Πολλοί παράγοντες επηρεάζουν τα επίπεδα βιταμίνης D, συμπεριλαμβανομένου του φύλου.
Σύμφωνα με μελέτη του 2018 που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση British Journal of Nutrition, οι γυναίκες έχουν 11% περισσότερες πιθανότητες να πάσχουν από έλλειψη βιταμίνης D.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Η απάντηση δεν είναι ξεκάθαρη. Οι παράγοντες που καθορίζουν τα επίπεδα της βιταμίνης D δεν είναι σαφείς.
Τα επίπεδα της βιταμίνης D επηρεάζονται από πολλές μεταβλητές -εκτός από το φύλο- συμπεριλαμβανομένης της ηλικίας, της παχυσαρκίας, του τόνου του δέρματος και τον γονιδίων. Άλλοι παράγοντες είναι η έκθεση στον ήλιο, η εποχή, το γεωγραφικό πλάτος και ο χρόνος που περνά κάποιος σε εξωτερικούς χώρους.
Αυτό που γνωρίζουν με βεβαιότητα οι επιστήμονες είναι ότι η βιταμίνη D υποστηρίζει σχεδόν κάθε πτυχή της σωματικής και ψυχικής μας υγείας.
Πέρα από τα οφέλη για την υγεία και των δύο φύλων, όπως είναι η υγεία του εντέρου, η λειτουργία του ανοσοποιητικού, η διάθεση και η υγιής απόκριση στη φλεγμονή, υπάρχουν αρκετοί λόγοι για τους οποίους οι γυναίκες ενδιαφέρονται ιδιαίτερα να επιτύχουν επαρκή επίπεδα βιταμίνης D.
Πώς επηρεάζει η βιταμίνη D την υγεία των γυναικών
Η βιταμίνη D σχετίζεται με τη μυοσκελετική λειτουργία – ιδιαίτερα την υγεία των οστών. Αυτό συμβαίνει επειδή ρυθμίζει τα επίπεδα ασβεστίου στο σώμα και, στη συνέχεια, βοηθά στην ανοργανοποίηση των οστών.
Αν και αυτό είναι σημαντικό και για τα δύο φύλα καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής, οι γυναίκες που είναι στο στάδιο της εγκυμοσύνης ή στη μετεμμηνόπαυση είναι ιδιαίτερα επιρρεπείς στις αυξομειώσεις του ασβεστίου (λόγω των αναγκών του εμβρύου και των ορμονικών αλλαγών, αντίστοιχα) που επηρεάζουν τον μεταβολισμό των οστών και της μυϊκής μάζας.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η διατήρηση της επάρκειας βιταμίνης D είναι κρίσιμη για τις γυναίκες για τη διατήρηση της βέλτιστης υγείας των μυών και των οστών – σε όλες τις ηλικίες, αλλά ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής και μετεμμηνοπαυσιακής ηλικίας.
Η βιταμίνη D έχει τεράστια επίδραση στο ενδοκρινικό σύστημα. Ως γνωστό οι ορμόνες επηρεάζουν τον εμμηνορροϊκό κύκλο, τη σεξουαλική ζωή και την ψυχική υγεία των γυναικών.
Η διατήρηση υγιών επιπέδων βιταμίνης D συμβάλλει στην προώθηση της συνολικής ορμονικής ισορροπίας για τις γυναίκες και σχετίζεται με:
- Γονιμότητα
- Υγεία της μητέρας και του εμβρύου κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης
- Αυξημένη σεξουαλική επιθυμία, καλύτερους οργασμούς και σεξουαλική ικανοποίηση
Οι τιμές
- Ως έλλειψη της βιταμίνης D ορίζεται η παρουσία επιπέδων κάτω από τα 20 ng/ml (50 nmol/L)
- Ως ανεπάρκεια της βιταμίνης D θεωρείται η συγκέντρωση των 21-29 ng/mL (52 – 74 nmol/L) και
- Ως επάρκεια της βιταμίνης D θεωρείται η συγκέντρωση των 30-100 ng/mL (75 – 249 nmol/L).
- Οι ευνοϊκότερες συγκεντρώσεις είναι οι μεγαλύτερες των 75 nmol/l (30 ng/ml) στα παιδιά και τους ενηλίκους και για την πρόληψη του καρκίνου τα 90-120 nmol/l (36-48 ng/ml).
Το 29% των ενηλίκων των ΗΠΑ είναι κλινικά ανεπαρκείς σε βιταμίνη D. Επιπλέον, η διατροφή και το φως του ήλιου σπάνια αρκούν για να σας βοηθήσουν να επιτύχετε και να διατηρήσετε επάρκεια βιταμίνης D.
Ένα ποιοτικό συμπλήρωμα βιταμίνης D με αποτελεσματική δόση (δηλαδή 5.000 IU) βιταμίνης D3 μπορεί να σας βοηθήσει να φτάσετε σε επίπεδα πάνω από 50 ng/ml για να επιτύχετε τη βέλτιστη ενδοκρινική, μυοσκελετική και συνολική υγεία.
Πηγή: mindbodygreen.com
Πηγή