Το γλαύκωμα είναι μια ομάδα ασθενειών με ένα κοινό σύμπτωμα, τη βλάβη του οπτικού νεύρου που μεταφέρει τα μηνύματα του φωτός από τα μάτια στον εγκέφαλο.
Πρόκειται για πάθηση πολύ συχνή στις ηλικίες άνω των 50 ετών, η οποία όμως δεν γίνεται εγκαίρως αντιληπτή επειδή δεν προκαλεί συμπτώματα.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, αιτία αυτής της βλάβης είναι η αύξηση της πίεσης στο εσωτερικό του ματιού (ενδοφθάλμια πίεση), η οποία είναι φυσιολογική όταν κυμαίνεται από 10 έως 21 χιλιοστά της στήλης υδραργύρου (mmHg).
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Ελληνικής Εταιρείας Γλαυκώματος (ΕΕΓ), τουλάχιστον 200.000 Έλληνες πάσχουν από γλαύκωμα, αλλά δυστυχώς οι μισοί δεν το ξέρουν, ενώ άλλοι 400.000 έχουν οφθαλμική υπερτονία, δηλαδή αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση που όμως δεν έχει προκαλέσει βλάβες στο οπτικό νεύρο. Για το 10% των ατόμων με υπερτονία, η εμφάνιση των οπτικών βλαβών είναι θέμα χρόνου, αφού μέσα στην επόμενη πενταετία θα τις έχουν εκδηλώσει.
Συμπτώματα
Το μεγάλο πρόβλημα με το γλαύκωμα είναι ότι σχεδόν στο 80% των περιπτώσεων παραμένει χωρίς συμπτώματα για μεγάλο χρονικό διάστημα, έως και χρόνια, με συνέπεια να χάνεται σημαντικό μέρος της όρασης μέχρις ότου ο ασθενής οδηγηθεί στον οφθαλμίατρο.
Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι ακόμη και αν η ενδοφθάλμια πίεση φτάσει τα 30 mmHg, ο ασθενής μπορεί να μην εκδηλώσει κανένα σύμπτωμα αν δεν φθαρεί αρκετά το οπτικό νεύρο του. Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να παρουσιάσει λίγο πονοκέφαλο και ακόμα πιο σπάνια να θολώσει λίγο η όραση ή, κυρίως, να εμφανιστούν γύρω γύρω στο οπτικό πεδίο του μπλε ή κίτρινες γραμμές (αυτή είναι η επονομαζόμενη έγχρωμη άλως).
Επιπλέον το γλαύκωμα συνήθως είναι ετερόπλευρο, δηλαδή αρχίζουν οι βλάβες στο ένα μάτι και στο άλλο εμφανίζονται έπειτα από αρκετό καιρό, συνήθως ένα-δύο χρόνια.
Αυτό καθυστερεί ακόμα περισσότερο τη διάγνωση, καθώς μέχρι να προσβληθούν και τα δύο μάτια, το ένα βοηθά την όραση του άλλου.
Όταν το γλαύκωμα εξελιχθεί, ο ασθενής αρχίζει πρώτα να χάνει τμήματα του περιφερειακού οπτικού του πεδίου.
Αυτά τα χαμένα τμήματα είναι τα επονομαζόμενα «σκοτώματα» που αντιστοιχούν σε μαύρες ή γκρι ζώνες εκεί όπου θα έπρεπε να υπάρχουν εικόνες.
Αντιμετώπιση
Το γλαύκωμα δεν θεραπεύεται, αλλά αντιμετωπίζεται, μπορεί δηλαδή να διατηρηθεί η υπολειπόμενη όραση μέσω της κατάλληλης αγωγής.
Αυτό σημαίνει ότι μετά τα 40 πρέπει όλοι να παρακολουθούν τακτικά την ενδοφθάλμια πίεσή τους.
Ιδανικά πρέπει να ελέγχετε την όρασή σας κάθε δύο χρόνια με βυθοσκόπηση (είναι μία ανώδυνη εξέταση των ματιών).
Πρέπει να ελέγχετε την όρασή σας από τα 30 αν ανήκετε σε μια από τις παρακάτω ομάδες:
-Έχετε συγγενή πρώτου βαθμού με γλαύκωμα
-Κάνετε μακροχρόνια θεραπεία με κορτιζόνη
-Έχετε μυωπία
-Έχετε ιστορικό τραυματισμού στο μάτι.
Παράγοντες κινδύνου
-Οικογενειακό ιστορικό της νόσου (αν πάσχει ο ένας από τους δύο γονείς, το παιδί έχει 20% πιθανότητες να το εκδηλώσει)
-Υψηλή μυωπία (το οπτικό νεύρο των ανθρώπων με υψηλή μυωπία είναι ευαίσθητο ακόμη και στις μικρές αυξήσεις της ενδοφθάλμιας πίεσης)
-Προχωρημένη ηλικία (άνω των 60 ετών)
-Προγενέστεροι τραυματισμοί και κακώσεις στο μάτι
-Χρήση στεροειδών για μεγάλο χρονικό διάστημα
-Διαβήτης, υπέρταση, καρδιοπάθεια
-Υπνική άπνοια
Αν έχετε ήδη γλαύκωμα καλό είναι να κοιμάστε με δύο μαξιλάρια, ώστε το κεφάλι σας να είναι κάπως υπερυψωμένο, καθώς μελέτες δείχνουν ότι στην ύπτια θέση αυξάνεται η πίεση στα μάτια.
Αν κοιμάστε στο πλάι θα πρέπει να αλλάζετε πλευρό στη διάρκεια του ύπνου, για να μην επιβαρύνεται μονίμως το ίδιο μάτι.
Πηγή: onmed.gr