Τα υψηλά επίπεδα χοληστερόλης και η υψηλή αρτηριακή πίεση αποτελούν γνωστούς τροποποιήσιμους παράγοντες κινδύνου για τη νόσο Αλτσχάιμερ, τον πιο γνωστό τύπο άνοιας που προκαλεί απώλεια μνήμης και γνωστική έκπτωση.
Τώρα, ερευνητές από την Ευρωπαϊκή Βιοτράπεζα Alzheimer & Άνοιας (EADB), με επικεφαλής την Ρουθ Φρίκε – Σμίντ από το τμήμα Κλινικής Βιοχημείας του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης, ανακάλυψαν ότι η γενετικά καθορισμένη αυξημένη HDL ή «καλή» χοληστερόλη και η υψηλή συστολική αρτηριακή πίεση σχετίζονται με υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης Αλτσχάιμερ.
Στόχος των ειδικών ήταν ο πλήρης διαχωρισμός των πιθανών αιτιολογικών χαρακτηριστικών των τροποποιήσιμων παραγόντων κινδύνου για τη νόσο Alzheimer (AD) τόσο για καλύτερη πρόληψη όσο και για καλύτερο σχεδιασμό νέων φαρμάκων για αντιμετώπιση της άνοιας.
Στη μελέτη συμμετείχαν 39.106 ασθενείς με κλινικά διαγνωσμένη νόσο Αλτσχάιμερ και 401.577 άτομα χωρίς νόσο ως ομάδα ελέγχου.
Η μέση ηλικία για τους συμμετέχοντες με Αλτσχάιμερ κυμαινόταν από 72-83 έτη και 51-80 έτη για την ομάδα ελέγχου. Από τους συμμετέχοντες με Αλτσχάμερ, γυναίκες ήταν το 54-75%, ενώ από την ομάδα ελέγχου το 48-60%.
Οι γενετικά καθορισμένες συγκεντρώσεις HDL χοληστερόλης (λιποπρωτεΐνης υψηλής πυκνότητας ) συσχετίστηκαν με αυξημένες πιθανότητες νόσου Αλτσχάιμερ κατά 10%.
Γενετικά καθορισμένη υψηλή συστολική αρτηριακή πίεση συσχετίστηκε με αυξημένο κίνδυνο νόσου Αλτσχάιμερ μετά την προσαρμογή της διαστολικής αρτηριακής πίεσης κατά 22%.
Σε μια δεύτερη ανάλυση οι πιθανότητες για νόσο Αλτσχάιμερ ήταν παρόμοιες για την HDL χοληστερόλη κατά 8% και για τη συστολική αρτηριακή πίεση μετά από προσαρμογή για τη διαστολική αρτηριακή πίεση κατά 23%.
Οι εκτιμήσεις για την απολιποπρωτεϊνη 1, το κάπνισμα και τον Δείκτη Μάζας Σώματος δεν κατέληξαν σε συγκεκριμένο αποτέλεσμα.
Η LDL χοληστερόλη, η απολιποπρωτεΐνη Β, τα τριγλυκερίδια, η κατανάλωση αλκοόλ και ο διαβήτης δεν συνδέθηκαν με Αλτσχάιμερ με όλες τις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν για την ανάλυση των δεδομένων.
Γενετική προδιάθεση στην μόρφωση συνδέθηκε με χαμηλότερες πιθανότητες ανάπτυξης άνοιας, όπως επίσης και το κάπνισμα και ο υψηλότερος δείκτης μάζας σώματος, σε ποσοστό από 10% περίπου για την κάθε περίπτωση.
Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι αυτοί οι γενετικοί δεσμοί θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την ανάπτυξη νέων στόχων φαρμάκων και θεραπειών για την πρόληψη της άνοιας.
Η ανάλυση των δεδομένων έγινε μεταξύ 12 Απριλίου και 27 Οκτωβρίου 2022 και τα αποτελέσματα δημοσιεύθηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση JAMA.
Πηγή