Ως αμηνόρροια ορίζεται η απουσία έμμηνου ρύσεως για τουλάχιστον 3 μήνες σε γυναίκες που κανονικά θα έπρεπε να είχαν περίοδο.
Υπάρχουν δύο τύποι αμηνόρροιας: η πρωτοπαθής και η δευτεροπαθής. Αν μια νεαρή γυναίκα δεν έχει εμφανίσει έμμηνο ρύση ως την ηλικία των 16 ετών τότε ότι πάσχει από πρωτοπαθή αμηνόρροια. Αν ενώ έχει εμφανίσει έμμηνο ρύση αυτή διακοπεί για 3 μήνες ή περισσότερο τότε πρόκειται για δευτεροπαθή αμηνόρροια.
Αίτια
Σημαντικό αίτιο πρωτοπαθούς ή δευτεροπαθούς αμηνόρροιας μπορεί να είναι οι ορμονικές μεταβολές. Αυτές μπορεί να οφείλονται σε άγχος ή κατάθλιψη, νευρική ανορεξία, υπερβολική άθληση και απώλεια βάρους (π.χ. αθλητές, μπαλαρίνες).
Η πρωτοπαθής αμηνόρροια μπορεί να οφείλεται και σε χρωμοσωμική ανωμαλία, σε άτρητο παρθενικό υμένα ή σε συγγενή έλλειψη μήτρας (που είναι όμως μια πολύ σπάνια κατάσταση).
Η δευτεροπαθής αμηνόρροια παρατηρείται σε βλάβες της υπόφυσης όπως το προλακτίνωμα, σε πρόωρη εμμηνόπαυση (πριν τα 35), σε πολυκυστικές ωοθήκες, και μετά από χημειοθεραπεία ή ακτινοθεραπεία.
Υπάρχουν βέβαια και κάποιες καταστάσεις που η έμμηνος ρύση σταματά χωρίς αυτό να είναι παθολογικό, όπως στην εγκυμοσύνη, κάποιους μήνες μετά τον τοκετό, κατά τη διάρκεια του θηλασμού, για λίγο διάστημα μετά τη διακοπή λήψης αντισυλληπτικών.
Αντιμετώπιση
Η αντιμετώπιση της αμηνόρροιας προϋποθέτει διερεύνηση και εντοπισμό του αιτίου. Αυτό γίνεται μέσω γυναικολογικής εξέτασης, μετρήσεων των ορμονών, υπέρηχου και ελέγχου της υπόφυσης. Η θεραπεία είναι ανάλογη με το αίτιο. Σε κάποιες περιπτώσεις αμηνόρροιας χορηγούνται αντισυλληπτικά για να προκαλέσουν την περίοδο.
Πηγή: onmed.gr