Τα παιδιά παίζουν, τρέχουν και χτυπάνε. Και τότε είναι που ο γονιός πονάει πάντα πιο πολύ απ΄ το ίδιο το παιδί.
Γράφει η Έλια Κωνσταντινίδη
Αυτό που τον πονάει είναι το “γιατί χτύπησε ενώ είμαι παρών”. Είναι οι ενοχές και η ευθύνη. Έχω μνήμες απ’ όταν ήμουν 2 χρονών και χτύπησα μπροστά στα μάτια της μαμάς μου, στο σαλόνι. Εγώ έκλαψα για 2 λεπτά και η μαμά μου συνέχισε να πλαντάζει απαρηγόρητη για μια ώρα κρατώντας με στην αγκαλιά της. “Μωρό μου πώς έγινε αυτό, πώς είναι δυνατόν ενώ ήμουν δίπλα, γιατί δεν σε πρόλαβα;”. Μα για όνομα.
Όσο και να προστατεύεις το παιδί, όσα μέτρα κι αν πάρεις, ακόμα και όλο το σπίτι αν ντύσεις με bubble wrap, μπορεί να βρεθεί μια μικρή μυτερή γωνίτσα και το υπερκινητικό σου πλασματάκι να καταφέρει να πετύχει πάνω της. Η υπερπροστατευτικότητα δεν εξασφαλίζει και την 100% ασφάλεια.
Δεν είναι λάθος του γονιού όταν συμβεί κάτι τέτοιο. Δεν είσαι απρόσεκτος, ανεπαρκής ή ανεύθυνος. Μπορεί να συμβεί το “ατυχηματάκι” πάντα και παντού. Δεν είναι δυνατόν -για να είμαστε και ρεαλιστές- να εξασφαλίσεις πλήρως την ασφάλεια του παιδιού σου. “Το καλύτερο δυνατό”. Μόνο αυτό μπορείς να εξασφαλίσεις.
Γι΄αυτό λοιπόν οι τύψεις δεν έχουν χώρο. Εδώ και εμείς οι ίδιοι μπορεί να μπουρδουκλωθούμε στο πλακάκι, ξυπόλητοι και να μην καταλάβουμε πώς και πότε φιλήσαμε το έδαφος. Πόσο μάλλον να προεξοφλείς την πλήρη ακεραιότητα ενός άλλου ανθρώπου και δη μικρού και άτακτου.
Θα με βρείτε και στο φυσικό μου περιβάλλον egwthasoutapw
Πηγή