Η εκδήλωση επίμονου –σχεδόν καθημερινού– άσθματος στα παιδιά συνδέεται με τον αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας μετά την ενηλικίωση, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα, την μεγαλύτερη του είδους της μέχρι σήμερα.
Η ανάπτυξη επίμονου παιδικού άσθματος, το οποίο χαρακτηρίζεται από δυσκολία αναπνοής σχεδόν σε καθημερινή βάση, δεν έχει ακόμη κατανοηθεί καλά από τους επιστήμονες. Στις περισσότερες περιπτώσεις, το άσθμα στα παιδιά υποχωρεί με το πέρασμα του χρόνου, αλλά περίπου στο 20% (ένα στα πέντε παιδιά) παραμένει και αφότου μεγαλώσουν, με δυνητικά σοβαρά συμπτώματα.
Οι ερευνητές του Νοσοκομείου Brigham and Women της Βοστώνης και της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ουάσιγκτον, με επικεφαλής τον Σκοτ Γουάις, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό ιατρικό περιοδικό New England Journal of Medicine, παρακολούθησαν 684 παιδιά ηλικίας πέντε έως 12 ετών με επίμονο άσθμα, έως ότου αυτά γίνουν τουλάχιστον 23 ετών. Στη μελέτη συμμετείχε και ο ελληνικής καταγωγής καθηγητής Γιάννης Σταματογιαννόπουλος του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον στο Σιάτλ.
Μέχρι το τέλος της έρευνας, ένα στα δέκα παιδιά (ποσοστό 11%) είχαν εμφανίσει χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, μια προοδευτικά εξελισσόμενη πάθηση που δυσκολεύει μονίμως την αναπνοή. Το ποσοστό ήταν μεγαλύτερο στα αγόρια, τα οποία επίσης εμφανίζουν αυξημένα ποσοστά παιδικού άσθματος σε σχέση με τα κορίτσια.
Κατά τα πρώτα χρόνια μετά την ενηλικίωση, τρία στα τέσσερα παιδιά με επίμονο παιδικό άσθμα (ποσοστό 75%) εμφάνιζαν πρόωρα μειωμένη λειτουργία ή και μειωμένη ανάπτυξη των πνευμόνων τους. Η θεραπεία που ακολούθησε δεν άλλαξε ιδιαίτερα την κατάσταση.
«Είναι τρομερό για ανθρώπους που μόλις ενηλικιώθηκαν, να έχουν κιόλας χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια. Καθώς η πάθηση επιδεινώνεται, είναι πιθανό ότι θα έχουν προβλήματα υγείας που θα τους δυσκολέψουν να εκτελούν τις καθημερινές δραστηριότητές τους και να έχουν μια δουλειά», δήλωσαν οι ερευνητές.
Όπως είπαν, οι γιατροί πρέπει να εντοπίζουν πιο έγκαιρα τα παιδιά που ανήκουν στην ομάδα υψηλού κινδύνου και να τους συμβουλεύουν για πιθανά προληπτικά μέτρα, όπως να αποφύγουν το κάπνισμα, προκειμένου να μειώσουν τον κίνδυνο το άσθμα τους να εξελιχθεί σε χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια.
Πηγή: onmed.gr