Ερευνητές από τη Σουηδία και τη Νέα Ζηλανδία διαπίστωσαν ότι ανάλογα με τη σειρά με την οποία γεννιούνται μέσα στην οικογένεια τα κορίτσια αντιμετωπίζουν διαφορετικό κίνδυνο παχυσαρκίας.
Σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Journal of Epidemiology and Community Health, οι πρωτότοκες γυναίκες αλλά και οι μοναχοκόρες έχουν αυξημένες πιθανότητες να γίνουν υπέρβαρες ή παχύσαρκες, σε σύγκριση με τις δευτερότοκες κόρες.
Η νέα μελέτη, η μεγαλύτερη του είδους της μέχρι σήμερα για το γυναικείο φύλο, επιβεβαιώνει ανάλογα ευρήματα παλαιότερης έρευνας μεταξύ των ανδρών, για τους οποίους φαίνεται πως ισχύει ένας ανάλογος κίνδυνος όσον αφορά τους πρωτότοκους ή τους μοναχογιούς.
Η έρευνα υποδεικνύει ότι, εκτός των άλλων αιτιών, ένας αφανής παράγοντας για την επιδημία της παχυσαρκίας διεθνώς είναι το γεγονός ότι διαχρονικά συρρικνώνεται το μέγεθος της οικογένειας, τουλάχιστον στις πιο ανεπτυγμένες χώρες, καθώς συχνά οι γονείς κάνουν μόνο ένα παιδί. Στη συνέχεια, τα μοναχοπαίδια, καθώς ενηλικιώνονται, ρέπουν περισσότερο στο να βάλουν παραπανίσια κιλά.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή ενδοκρινολογίας Γουέιν Κάτφιλντ του Πανεπιστημίου του Όκλαντ στη Νέα Ζηλανδία, κατέληξαν στα παραπάνω συμπεράσματα αφού ανέλυσαν στοιχεία για 13.400 ζευγάρια αδελφών (πρωτότοκη-δευτερότοκη) από τη Σουηδία.
Τη στιγμή του τοκετού, οι πρωτότοκες κόρες είχαν γενικά λίγο χαμηλότερο βάρος σε σχέση με τις δευτερότοκες. Όμως μετά την ενηλικίωσή τους και έως τα 25 τους, οι πρωτότοκες είχαν ελαφρώς μεγαλύτερο Δείκτη Μάζας Σώματος απ’ ό,τι οι δευτερότοκες (24,4 έναντι 23,8).
Οι πρωτότοκες κόρες είχαν επίσης 29% περισσότερες πιθανότητες να γίνουν υπέρβαρες (Δείκτης Μάζας Σώματος 25-30) και 40% περισσότερες πιθανότητες να γίνουν παχύσαρκες (Δείκτης Μάζας Σώματος πάνω από 30) σε σύγκριση με τις δευτερότοκες αδελφές τους.
Παλαιότερες μελέτες έχουν υποδείξει ότι τα πρωτότοκα παιδιά, ανεξαρτήτως φύλου, κινδυνεύουν περισσότερο από διάφορα προβλήματα υγείας, όπως διαβήτη τύπου 2, αλλεργίες και υψηλή αρτηριακή πίεση, σε σχέση με τα αδέλφια τους που γεννήθηκαν στη συνέχεια.
Οι βιολογικές ή άλλες αιτίες που γι’ αυτή τη διαφορά μεταξύ των αδελφών δεν είναι σαφείς. Μια πιθανή αιτία είναι ότι κατά τον πρώτο τοκετό της μητέρας ο πλακούντας της μήτρας της είναι πιο λεπτός και ανώριμος. Έτσι, το πρωτότοκο παιδί γεννιέται μεν κάπως πιο λεπτό, όμως εν καιρώ ο οργανισμός του υπεραναπληρώνει, εναποθέτοντας ευκολότερα λίπος στο σώμα.
Πάντως –για να μη τα βάψουν μαύρα οι πρωτότοκοι– άλλες μελέτες δείχνουν ότι συχνά είναι πιο ψηλοί και πιο έξυπνοι από τους δευτερότοκους!
Πηγή: onmed.gr