Ο υποθυρεοειδισμός στα μωρά ονομάζεται και νεογνικός υποθυρεοειδισμός και προκύπτει όταν ο θυρεοειδής αδένας του βρέφους παράγει ανεπαρκείς ή και καθόλου θυρεοειδικές ορμόνες. Λέγεται επίσης και συγγενικός υποθυρεοειδισμός καθώς το μωρό μπορεί να το έχει εκ γενετής. Εμφανίζεται σε περίπου 1 στα 2.000-4.000 βρέφη και είναι πιο συνήθης σε κορίτσια από ότι σε αγόρια για άγνωστες αιτίες.
Όλα τα νεογέννητα ελέγχονται για συγγενή υποθυρεοειδισμό πριν την έξοδο από το μαιευτήριο δεδομένου ότι η έγκαιρη διάγνωση μπορεί να οδηγήσει και στην καλύτερη και πιο αποτελεσματική αντιμετώπιησ.
Συμπτώματα υποθυρεοειδισμού στα μωρά
Τα συμπτώματα του υποθυρεοειδισμού διαφέρουν ανά περίπτωση, ενώ πολλά μωρά είναι πιθανό να μην εμφανίσουν και καθόλου συμπτώματα τις πρώτες μέρες μετά τον τοκετό.
Τα πιο κοινά συμπτώματα ωστόσο που παρατηρούνται στις περισσότερες περιπτώσεις είναι τα εξής:
- Πρήξιμο στο πρόσωπο
- Φούσκωμα στην κοιλιά
- Μακρογλωσσία
- Δυσκοιλιότητα
- Προβλήματα στον θηλασμό και γενικά τη σίτιση
- Το μαλακό σημείο είναι μεγαλύτερο από ότι είθισται
- Υποτονία
- Προβλήματα ύπνου
- Προεξοχή του αφαλού
Σε πιο σοβαρές περιπτώσεις, άλλα συμπτώματα που παρατηρούνται είναι τα εξής: κίτρινο δέρμα και μάτια (ίκτερος), υπνηλία, ξηρότητα στο δέρμα, εξασθενημένο κλάμα, εύθραυστα μαλλιά, μικρό ύψος, επίπεδη μύτη, χαμηλή θερμοκρασία σώματος, χαμηλή αρτηριακή πίεση, πρησμένα μάτια, ακανόνιστος καρδιακός ρυθμός.
Τι προκαλεί τον συγγενή υποθυρεοειδισμό στα βρέφη;
Ο συγγενής υποθυρεοειδισμός συνήθως προκαλείται λόγω του ότι ο θυρεοειδής αδένας του μωρού δεν έχει σχηματιστεί κανονικά πριν τη γέννηση. Κάποια μωρά έχουν ασυνήθιστα μικρό θυρεοειδή αδένα (υποπλαστικός θυρεοειδής αδένας), ενώ σε άλλα ο αδένας δεν βρίσκεται στην σωστή θέση. Σχεδόν στο 80-85% των περιπτώσεων συγγενούς υποθυρεοειδισμού, τα μωρά έχουν υποπλαστικό, μη φυσιολογικό ή και καθόλου θυρεοειδή αδένα.
Σε λιγότερο συχνές περιπτώσεις, ο αδένας μπορεί να είναι φυσιολογικός ή αφύσικα μεγάλος, αλλά αδυνατεί να παράγει επαρκείς θυρεοειδικές ορμόνες. Τέτοιες περιπτώσεις προκύπτουν λόγω προβλημάτων στα στάδια της σύνθεσης ορμονών.
Σε ακόμα πιο σπάνιες περιπτώσεις, η διαταραχή μπορεί να εμφανιστεί λόγω του ότι δεν παράγεται αρκετή θυρεοειδοτρόπος ορμόνη (TSH), οδηγώντας σε ανεπαρκή έκκριση θυρεοειδικών ορμονών από τον θυρεοειδή αδένα. Δεδομένου ότι η αιτία σχετίζεται με το κεντρικό νευρικό σύστημα, ονομάζεται κεντρικός υποθυρεοειδισμός.
Αντιμετώπιση
Τα μωρά που διαγιγνώσκονται με υποθυρεοειδισμό παρακολουθούνται από αρμόδιο ενδοκρινολόγο. Η θεραπεία συνήθως ξεκινά αμέσως με τη χορήγηση λεβοθυροξίνης από το στόμα, η οποία είναι η συνθετική μορφή της ορμόνης θυροξίνης (Τ4). Η διάρκεια της θεραπείας διαφέρει ανά περίπτωση και το μωρό θα υπόκειται συχνά σε εξετάσεις αίματος για να παρακολουθούνται τα επίπεδα της Τ4.
Με πληροφορίες από momjunction.com
Πηγή