Η υστεροσκόπηση είναι μία γυναικολογική ελάχιστα επεμβατική επέμβαση, κατά τη διάρκεια της οποίας εντός της ενδομητρικής κοιλότητας (της κοιλότητας, μέσα στην οποία μεγαλώνει προστατευμένο το μωρό στην εγκυμοσύνη) ο ιατρός εισάγει ένα σωληνωτό, μεταλλικό (συνήθως) εργαλείο, το υστεροσκόπιο.
Το υστεροσκόπιο είναι συνδεδεμένο με ειδική κάμερα, που προβάλλει τη ληφθείσα από την ενδομητρική κοιλότητα εικόνα σε οθόνη τηλεόρασης. Ο εκτελών την επέμβαση γυναικολόγος παρακολουθεί την εικόνα αυτή και εκτιμά τη μορφολογία της ενδομητρικής κοιλότητας, καθώς και των μητριαίων σαλπιγγικών στομίων.
Δια του υστεροσκοπίου εισάγονται εξάλλου εντός της κοιλότητας της μήτρας ειδικά σχεδιασμένα εργαλεία, χάρη στα οποία ο θεράπων ιατρός δύναται να επέμβει καταλλήλως εντός αυτής και ανάλογα με τις εκάστοτε ενδείξεις.
Η υστεροσκόπηση θεωρείται μία ασφαλής για τη γυναίκα επέμβαση με υψηλά ποσοστά επιτυχίας. Σε μεγάλη ολλανδική μελέτη του 2000, στην οποία περιελήφθησαν στοιχεία από 82 νοσοκομειακές μονάδες, όπου και έγιναν 13.600 υστεροσκοπήσεις, το ποσοστό επιπλοκών ανήρχετο στο 0,28%.
Εντούτοις – όπως άλλωστε συμβαίνει και με κάθε ανθρώπινο δημιούργημα – δεν μπορεί να αγνοηθεί το γεγονός, πως υφίσταται και κατά την επέμβαση αυτή το (μικρό) ενδεχόμενο επιπλοκών. Η ορθή κλινική πρακτική υπαγορεύει πάντα τη συνεκτίμηση των ενδεχομένων επιπλοκών με τα αναμενόμενα οφέλη για τη γυναίκα. Είναι επίσης κεφαλαιώδους σημασίας η ενδελεχής ενημέρωση της ασθενούς για τις επιπλοκές αυτές.
Ποιες είναι οι ενδεχόμενες επιπλοκές της υστεροσκόπησης;
Σχηματικά χωρίζουμε τις ενδεχόμενες επιπλοκές της υστεροσκόπησης σε δύο κατηγορίες:
- Άμεσες: έτσι ονομάζονται επιπλοκές, που εκδηλώνονται είτε διεγχειρητικά (κατά τη διάρκεια της επέμβασης), είτε αμέσως μετά από αυτήν
- Όψιμες: έτσι ονομάζονται οι επιπλοκές, που εκδηλώνονται με κάποια καθυστέρηση
Ποιες είναι οι άμεσες επιπλοκές της υστεροσκόπησης;
Οι άμεσες επιπλοκές της υστεροσκόπησης είναι:
- η αιμορραγία
- η διάτρηση της μήτρας
- η φλεγμονή
- η υπερφόρτωση υγρών
Λίγα λόγια για την αιμορραγία…
Η αιμορραγία ενδέχεται να εκδηλωθεί είτε κατά τη διάρκεια της επέμβασης, είτε αμέσως μετά από αυτήν. Η αιμορραγία αυτή προκαλείται είτε από τον τραυματισμό του ενδομητρίου (του ιστού, που καλύπτει εσωτερικά την κοιλότητα της μήτρας) κατά την επέμβαση, είτε από τραυματισμό των αγγείων, που τροφοδοτούν τη μήτρα μετά από διάτρησή του τοιχώματός της (βλ. παρακάτω).
Σε μελέτη του 2002, στην οποία ελήφθησαν υπόψιν στοιχεία από 2116 επεμβάσεις κατεγράφησαν 13 περιπτώσεις (ποσοστό 0,61%) εκδήλωσης αιμορραγίας μετά από επεμβατική υστεροσκόπηση. Στις 6 εξ αυτών η αιμορραγία σταμάτησε χωρίς ιατρική παρέμβαση. Σε 6 εξ αυτών εισήχθη εντός της ενδομητρικής κοιλότητας ειδικός πλαστικός σωλήνας (ονομάζεται Folley), ο οποίος στην άκρη του φέρει ένα μικρό «μπαλόνι». Η αιμορραγία σταμάτησε με την απλή έκπτυξη (φούσκωμα) του μπαλονιού, το οποίο έμεινε εντός της μήτρας για 24 ώρες και εν συνεχεία αφαιρέθηκε.
Σε μία μόνον περίπτωση απαιτήθηκε περαιτέρω χειρουργική επέμβαση προκειμένου να σταματήσει η αιμορραγία. Από τα στοιχεία τέλος της μελέτης αυτής φαίνεται, πως ο κίνδυνος αιμορραγίας εξαρτάται από την ένδειξη, για την οποία εκτελείται η επέμβαση και αυτός είναι υψηλότερος, όταν η υστεροσκόπηση αποσκοπεί στην αφαίρεση μεμβρανών, που εντοπίζονται εντός της κοιλότητας της μήτρας και αυξάνουν τις πιθανότητες καθ’ έξιν αποβολών (ονομάζεται Σύνδρομο Asherman).
Λίγα λόγια για τη διάτρηση της μήτρας…
Στην προαναφερθείσα ολλανδική μελέτη του 2000 το καταγεγραμμένο ποσοστό διάτρησης του τοιχώματος της μήτρας κατά την επέμβαση ανήρχετο στο 0,76% κατατάσσοντάς τη πρώτη σε συχνότητα μεταξύ των επιπλοκών της υστεροσκόπησης. Υπάρχουν όμως και κάποιες στατιστικές, που ανεβάζουν την πιθανότητα διάτρησης της μήτρας ακόμα και στο 3%.
Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων διάτρησης της μήτρας, αυτή δεν συνδέεται με δυσμενείς επιπτώσεις για την υγεία της ασθενούς και αντιμετωπίζεται με απλή παρακολούθησή της χωρίς να απαιτηθεί περαιτέρω ιατρική φροντίδα.
Παρ’ όλα αυτά υφίσταται και ο κίνδυνος μετά από διάτρηση της μήτρας αφενός να τρωθεί («τραυματισθεί») κάποιο γειτνιάζον αγγείο και να προκληθεί αιμορραγία ή κάποιο άλλο κοιλιακό όργανο, όπως το έντερο. Στις περιπτώσεις αυτές απαιτείται χειρουργική αντιμετώπιση του περιστατικού.
Όμως ακόμα μετά από μία τέτοια χειρουργική επέμβαση, που αποσκοπεί στην αντιμετώπιση των επακολούθων της διάτρησης της μήτρας τραυματισμών, επιτυγχάνεται κατά κανόνα πλήρης αποκατάσταση της λειτουργίας των τρωθέντων οργάνων και η ασθενής δεν αντιμετωπίζει μεσοπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα προβλήματα υγείας.
Λίγα λόγια για τη φλεγμονή…
Η φλεγμονή είναι μία σπάνια επιπλοκή της υστεροσκόπησης. Στις περιπτώσεις εκδήλωσης φλεγμονής αυτή συνήθως αφορά τον ιστό, που καλύπτει εσωτερικά την κοιλότητα της μήτρας και ονομάζεται ενδομήτριο (τότε μιλάμε για ενδομητρίτιδα), ενώ σπανιότερα αφορά ουρολοίμωξη.
Στα πλαίσια της πρόληψης της επιπλοκής αυτής συνήθως στη γυναίκα χορηγείται αντιβίωση μετεγχειρητικά για μερικές ημέρες. Σε περίπτωση εκδήλωσης όμως φλεγμονής η χορήγηση της αντιβιοτικής αγωγής παρατείνεται επί περισσότερες ημέρες.
Λίγα λόγια για την υπερφόρτωση υγρών…
Ο όρος «υπερφόρτωση υγρών» ίσως εκ πρώτοις όψεως να φαίνεται δυσνόητος. Το τοπίο όμως γίνεται πιο ξεκάθαρο, αν ανατρέξουμε στην κυκλοφορία των υγρών στο σώμα μας.
Όλοι έχουμε ακούσει, πως το 70% περίπου του σωματικού μας βάρους αντιστοιχεί σε νερό. Το νερό βρίσκεται παντού στο σώμα μας: μέσα στα αγγεία μας, αλλά και έξω από αυτά – μέσα στα κύτταρά μας, αλλά και έξω από αυτά.
Μέσα στο νερό εντοπίζονται διαλυμένες ουσίες απαραίτητες για την επιτέλεση των διαφόρων σωματικών λειτουργιών, αλλά ακόμα για αυτήν τη διατήρησή μας στη ζωή. Η ορθή όμως λειτουργία του σώματός μας προϋποθέτει τη διατήρηση συγκεντρώσεων των ουσιών αυτών σε συγκεκριμένα επίπεδα.
Έτσι, αν για κάποιο λόγο η ποσότητα του νερού μειωθεί, τότε το διάλυμα γίνεται πιο «πυκνό», δηλαδή η συγκέντρωση των διαφόρων ουσιών αυξάνεται. Αν αντίθετα, η ποσότητα του νερού αυξηθεί, τότε το διάλυμα γίνεται πιο «αραιό», δηλαδή η συγκέντρωση των διαφόρων ουσιών μειώνεται. Εις αμφότερες τις περιπτώσεις έχουμε την εκδήλωση διαταραχών στη λειτουργία του σώματός μας.
Στην υστεροσκόπηση, προκειμένου να επιτευχθεί η διάταση της ενδομητρικής κοιλότητας (δηλαδή προκειμένου να τη «φουσκώσουμε»), ώστε ο χειρουργός να έχει το απαραίτητο οπτικό πεδίο και να μπορεί να εκτιμήσει με ακρίβεια τη μορφολογία της και να επέμβει, αν αυτό κριθεί σκόπιμο, διοχετεύουμε εντός αυτής ένα υγρό, το οποίο ονομάζουμε «διατατικό μέσο».
Το υγρό αυτό ενδέχεται να «απορροφηθεί» από τα αγγεία, που διατρέχουν την ενδομητρική κοιλότητα και να εισέλθει στην κυκλοφορία. Έτσι αφενός αυξάνεται ο όγκος του κυκλοφορούντος αίματος, οπότε αυξάνεται και το έργο της καρδιάς, αφετέρου το αίμα και τα υγρά του σώματος «αραιώνουν», οπότε διαταράσσεται και η ισορροπία τους.
Το ιατρικό προσωπικό αντιμετωπίζει άμεσα τα συμπτώματα από την υπερφόρτωση υγρών, ενώ πλέον τα διατατικά μέσα, που διοχετεύονται στην κοιλότητα της μήτρας είναι τέτοια, που η χρήση τους συνδέεται με δραματική μείωση των πιθανοτήτων εκδήλωσης της κατάστασης αυτής, η οποία ούτως ή άλλως δεν ήταν ιδιαίτερα συνηθισμένη.
Δρ ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΩΝ. ΛΥΓΝΟΣ, MSc, PhD
ΜΑΙΕΥΤΗΡ ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΟΣ
Master of Science University College London
Διδάκτωρ Μαιευτικής Γυναικολογίας
www.eleftheia.gr
Πηγή