Ακόμη και η ήπια νόσηση με κορονοϊό προκαλεί αγγειακά προβλήματα τα οποία διαρκούν για μεγάλο διάστημα, σύμφωνα με τα ευρήματα νέας διεθνούς μελέτης με ελληνική συμμετοχή.
Η μελέτη είναι η πρώτη η οποία συνέκρινε τα επίπεδα της σκληρότητας των αρτηριών –δείκτης που συνδέεται με τη λειτουργία και τη γήρανσή τους– πριν και μετά τη νόσηση με COVID-19.
Η μελέτη διεξήχθη σε νέους, υγιείς εθελοντές από ειδικούς του Εργαστηρίου Αγγειακής Γήρανσης της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Σπλιτ στην Κροατία.
Οι εθελοντές παρακολουθήθηκαν μεταξύ Οκτωβρίου του 2019 και Απριλίου του 2022 και στην πλειονότητά τους ήταν νέοι – κάτω των 40 ετών. Ήταν επίσης υγιείς – μόλις το 9% είχε υψηλή αρτηριακή πίεση, ενώ κανένας δεν είχε υψηλή χοληστερόλη. Δύο ήταν διαβητικοί, ενώ το 78% ήταν μη καπνιστές. Το 56% της ομάδας ήταν άνδρες και το 44% γυναίκες.
Όλοι οι συμμετέχοντες νόσησαν ήπια με COVID-19. Η συγκριτική ανάλυση των μετρήσεων σχετικά με την αγγειακή λειτουργία των ατόμων αυτών πριν και μετά τη νόσηση προκάλεσε έκπληξη στους ερευνητές.
«Η ήπια νόσηση φάνηκε να επηρεάζει τις αρτηρίες ακόμη και επί δύο χρόνια μετά τη λοίμωξη. Συγκεκριμένα οι εθελοντές εμφάνιζαν μεγαλύτερη σκληρότητα αρτηριών και πιο «δυσλειτουργικές» και «γηρασμένες» αρτηρίες, χαρακτηριστικά που μπορούν να οδηγήσουν σε ανάπτυξη καρδιαγγειακών νοσημάτων. Με απλά λόγια η COVID-19 έκανε τις αρτηρίες των ατόμων αυτών να «γεράσουν» πολύ γρήγορα μέσα σε μικρό διάστημα» λέει η καθηγήτρια στην Κλινική Εργοφυσιολογίας της Άσκησης του Πανεπιστημίου του Πόρτσμουθ με ειδίκευση στην αγγειακή υγεία Μαρία Περίσσιου.
Οι ερευνητές εικάζουν ότι ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι ότι η COVID-19 επηρεάζει το ενδοθήλιο των αγγείων –τη στοιβάδα κυττάρων που το καλύπτει εσωτερικά-, το οποίο ρυθμίζει την ελαστικότητά τους.
Αν και μικρή, καθώς συμμετείχαν μόλις 32 εθελοντές, η μελέτη επιβεβαιώνει τις εκτιμήσεις των αγγειολόγων, σύμφωνα με τις οποίες στο μέλλον θα εμφανιστεί αύξηση των καρδιαγγειακών νοσημάτων εξαιτίας της COVID-19.
Οι ερευνητές θα συνεχίσουν την παρακολούθηση των ίδιων εθελοντών για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα ώστε να ελέγξουν τους καρδιαγγειακούς δείκτες τους σε βάθος χρόνου και να διαπιστώσουν αν τα αγγειακά προβλήματα που εμφανίζονται μετά τη λοίμωξη, αποτελούν συμπτώματα της long COVID.
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση Journal of Clinical Medicine.
Πηγή