Τρίτη , 18 Μάρτιος 2025

Αναγκαία η στρατηγική των επόμενων 5 ετών για την ελληνική αμυντική βιομηχανία, λέει ο ΣΕΚΠΥ

Οι θέσεις για την ανάπτυξη της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας ενόψει και των ανακοινώσεων για το 12ετές εξοπλιστικό πρόγραμμα των Ενόπλων Δυνάμεων και του ReArm Europe, αναπτύχθηκαν σε συνέντευξη Τύπου του Συνδέσμου Ελλήνων Κατασκευαστών Αμυντικού Υλικού (ΣΕΚΠΥ) που πραγματοποιήθηκε σήμερα, Δευτέρα 17 Μαρτίου, στο κτίριο της ΕΣΗΕΑ.

Όπως ανακοινώθηκε από το Σύνδεσμο, ο πρόεδρος του ΣΕΚΠΥ Τάσος Ροζολής, μεταξύ άλλων ανέφερε: «Σήμερα στην Ελλάδα, σύμφωνα με το υπουργείο Εθνικής ‘Αμυνας υπάρχουν περίπου 400 οντότητες, δηλαδή εταιρείες, ερευνητικά κέντρα, start-ups, κομμάτια από πανεπιστημιακά ιδρύματα, τα οποία ασχολούνται με την ‘Αμυνα. Ασχολούνται πάνω από 15.000 άνθρωποι και ο κύκλος εργασιών υπερβαίνει το 1,5 δισ. ευρώ».

Εξήγησε ότι από αυτές τις οντότητες, ήδη, εκατό συμμετέχουν σε προγράμματα του European Defence Fund (EDF) και πρόσθεσε: «Μπορούμε να πούμε ότι αυτό είναι το success story της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας. Η Ελλάδα, ανάλογα με τον πληθυσμό της, είναι πρώτη σε συμμετοχές σε προγράμματα και σε κατακυρώσεις προγραμμάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Φέτος συμμετέχουμε στο 57% των προγραμμάτων».

Σημειώνεται ότι ο ΣΕΚΠΥ ιδρύθηκε το 1984. Σήμερα έχει 230 μέλη, εταιρείες της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας ενώ σε αυτές απασχολούνται περίπου 14.000 εργαζόμενοι.

Αναφερόμενος στο ζήτημα των προμηθειών, ο κ. Ροζολής υπενθύμισε έως το 2011 στην Ελλάδα υπάρχει νομοθεσία που προέβλεπε ότι από κάθε εξοπλιστική προμήθεια άνω των 10 εκατ. ευρώ, ένα ποσοστό της τάξης του 30% θα αποτελούσε Εγχώρια Προστιθέμενη Αξία (ΕΠΑ). Όπως είπε, «θα έπρεπε πιστοποιημένα σε κάθε πρόγραμμα το 30% να έχει γίνει στη χώρα μας».

«Σε αυτό», συμπλήρωσε, «προστίθονταν και τα αντισταθμιστικά και τα Offset, που έφταναν στο 10%, άρα είχαμε ένα περίπου το 40% που έπρεπε να γίνει στη χώρα».

«Μέσα στην δίνη της κρίσης», εξήγησε, «η τότε κυβέρνηση αποφάσισε να ακυρώσει πλήρως οποιαδήποτε μέτρο υπήρχε για την στήριξη αμοιβής της βιομηχανίας και να ακολουθήσουμε copy-paste την Ευρωπαϊκή Οδηγία του 2009. Το αποτέλεσμα ήταν ο περίφημος νόμος περί μη προμηθειών».

«Σήμερα», είπε, «έχουμε διακρατικές συμφωνίες και απευθείας αναθέσεις γιατί μόνο έτσι μπορεί να γίνουν προμήθειες».

«Εμείς λέμε ότι η χώρα μας είναι αναγκασμένη να ξοδεύει ένα μεγάλο ποσό σε εξοπλισμούς. Μπορεί να συμβαίνει και σε εμάς ότι γίνεται σε όλες τις χώρες του κόσμου, να επιτυγχάνεται δηλαδή το λιγότερο 30% βιομηχανικές επιστροφές. Οι βιομηχανικές επιστροφές είναι η βελτιωμένη έκδοση της ΕΠΑ. Η εγχώρια προστιθέμενη αξία δηλαδή στο προϊόν που αγόρασες», τόνισε.

Μιλώντας για τις συμβάσεις follow on support, υπογράμμισε ότι στην Ελλάδα «έχουμε ακόμα τα F-16 του 1988, έχουμε φρεγάτες που ξεπεράσανε τα 30 ή 40 χρόνια».

«Έχει υπολογιστεί», ανέφερε, «ότι το κόστος για να κρατήσεις αυτά τα υλικά σε επιχειρησιακή ετοιμότητα ξεπερνάει 3 με 4 φορές το κόστος αγοράς τους».

«Αν δηλαδή δώσεις ένα δισ. ευρώ για να αγοράσεις ένα καράβι θα ξοδέψεις άλλα δύο δισ. ευρώ στα 40 χρόνια που το έχεις για να το κρατήσεις αξιόμαχο» πρόσθεσε.

Υποστήριξε ότι «η Ελλάδα των 10 με 11 εκατομμυρίων, με την υψηλή τεχνολογική δυναμική που έχει θα μπορούσε να συμμετέχει σε όλα τα κοινοπρακτικά προγράμματα».

«Αφού τελικά θα πάρουμε F-35 γιατί να μην είμαστε μέσα στην κοινοπραξία και σε οποιοδήποτε άλλο καινούργιο ευρωπαϊκό άρμα» συμπλήρωσε.

Για τις ευρωπαϊκές εξελίξεις, σημείωσε χαρακτηριστικά ότι «αυτό που γίνεται στην Ευρώπη σήμερα γίνεται μια φορά στα 50 χρόνια. Είναι μια τεράστια ευκαιρία».

Ξεκαθάρισε ότι το ReArm Europe δεν αφορά σε «τζάμπα λεφτά 800 δισ. ευρώ» και εξήγησε: «Τα 650 δισ. ευρώ είναι με υπέρβαση του χρέους και άρα οι πολίτες θα τα πληρώσουν και τα 150 είναι δάνεια. Παρόλα αυτά, είναι μια τεράστια ευκαιρία. Αλλά πρέπει να την αξιοποιήσει η Ελλάδα».

«Χρειαζόμαστε μια αρμόδια δημόσια δομή που θα θέσει τη στρατηγική, έτσι ώστε να υλοποιηθεί η συμμετοχή κατά 30% στα εξοπλιστικά πργοράμματα, η συμμετοχή της χώρας στο ReArm και σε όλες τις ευκαιρίες που θα εμφανιστούν οι οποίες δεν θα είναι μόνιμες, θα είναι για ένα, δύο, τρία χρόνια. Θα φτιαχτούν οι κοινοπραξίες και θα φτιαχτούν τα εργοστάσια» ανέλυσε ο πρόεδρος του ΣΕΚΠΥ.
«Αυτό που μας λείπει σήμερα είναι η στρατηγική των επόμενων πέντε ετών. Που θέλουμε να πάει η αμυντική βιομηχανία. Τι θέλουμε να φτιάξουμε στην Ελλάδα» τόνισε ο κ. Ροζολής.


Πηγή