μάθουν και ο Δρ Γουίλσον λέει ότι κάθε άτομο πρέπει να αποφασίσει πώς κίνδυνοι όπως η Long COVID θα επηρεάσουν τη συμπεριφορά του. Ένα άτομο μπορεί να αποφασίσει ότι τα οφέλη για την ψυχική υγεία από την επιστροφή στη «φυσιολογική ζωή» κάνουν οποιονδήποτε σχετικό κίνδυνο να αξίζει τον κόπο, ενώ κάποιος άλλος μπορεί να αποφασίσει ότι η ησυχία του κάνει την προσήλωση στα μέτρα προστασίας να αξίζει τον κόπο. «Κανένα από τα δύο δεν είναι εγγενώς λάθος ή σωστό, εφόσον οι άνθρωποι δεν θέτουν σκόπιμα σε κίνδυνο τους άλλους ή δεν κάνουν τους γύρω τους να νιώθουν άβολα», λέει ο Δρ Wilson.
«Όταν οι ακριβείς υπολογισμοί κινδύνου δεν είναι δυνατοί, πρέπει να βασιστείς ξανά σε νοητικές συντομεύσεις που σου επιτρέπουν να κάνεις δύσκολες επιλογές», προσθέτει. Καθ’ όλη τη διάρκεια της πανδημίας, ο Γουίλσον ανατρέχει στις οδηγίες του CDC και των ειδικών σε κάθε περίσταση που έχει κληθεί να πάρει μια απόφαση, κάτι που, αυτές τις μέρες, σημαίνει ότι αισθάνεται αρκετά άνετα να χαλαρώσει από τους περιορισμούς.
«Εξακολουθώ να ενθαρρύνω τους ανθρώπους να απευθύνονται στους ειδικούς για το σωστό. Αλλά αν σε προσωπικό επίπεδο δεν αισθάνεσαι άνετα με αυτή την αβεβαιότητα… κάνε ό,τι έχεις να κάνεις», καταλήγει.
Πηγή