Η υπέρταση που εκδηλώνεται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης πολλές φορές επιμένει καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής της γυναίκας ή επανεμφανίζεται χρόνια αργότερα. Στην περίπτωση αυτή, δεν σχετίζεται απαραιτήτως με την ίδια την εγκυμοσύνη αλλά μπορεί να συνδέεται με οικογενειακούς παράγοντες κινδύνου, υποδεικνύει μια νέα επιστημονική μελέτη που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Journal of the American Society of Nephrology.
Ερευνητές από τη Mayo Clinic στο Ρότσεστερ της Μινεσότα μελέτησαν 252 περιστατικά γυναικών που είχαν εκδηλώσει υπέρταση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, λαμβάνοντας υπ’ όψιν το ιατρικό ιστορικό των αδελφών τους (ανδρών και γυναικών) που δεν είχαν εκδηλώσει ποτέ υπέρταση.
«Σκοπός μας ήταν να απομονώσουμε την εγκυμοσύνη από το οικογενειακό ιστορικό της μητέρας», δηλώνει η επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας Tracey Weissgerber.
Συνολικά, οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα που αφορούσαν σε περισσότερες από 1.400 γυναίκες και περισσότερους από 900 άνδρες. Διαπιστώθηκε ότι ποσοστό περίπου 72% των γυναικών που είχαν εκδηλώσει υπέρταση στην εγκυμοσύνη εμφάνισαν ξανά αυξημένα επίπεδα αρτηριακής πίεσης πριν την ηλικία των 60 ετών.
Αφού συνυπολόγισαν διάφορους άλλους παράγοντες κινδύνου, οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι γυναίκες που εμφάνισαν υπέρταση στην εγκυμοσύνη έχουν περίπου κατά 75% περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν υπέρταση και αργότερα στη ζωή τους.
Όσον αφορά τα αδέλφια των γυναικών αυτών, ακόμη κι αν δεν είχαν εκδηλώσει ποτέ τους υπέρταση, αντιμετώπιζαν ελαφρώς αυξημένο κίνδυνο υπέρτασης στο μέλλον. Για τους άντρες που είχαν αδελφή με υπέρταση στην εγκυμοσύνη, παρατηρήθηκε επίσης αυξημένος κίνδυνος καρδιαγγειακών επιπλοκών.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα ευρήματα αυτά υποδεικνύουν ότι παράγοντες που σχετίζονται με την οικογένεια καθοδηγούν το μελλοντικό κίνδυνο υπέρτασης σε γυναίκες που είχαν αυξημένα επίπεδα αρτηριακής πίεσης κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης τους.
Θα χρειαστούν βέβαια περαιτέρω μελέτες ώστε να διευκρινιστεί γιατί οι γυναίκες αυτές αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο, αναφέρει το σχετικό δημοσίευμα του πρακτορείου Reuters.
Πηγή: onmed.gr