Νέα μελέτη, που δημοσιεύεται στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Diabetologia, δείχνει πως τα παιδιά που προέρχονται από οικογένειες με ιστορικό καρδιαγγειακών νοσημάτων και σακχαρώδη διαβήτη, έχουν υψηλότερα επίπεδα χοληστερόλης, συγκριτικά με εκείνα που δεν έχουν οικογενειακό ιστορικό των παραπάνω ασθενειών.
Στη μελέτη συμμετείχαν συνολικά 1.511 παιδιά ηλικίας 12 ετών. Η κλινική αξιολόγηση περιλάμβανε μέτρηση δείκτη μάζας σώματος και περιφέρειας μέσης, καθώς και προσδιορισμό των επιπέδων χοληστερόλης, αρτηριακής πίεσης και γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης. Παράλληλα, από τους γονείς των παιδιών ζητήθηκε να συμπληρώσουν ερωτηματολόγια σχετικά με το οικογενειακό ιστορικό ασθενειών.
Τα αποτελέσματα της μελέτης, έδειξαν πως περίπου το 1/3 των παιδιών είχαν τουλάχιστον ένα γονέα με σακχαρώδη διαβήτη ή καρδιαγγειακό νόσημα, ή τουλάχιστον έναν παππού ή γιαγιά που εμφάνισε κάποια από τις παραπάνω ασθένειες σε μικρή ηλικία ή τουλάχιστον 3-4 παππούδες/γιαγιάδες που τις εμφάνισαν σε μεγαλύτερη ηλικία.
Επιπλέον, βρέθηκε πως αυτά τα παιδιά είχαν υψηλότερες τιμές ολικής χοληστερόλης και υψηλότερο λόγο ολικής προς HDL χοληστερόλης –που αποτελεί σημαντικό παράγοντα καρδιομεταβολικού κινδύνου-, συγκριτικά με τα παιδιά που δεν είχαν οικογενειακό ιστορικό διαβήτη και καρδιαγγειακών παθήσεων. Μάλιστα, τα παραπάνω ευρήματα φάνηκαν να είναι ανεξάρτητα από το δείκτη μάζας σώματος των παιδιών.
Όπως αναφέρουν οι ερευνητές, τα ευρήματα της παρούσας μελέτης έρχονται να προστεθούν στα υπάρχοντα δεδομένα που δείχνουν πως το οικογενειακό ιστορικό καρδιαγγειακών νοσημάτων και διαβήτη μπορεί να αποτελεί σημαντικό παράγοντα καρδιομεταβολικού κινδύνου στα παιδιά. Κλείνοντας, σχολιάζουν πως η συνειδητοποίηση από την πλευρά των γονέων, της σχέσης που συνδέει το οικογενειακό ιστορικό με τον κίνδυνο εμφάνισης χρόνιων νοσημάτων στα παιδιά, θα μπορούσε ενδεχομένως να κινητοποιήσει την οικογένεια, ώστε να εφαρμόσει κατάλληλες αλλαγές με στόχο την υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής.