Πρόκειται για δύο υπόλευκα («λευκωπά») όργανα με σχήμα αμυγδάλου, των οποίων η επιφάνεια παρουσιάζεται ανομοιόμορφη, καθότι φέρουν συνήθως μικρά εξογκώματα.
Κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής ηλικίας της γυναίκας οι ωοθήκες έχουν μήκος 3 έως 5 εκατοστά περίπου, αλλά μετά την εμμηνόπαυση «συρρικνώνονται» και εμφανίζονται ατροφικές.
Οι ωοθήκες εντοπίζονται εκατέρωθεν της μήτρας πλησίον των κοιλιακών σαλπιγγικών στομίων, όπως φαίνεται στην παρακάτω εικόνα.
Ποια είναι η λειτουργία των ωοθηκών;
Οι ωοθήκες είναι οι γεννητικοί αδένες του θήλεος.
Ο όρος «γεννητικοί» υποδηλώνει, πως οι ωοθήκες είναι τα όργανα, που εμπλέκονται στην αναπαραγωγική λειτουργία, ενώ ο όρος «αδένες» φανερώνει την λειτουργία των ωοθηκών ως οργάνων, που παράγουν ορμόνες.
Οι λειτουργία των ωοθηκών ως αναπαραγωγικών (δηλαδή «γεννητικών») οργάνων εκφράζεται άλλωστε και από αυτό καθαυτό το όνομά τους. Ο όρος ωοθήκη είναι σύνθετος και προέρχεται από το ᾠόν (αβγό) + θήκη. Επομένως, οι «ωοθήκες» είναι η έδρα φύλαξης των «αβγών» της γυναίκας, από τη γονιμοποίηση των οποίων θα προκύψει κύηση.
Με τον όρο «αδένες» περιγράφουμε μία ομάδα εξειδικευμένων οργάνων, τα οποία παράγουν και απελευθερώνουν (δηλαδή εκκρίνουν) ορμόνες.
Ο όρος ορμόνη είναι διεθνής (αγγλιστί «hormones») και προέρχεται από την ελληνική λέξη «ορμώ» ( = θέτω σε κίνηση, ξεκινάω).
Οι ορμόνες δια του αίματος μεταφέρονται σε όργανα «στόχους», τα οποία εντοπίζονται μακριά από την έδρα παραγωγής τους, τους αδένες.
Όταν οι ορμόνες έλθουν σε επαφή με το «όργανο – στόχο», τότε ενώνονται με συγκεκριμένες δομές, που εντοπίζονται στα κύτταρα του οργάνου αυτού. Οι δομές αυτές ονομάζονται υποδοχείς (βλ. εικόνα).
Η ένωση της ορμόνης με τους αντίστοιχους σε αυτήν υποδοχείς, θέτει σε λειτουργία συγκεκριμένες χημικές αντιδράσεις στα κύτταρα του οργάνου, επηρεάζοντας τη λειτουργία του. Οι ορμόνες λοιπόν, με τη δράση τους «θέτουν σε κίνηση» (εξού και το όνομά τους) συγκεκριμένες λειτουργίες των «οργάνων – στόχων».
Οι ωοθήκες βρίσκονται υπό την επιρροή ορμονών, που παράγονται στον εγκέφαλο και συγκεκριμένα σε μία εξειδικευμένη περιοχή αυτού, που ονομάζεται υπόφυση.
Η έκκριση των ορμονών της υπόφυσης δεν είναι σταθερή, αλλά μεταβάλλεται και μάλιστα μεταβάλλεται με τρόπο «κυκλικό», δηλαδή παρουσιάζει αύξηση και μείωση μέσα στο μήνα.
Οι αυξομειώσεις της έκκρισης των ορμονών αντικατοπτρίζεται και στα επίπεδά τους στο αίμα της γυναίκας. Οι μεταβολές των τιμών των επιπέδων αυτών έχουν και αυτές μία «κυκλικότητα» (ή «περιοδικότητα»), καθότι οι διακυμάνσεις τους είναι κατ’ ουσίαν οι ίδιες από τον ένα μήνα στον επόμενο.
Οι «περιοδικές» μεταβολές στα επίπεδα των ορμονών της υπόφυσης στο αίμα της γυναίκας «μετουσιώνεται» σε μία «περιοδικά» αυξομειούμενη επιρροή στις ωοθήκες. Κατ’ επέκτασιν οι ωοθήκες – ανταποκρινόμενες στην επιρροή των υποφυσιακών ορμονών – αφενός «προωθούν» την ωρίμανση κάποιου ανώριμου ωαρίου, αφετέρου μεταβάλλουν ανάλογα και την έκκριση των ωοθηκικών ορμονών, οι οποίες δρουν με τη σειρά τους επί του ιστού, που καλύπτει την ενδομητρική κοιλότητα και «ρυθμίζουν» των εμμηνορρυσιακό κύκλο.
Οι ωοθήκες από κοντά…
Αν εξετάσουμε μία τομή των ωοθηκών, θα διαπιστώσουμε την ύπαρξη μίας διαστρωμάτωσης (βλ. εικόνα).
Τα στρώματα της ωοθήκης από το εξωτερικό προς το εσωτερικό είναι τα εξής:
- το βλαστικό επιθήλιο: Πρόκειται για την εξωτερική «καλυπτική» στοιβάδα της ωοθήκης, η οποία αποτελείται από ένα στοίχο πλατέων στη μορφολογία κυττάρων. Ακριβώς κάτω από το στρώμα αυτό εντοπίζουμε μία λεπτή στοιβάδα συνδετικού ιστού (έτσι ονομάζεται ο ιστός, που βρίσκεται σε πολλά μέρη του σώματος και βασική λειτουργία έχει τη «στήριξη» των ιστών και τη μεταξύ τους «συγκόλληση»), η οποία δημιουργεί ένα είδος κάψας (= περιβλήματος).
- τη φλοιώδη μοίρα: Πρόκειται για μία λεπτή ζώνη αποτελούμενη κυρίως από συνδετικό ιστό (το ονομαζόμενο «στρώμα»), εντός του οποίου απαντώνται ωοθυλάκια σε διάφορα στάδια ανάπτυξης. Ας σημειώσουμε εδώ, πως τα ωοθυλάκια είναι κατ’ ουσίαν θυλάκια (= «φούσκες») εντός των οποίων ωριμάζει ένα ωοκύτταρο. Πρέπει να τονισθεί, πως στη γέννηση το θήλυ νεογνό έχει στις ωοθήκες του μεταξύ 1 και 2 εκατομμύρια ανώριμα ωάρια, εκ των οποίων 1 (συνήθως) ωριμάζει ανά εμμηνορρυσιακό κύκλο και μόνον κατά προσέγγισιν 300 θα φθάσουν τελικά στην πλήρη ωρίμανση, έτοιμα προς γονιμοποίηση στη ζωή της γυναίκας, τα υπόλοιπα θα ατροφήσουν.
- τη μυελώδη μοίρα: Εντοπίζεται στο κέντρο της ωοθήκης και αποτελείται επίσης κατά μείζονα αναλογία από συνδετικό ιστό, στον οποίο απαντώνται τα αγγεία και τα νεύρα της ωοθήκης.
Στο σημείο αυτό είναι απαραίτητο να διευκρινίσουμε, πως η μορφολογία των ωοθηκών δεν είναι «στατική», αλλά εξαιρετικά «δυναμική». Με τη φράση αυτή εννοούμε, πως, ενώ η μορφολογία των περισσοτέρων οργάνων του σώματός μας παρουσιάζει μεταβολές ανάλογες με την ηλικία, η εικόνα, που οι ωοθήκες παρουσιάζουν μεταβάλλεται δραστικά εντός συντόμου χρονικού διαστήματος.
Συγκεκριμένα η εικόνα της ωοθήκης είναι διαφορετική, αν μελετηθεί στην αρχή φέρ’ ειπείν του κύκλου, οπότε θα δούμε μία ωοθήκη χωρίς ωοθυλάκιο, διαφορετική στη μέση του κύκλου, οπότε – ενδεχομένως – θα δούμε ένα ώριμο ωοθυλάκιο με διάμετρο 2 εκατοστά περίπου, το οποίο θα εμφανίζεται ως ένα μικρό εξόγκωμα στην επιφάνειά της και διαφορετική μετά την ωοθυλακιορρηξία, οπότε και θα εντοπίσουμε στην επιφάνειά της το υποκίτρινο ωχρό σωμάτιο.
Οι μεταβολές αυτές στη μορφολογία των ωοθηκών αντικατοπτρίζονται και στην υπερηχογραφική τους εικόνα, με βάση την οποία είμαστε σε θέση να υπολογίσουμε με ικανοποιητική προσέγγιση τις γόνιμες ημέρες της γυναίκας.
Δείτε ΕΔΩ πότε είναι οι γόνιμες ημέρες σας!
Δρ ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΩΝ. ΛΥΓΝΟΣ, MSc, PhD
ΜΑΙΕΥΤΗΡ ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΟΣ
Master of Science University College London
Διδάκτωρ Μαιευτικής Γυναικολογίας
www.eleftheia.gr
Πηγή