Σάββατο , 21 Δεκέμβριος 2024

Διαταραχές πυελικού εδάφους: Επιτρέπεται η άσκηση μετά το χειρουργείο;

Οι άνθρωποι που υποβάλλονται σε επέμβαση αντιμετώπισης της πρόπτωσης του πυελικού εδάφους, μπορούν να ξεκινήσουν και πάλι να ασκούνται, υποστηρίζουν οι ειδικοί.

Νέα μελέτη αμφισβητεί τους τυπικούς περιορισμούς, καθώς διαπιστώνει ότι όσοι αρχίζουν την άσκηση αμέσως μετά την επέμβαση, ωφελούνται το ίδιο με αυτούς που περιμένουν αρκετές εβδομάδες μέχρι να επιστρέψουν στη σωματική δραστηριότητα.

«Αυτή η μελέτη αλλάζει τα δεδομένα για τους ουρογυναικολόγους» δήλωσε ο ανώτερος συγγραφέας της μελέτης Δρ. Matthew Barber, καθηγητής μαιευτικής και γυναικολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Duke στο Ντέρχμαμ, στη Βόρεια Καρολίνα.

«Επί δεκαετίες, οι χειρουργοί έδιναν οδηγίες στους ασθενείς να αποφεύγουν τη δραστηριότητα μετά από επανορθωτική χειρουργική επέμβαση και τώρα γνωρίζουμε ότι αυτό δεν είναι απαραίτητο», δήλωσε ο Barber.

«Τα ευρήματα αυτής της μελέτης επιβεβαιώνουν αυτά δοκιμών σε άλλους τομείς, όπως είναι η ορθοπεδική και η χειρουργική κήλης, που έχουν δείξει ότι η πρώιμη δραστηριότητα δεν επηρεάζει την πορεία της υγείας, και μπορεί και τη βελτιώσει σε κάποιες περιπτώσεις», είπε ο Barber.

Το πυελικό έδαφος είναι μία δομή που αποτελείται από το μυϊκό σύστημα που στηρίζει τα όργανα της πυέλου, το κανάλι τοκετού και τη δίοδο για την ουρήθρα και το ορθό. Οι μυς του πυελικού εδάφους περιγράφονται σαν μία αιώρα που ανυψώνει και στηρίζει τα όργανα της πυέλου. Αυτή η μυϊκή ομάδα πρέπει να είναι ικανή να συσπάται για να μας κρατάει εγκρατείς και να μπορεί να χαλαρώνει για να επιτρέπει την ούρηση, τις κινήσεις του παχέος εντέρου, τον τοκετό και τη σεξουαλική συνεύρεση. Προβλήματα του πυελικού εδάφους μπορεί να εμφανιστούν όταν αυτή η μυϊκή ομάδα είναι πολύ αδύναμη (υποτονική) ή σε σπασμό (υπερτονική).

Μια διαταραχή του πυελικού εδάφους δεν είναι απειλητική για τη ζωή, μπορεί όμως να προκαλέσει δυσφορία και πόνο.

Σε πολλές περιπτώσεις, οι ασκήσεις του πυελικού εδάφους είναι αρκετές για την αντιμετώπιση του προβλήματος, αλλά κάποιες φορές χρειάζεται χειρουργική επέμβαση.

Για να μελετήσουν τις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τους μετεγχειρητικούς περιορισμούς, οι ερευνητές χώρισαν τυχαία 108 γυναίκες σε δύο ομάδες.

Οι γυναίκες της μιας ομάδας ακολούθησαν τυπικές συμβουλές, όπως το να αποφεύγουν να σηκώνουν βάρος μεγαλύτερο των 10 κιλών για έξι εβδομάδες και να μην επιστρέψουν στη δουλειά πριν παρέλθουν δύο έως έξι εβδομάδες. Οι γυναίκες που ανήκαν στην άλλη ομάδα, δεν είχαν περιορισμούς στην άρση βαρών και τους επιτράπηκε να επιστρέψουν στην εργασία τους όταν ένιωθαν έτοιμες να το κάνουν.

Οι ερευνητές δεν βρήκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές σε ανατομικά θέματα και συμπτώματα στις δύο ομάδες μετά από τρεις μήνες.

Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση JAMA Surgery.


Πηγή