Από το 1950 που το «ανακάλυψε» ο Γερμανός γιατρός Ερνστ Γκραίφενμπεργκ, το σημείο G έχει διχάσει την επιστημονική κοινότητα.
Άλλες έρευνες υποστηρίζουν και άλλες αμφισβητούν την ύπαρξή του…
Στη μελέτη που δημοσίευσε την εποχή εκείνη στην επιθεώρηση International Journal of Sexology, ο Γκραίφενμπεργκ περιγράφει μια ερωτογενή ζώνη η οποία βρίσκεται εντός του κόλπου, κοντά στο πρόσθιο τοίχωμά του.
Ο όρος σημείο G κατοχυρώθηκε μετά το θάνατο του Γκραίφενμπεργκ από γιατρούς και σεξολόγους που μελετούσαν τη γυναικεία ανατομία.
Οι ερευνητές που μελετούν την ανθρώπινη σεξουαλικότητα φαίνεται να συμφωνούν, σε γενικές γραμμές, πως το σημείο G δεν αποτελεί μια συγκεκριμένη ανατομική οντότητα όπως πίστευε ο Γκραίφενμπεργκ.
Μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Journal of Sexual Medicine και βασίστηκε σε όλες τις παλαιότερες μελέτες που είχαν διεξαχθεί επί του θέματος καταλήγει πως «η ύπαρξη του σημείου αυτού δεν έχει αποδειχθεί ακόμη με βάση συγκεκριμένα ανατομικά χαρακτηριστικά».
Πώς εξηγείται λοιπόν ότι εκατομμύρια γυναίκες απολαμβάνουν την ερωτική διέγερση και τον οργασμό χάρη στην ευαισθητοποίηση μιας συγκεκριμένης περιοχής του σώματος;
Μια πιθανή εξήγηση είναι η ψυχολογική βάση του φαινομένου. Ερευνητές από το King’s College του Λονδίνου, σε μελέτη που δημοσίευσαν προ εξαετίας, διαπίστωσαν ότι οι γυναίκες που υποστηρίζουν την ύπαρξη του σημείου G διαθέτουν ορισμένα χαρακτηριστικά στην προσωπικότητά τους (εξωστρέφεια, διάθεση για νέες εμπειρίες κ.α.).
Άλλοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι το σημείο G έχει πράγματι βιολογική βάση, χωρίς όμως να διευκρινίζουν ποια είναι αυτή, και αντιστοιχεί σε τμήμα της κλειτορίδας εσωτερικά.
Το μεγαλύτερο τμήμα της κλειτορίδας βρίσκεται εσωτερικά στο γυναικείο σώμα και συνδέεται με το οστό της ήβης. Όταν η γυναίκα διεγείρεται σεξουαλικά, το τμήμα αυτό διογκώνεται από την αυξημένη ροή αίματος και πιέζει τα τοιχώματα του κόλπου. Η πίεση αυτή συμβάλλει στην επίτευξη του οργασμού.
Πηγή: onmed.gr