Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζει μια νέα έρευνα επιστημόνων από τη Βρετανία, τις ΗΠΑ και την Ισλανδία, επικεφαλής της οποίας ήταν ο επιδημιολόγος-παιδίατρος Κεν Ονγκ του Πανεπιστημίου του Κέμπριτς. Ας δουμε αναλυτικά τα συμπεράσματά της.
Μέχρι σήμερα το πότε θα κάνει ένας νέος ή μια νέα σεξ συσχετιζόταν με κοινωνικούς παράγοντες αλλά και με συμπεριφορικούς, με τις επιρροές που δέχεται το παιδί από την οικογένεια τους φίλους στο σχολείο κτλ… Οι ερευνητές επιχείρησαν να φωτίσουν λίγο καλύτερα το γενετικό πεδίο.
Η ομάδα επιστημόνων της Βρετανίας ανέλυσε γενετικά πάνω από 125.000 άτομα ηλικίας 40-69 ετών και εντόπισε 38 γενετικούς παράγοντες που σχετίζονται με το χάσιμο της παρθενιάς. Παρόμοιο πείραμα έγινε και στην Ισλανδία όπου εξετάστηκαν γενετικά 241.900 άτομα αλλά και στις ΗΠΑ σε 20.000 περίπου άτομα.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες υπάρχουν συγκεκριμένα γονίδια όπως το CADM2 που επιδρούν στην ανάπτυξη μιας πιο ριψοκίνδυνης προσωπικότητας. Η συσχέτιση της ριψοκίνδυνης προσωπικότητας με την πρώτη φορά σεξ είναι άμεση μιας και απαιτεί ρίσκο για τα δεδομένα της συγκεκριμένης ηλικίας και αρκετό θάρρος! Κάπως έτσι, καταλήγουν οι επιστήμονες ότι η απώλεια της παρθενιάς είναι και ζήτημα κληρονομικότητας- σε ποσοστό μάλιστα 25%.
Οι γενετικοί παράγοντες επίσης, είναι εκείνοι που καθορίζουν την ηλικία έναρξης της εφηβείας και άρα και των σεξουαλικών ορμών. Όσο πιο πρόωρη είναι η εφηβεία τόσο πιο πιθανό είναι να αρχίσει το παιδί να επιθυμεί τη σεξουαλική επαφή.
Μεγάλη έκπληξη πάντως προκαλούν τα στοιχεία σχετικά με την ηλικία έναρξης της ερωτικής ζωή. Η μέση ηλικία έναρξης της εφηβείας έχει σταδιακά μειωθεί από τα 18 χρόνια το 1880 στα 13 περίπου χρόνια και στα δύο φύλα και αυτό φαίνεται πως δεν είναι θέμα γενετικό!
Πηγή: boro