Δευτέρα , 23 Δεκέμβριος 2024
Καρδιακή ανεπάρκεια: Τι είναι, ποια η συχνότητα και τα νεότερα στη φαρμακευτική αντιμετώπιση

Καρδιακή ανεπάρκεια: Τι είναι, ποια η συχνότητα και τα νεότερα στη φαρμακευτική αντιμετώπιση

Η καρδιακή ανεπάρκεια δεν είναι μία πάθηση αλλά ένα σύνδρομο, που αποτελεί το συχνότερο αίτιο εισαγωγής στο νοσοκομείο ασθενών ηλικίας άνω των 65 ετών.

Η συχνότητά της τείνει να αυξηθεί για επιδημιολογικούς λόγους, ενώ δεν υπάρχει δυνατότητα πρόληψης. Θεωρητικά οποιαδήποτε πάθηση της καρδιάς αλλά και, σπανιότερα, ακόμη μια ίωση μπορούν να προκαλέσουν καρδιακή ανεπάρκεια. Οι δυνατότητες που υπάρχουν σήμερα στην ιατρική δεν αρκούν για να την αναστρέψουν αλλά μόνο να τη σταθεροποιήσουν, ενώ ελπίδες για την μείωση της θνητότητας δημιουργεί ένα νέο φάρμακο.

Τα παραπάνω επισημαίνουν, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για την καρδιακή ανεπάρκεια, τις θεραπευτικές επιλογές και το Ιατρείο Καρδιακής Ανεπάρκειας, που λειτουργεί εδώ και δυο χρόνια στο νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ, ο διευθυντής της Α’ Καρδιολογικής Κλινικής του ΑΠΘ καθηγητής Χαράλαμπος Καρβούνης, ο επίκουρος καθηγητής Καρδιολογίας Γιώργος Γιαννακούλας και ο ειδικός καρδιολόγος -επιστημονικός συνεργάτης στην Α’ Καρδιολογική Κλινική του ΑΠΘ Δημήτρης Κωνσταντίνου.

Τι είναι η καρδιακή ανεπάρκεια;

Η καρδιακή ανεπάρκεια δεν είναι πάθηση αυτή καθαυτή, είναι ένα σύνδρομο με κυριότερη αιτία τη στεφανιαία νόσο, εξηγεί ο καθηγητής Χαράλαμπος Καρβούνης.

Παράλληλα επισημαίνει ότι, θεωρητικά, οποιαδήποτε πάθηση της καρδιάς οδηγεί σε καρδιακή ανεπάρκεια. Κύριες αιτίες είναι η στεφανιαία νόσος, η οποία είναι πολύ διαδεδομένη. Ασθενείς, οι οποίοι έχουν πάθει ένα έμφραγμα ή έχουν κάνει by pass και γενικά έχουν μία εκδήλωση της στεφανιαίας νόσου μετά από αρκετά χρόνια, οδηγούνται σε καρδιακή ανεπάρκεια. Πολύ συχνά, αλλά όχι τόσο συχνά όσο η στεφανιαία νόσος, οι μυοκαρδιοπάθειες, ειδικά οι διατατικές μυοκαρδιοπάθειες και οι περιοριστικές μυοκαρδιοπάθειες, οδηγούν σε καρδιακή ανεπάρκεια.

Επίσης οι βαλβιδοπάθειες οδηγούν σε καρδιακή ανεπάρκεια, αλλά και πάρα πολλά άλλα νοσήματα. Για παράδειγμα, μία ίωση μπορεί να πάθει μυοκαρδίτιδα και αυτή να οδηγήσει σε μυοκαρδιοπάθεια και να εξελιχθεί σε καρδιακή ανεπάρκεια. Αυτό βέβαια συμβαίνει σπάνια, αλλά δυστυχώς προσβάλλει νέα άτομα, τα οποία μπορεί να έχουν μια άσχημη εξέλιξη.

«Συνήθως οι ασθενείς που έχουν περάσει έμφραγμα ή έχουν κάνει by pass παρακολουθούνται από γιατρούς οπότε σε αυτούς μπορεί η κατάσταση να είναι ελεγχόμενη και μπορούμε να προλάβουμε την εκδήλωση της καρδιακής ανεπάρκειας. Αλλά έχουμε μια άλλη μάζα ασθενών, οι οποίοι έχουν κάποια μυοκαρδιοπάθεια δηλαδή πέρασαν κάποια μυοκαρδίτιδα λόγω μιας κοινής ίωσης, στην οποία δεν την έδωσαν τόσο μεγάλη σημασία. Αυτοί οι ασθενείς, μετά από μερικούς μήνες ή χρόνια μπορεί να εμφανίσουν συμπτώματα καρδιακής ανεπάρκειας χωρίς να ξέρει κανείς τίποτα. Άρα αυτούς τους ασθενείς δεν μπορούμε να τους προλάβουμε, αν δεν έχουν κάποια επαφή με τον γιατρό. Επίσης δεν μπορούμε να προλάβουμε και τους ασθενείς με βαλβιδοπάθειες που δεν τις δίνουν σημασία και έρχονται σε πολύ βαριά κατάσταση», προσθέτει ο κ. Καρβούνης.

Εξηγεί ακόμη ότι η καρδιακή ανεπάρκεια δεν είναι μια πάθηση που μπορεί να προληφθεί με εμβόλια αλλά μόνο με μια πολύ καλή πολιτική υγείας σε επίπεδο κράτους και με ένα ένα οργανωμένο σύστημα πρωτοβάθμιας φροντίδας.

«Δυστυχώς έτσι και εκδηλωθεί δεν μπορούμε να πούμε ότι είναι αναστρέψιμη. Οι δυνατότητες που έχουμε δεν είναι τόσο πολλές για να την αναστρέψουμε, ίσως αρκούν για να την σταθεροποιήσουμε και σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να υπάρχει βελτίωση με τις παρεμβάσεις που κάνουμε.

Όπως σε όλες τις παθήσεις στην ιατρική κάθε ασθενής είναι διαφορετικός από κάποιον άλλον. Οπότε δεν μπορούμε να το γενικεύσουμε αλλά μπορούμε να πούμε ότι υπάρχουν οι ενδεδειγμένες θεραπείες, οι οποίες σε έναν μεγάλο βαθμό σταθεροποιούν την κατάσταση προσωρινά και σε πολύ λίγες περιπτώσεις μπορούμε να έχουμε και βελτίωση με ορισμένες ειδικές θεραπείες, με συσκευές, όπως βηματοδότες κ.λπ», προσθέτει ο κ. Καρβούνης.

bigstock Heart Failure Represents Ill H 104204012

Το Ιατρείο Καρδιακής Ανεπάρκειας του ΑΧΕΠΑ

Στοχεύοντας στην αύξηση της επιβίωσης και στη βελτίωση της πρόγνωσης των ασθενών με τη χρήση ειδικών συσκευών και φαρμάκων αλλά και τη μείωση των ημερών νοσηλείας στην Α’ Πανεπιστημιακή Κλινική του ΑΧΕΠΑ λειτουργεί εδώ και δύο χρόνια εξειδικευμένο Ιατρείο Καρδιακής Ανεπάρκειας.

«Αυτή τη στιγμή, στο Ιατρείο Καρδιακής Ανεπάρκειας είναι καταγεγραμμένοι και παρακολουθούνται 120 ασθενείς. Η τάση είναι να αυξηθεί αυτός ο αριθμός και ο λόγος είναι κατ΄ αρχήν επιδημιολογικός. Ξέρουμε ότι η συχνότητα της καρδιακής ανεπάρκειας βαίνει αυξανόμενη και οι λόγοι είναι πολλοί.

Ο πρώτος λόγος είναι ότι ο πληθυσμός γηράσκει και ενώ η πάθηση αυτή αυτή έχει έναν επιπολασμό 1-2% στο γενικό πληθυσμό ξέρουμε ότι σε ηλικίες άνω των 75 ετών φτάνει το 10% ή και παραπάνω. Άρα λοιπόν η τάση είναι αυτονόητο ότι θα αυξηθεί.

Το δεύτερο είναι ότι πια πάρα πολλοί ασθενείς, οι οποίοι παθαίνουν ένα έμφραγμα του μυοκαρδίου καταφέρνουν και επιβιώνουν και ο λόγος είναι ότι έχουμε τη δυνατότητα να προσφέρουμε άμεση επαναγγείωση με πρωτογενή αγγειοπλαστική. Οπότε οι άνθρωποι αυτοί ακόμη και με σοβαρά εμφράγματα καταφέρνουν να επιβιώσουν και να πάνε καλά. Ωστόσο ένα σημαντικό ποσοστό από αυτούς, από τη στιγμή που υπέστησαν μια βλάβη στην καρδιά τους απότοκο του εμφράγματος θα αναπτύξουν κάποια στιγμή καρδιακή ανεπάρκεια.

Ο τρίτος λόγος είναι ότι πια η διεθνής ιατρική κοινότητα αναγνωρίζει και έναν άλλο φαινότυπο καρδιακής ανεπάρκειας, τη διαστολική καρδιακή ανεπάρκεια με διατηρημένο κλάσμα εξώθησης που παλαιότερα αυτά τα περιστατικά θεωρούσαμε ότι δεν έχουν καρδιοπάθεια. Σήμερα, όμως, γνωρίζουμε ότι τα συμπτώματα και τα κλινικά σημεία που εμφανίζουν οφείλονται σε αυτήν την ειδική διαταραχή. Αυτοί οι τρεις λόγοι δημιουργούν έναν αυξανόμενο πληθυσμό, ο οποίος ζητά ένα εξειδικευμένο ιατρείο, με το οποίο μπορούν να διασυνδεθούν να έχουν μία μακροχρόνια παρακολούθηση και όχι να έρχονται με πνευμονικό οίδημα ή με πρησμένα πόδια σε μια εφημερία, να κόβονται φάρμακα να αλλάζονται φάρμακα και μετά όταν συμβεί αν τύχει να ξαναεφημερεύει στο ίδιο νοσοκομείο μετά από 2-3 μήνες να πηγαίνουν και να ξαναρχίζει όλη η ιστορία και η διερεύνηση από την αρχή», αναφέρει ειδικός καρδιολόγος επιστημονικός συνεργάτης στην Α Καρδιολογική Κλινική του ΑΠΘ Δημήτρης Κωνσταντίνου.

Τα νεότερα στη φαρμακευτική αντιμετώπιση

«Η καρδιακή ανεπάρκεια είναι το συχνότερο αίτιο εισαγωγής στο νοσοκομείο για τους ασθενείς που είναι άνω των 65 ετών. Οι μισοί ασθενείς που νοσηλεύονται με καρδιακή ανεπάρκεια χρειάζονται επανανοσηλεία μέσα σε έξι μήνες και ένας στους τέσσερις θα χρειαστεί επανανοσηλεία μέσα σε ένα μήνα. Ένας σημαντικός αριθμός αυτών των εισαγωγών μπορεί να προληφθεί. Σε ένα ποσοστό 75% των ασθενών οι επανανοσηλείες είναι προβλέψιμες, δηλαδή μπορούμε να πούμε ποιοι ασθενείς μπορεί να είναι υψηλού κινδύνου να ξαναμπούν στο νοσοκομείο, να νοσηλευτούν.

Είναι πολύ σημαντικό διότι θα πρέπει να στοχεύσουμε σε αυτούς τους ασθενείς με τη χορήγηση της κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής. Το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνουμε είναι να δίνουμε τα σωστά φάρμακα στις σωστές δόσεις. Ένα υποσύνολο των ασθενών με συγκεκριμένα ηλεκτροκαρδιογραφικά χαρακτηριστικά δικαιούνται και πρέπει να παίρνουν συσκευές που ονομάζονται απινιδωτές ή ενδοκοιλιακοί βηματοδότες ή αμφικοιλιακοί απινιδωτές που είναι συνδυασμός των δύο προηγούμενων.

Στόχος αυτών των θεραπειών είναι να επανασυγχρονίζουν στην καρδιά την αριστερή και τη δεξιά κοιλία ώστε να συσπώνται συγχρονισμένα και το δεύτερον να δώσουν σοκ, αν και εφόσον χρειαστεί και να προλάβουν τον αιφνίδιο θάνατο που οφείλεται κατά κανόνα σε κοιλιακές ταχυκαρδίες ή κοιλιακές μαρμαρυγές», επισημαίνει ο επίκουρος καθηγητής καρδιολογίας Γεώργιος Γιαννακούλας.

Σήμερα υπάρχουν οι τρεις κατηγορίες φαρμάκων που φάνηκε ότι μόνο αύξησαν την επιβίωση των ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια, ενώ ένα νέο φάρμακο φάνηκε ότι κατάφερε να μειώσει τη συνολική θνητότητα σε σχέση με τα ήδη υπάρχοντα φάρμακα.

«Το φάρμακο αυτό απευθύνεται σε αυτούς που έχουν καρδιακή ανεπάρκεια με χαμηλό κλάσμα εξώθησης για την ώρα και οι οποίοι ήδη λαμβάνουν κάποια φάρμακα για την καρδιακή ανεπάρκεια και είναι πολύ σημαντική η έναρξη της αγωγής», πρόσθεσε ο κ. Γιαννακούλας.

 

 

 

 

 

Πηγή: onmed.gr