Κυριακή , 29 Δεκέμβριος 2024

Άλλαξε ο τρόπος ζωής των Ελλήνων, αυξήθηκαν οι παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου

Έκπληξη και προβληματισμό προκαλούν τα ευρήματα που προέκυψαν από την 5ετή μελέτη PERSEAS (Prospective Evaluation of Vascular Risk Surrogates: the Elafonisos Area Study), την οποία σχεδίασαν και διενήργησαν επιστήμονες από την Εταιρεία Μελέτης Παραγόντων Κινδύνου για Αγγειακά Νοσήματα (ΕΜΠαΚΑΝ), στην Ελαφόνησο Λακωνίας. Αντικείμενο της μελέτης ήταν η διαχρονική καταγραφή των μεταβολών των παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου σε δείγμα κλειστού τύπου πληθυσμού, με στόχο την αναγωγή των αποτελεσμάτων στο σύνολο των Ελλήνων.

«Τα πράγματα έχουν αλλάξει και οι αγροτικοί πληθυσμοί φαίνεται ότι πλέον, έχουν υιοθετήσει πολλές πτυχές του λεγόμενου δυτικού τρόπου ζωής, όπως σωματική αδράνεια και απουσία άσκησης, αυξημένη κατανάλωση κόκκινου κρέατος και προϊόντων υψηλού γλυκαιμικού δείκτη. Αυτός ο τρόπος ζωής συνοδεύθηκε, επίσης, από αυξημένα ποσοστά υπερβαρότητας και παχυσαρκίας, καθώς και άλλων μεταβολικών νοσημάτων», ανέφεραν, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, οι επιστήμονες, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Αποτελέσματα έρευνας

Όπως διαπιστώθηκε, ένας στους δέκα (ποσοστό 13%) είχε Δείκτη Μάζας Σώματος πάνω από 40 και ένας στους δύο (ποσοστό 52,1%) είχε υπέρταση. Επιπλέον, το 25,1% είχε υψηλά επίπεδα χοληστερόλης και το 34,6% μικτή δυσλιπιδαιμία. Το 22,9% έκανε κάποιας μορφής φυσική δραστηριότητα τρεις φορές την εβδομάδα έως καθημερινά, ενώ το ποσοστό των καπνιστών ήταν 34,7%. Ο μεσημεριανός ύπνος, πάντως, ήταν καθημερινή συνήθεια για το 60,3% των συμμετεχόντων.

Όπως φάνηκε από την επεξεργασία των δεδομένων της πενταετίας, οι άνδρες και οι ηλικιωμένοι τα πήγαν καλύτερα από τις γυναίκες. Οι ηλικιωμένοι συμμετέχοντες (65 ετών και άνω) επέδειξαν υγιέστερο διατροφικό προφίλ και αυτή η στάση συνοδεύθηκε από χαμηλότερα επίπεδα λιπιδίων, αλλά αυξημένες γλυκαιμικές τιμές, σε σύγκριση με τους νεότερους συμμετέχοντες.

Όσον αφορά τις διατροφικές συνήθειες, ποσοστό 14,2% των συμμετεχόντων κατανάλωναν 2-3 φρούτα την ημέρα, ενώ το 6% κατανάλωνε 2-3 σαλάτες καθημερινά. Η κατανάλωση ψαριών 3-6 φορές την εβδομάδα αναφέρθηκε από το 40,3% των συμμετεχόντων και το ελαιόλαδο ήταν συνεχώς παρόν στο τραπέζι σχεδόν όλων των κατοίκων (96,1%). Μεταξύ των αλκοολούχων ποτών, το κρασί καταναλώθηκε πιο συχνά σε σύγκριση με άλλα. Το διατροφικό σκορ στις γυναίκες ήταν πιο δυσμενές σε σύγκριση με τους άνδρες και το σωματικό λίπος τους ήταν δέκα φορές πιο αυξημένο σε σύγκριση με εκείνο των ανδρών.

Ο δείκτης υγιεινών συνηθειών, ενσωματώνοντας διαφορετικά μέτρα υγιεινού τρόπου ζωής, ήταν βέλτιστος ή υπο-βέλτιστος (6 ή 5 βαθμοί αντίστοιχα) σε σχεδόν το 1/3 των συμμετεχόντων. Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία συμμετέχοντες φάνηκε να έχουν στατιστικά σημαντικά υψηλότερο διατροφικό σκορ, σε σύγκριση με τα νεότερα άτομα. Στο τέλος της μελέτης διαπιστώθηκε ήπια αύξηση της κατανάλωσης αλκοόλ, αύξηση της κατανάλωσης φρούτων και χυμών, λαχανικών, πατάτας, κόκκινου κρέατος και τυριού, καθώς και μείωση της κατανάλωσης γλυκών, σε σχέση με την έναρξη της μελέτης.

Η μελέτη -πέρα από την καταγραφή και την παρακολούθηση της διαχρονικής μεταβολής του συνόλου των παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου (υπέρταση, υπερλιπιδαιμία, διαβήτης, παχυσαρκία) σε συνάρτηση με τον τρόπο ζωής (κάπνισμα, άσκηση, διατροφή, συνήθειες ύπνου) του πληθυσμού της Ελαφονήσου- αποσκοπούσε στη βελτίωση της πρωτογενούς πρόληψης των καρδιαγγειακών νοσημάτων, μέσω της εκπαίδευσης του πληθυσμού σε θέματα υγείας. Γι’ αυτό και στο πλαίσιο της διεξαγωγής των μετρήσεων πραγματοποιήθηκαν επίσης ενημερωτικές ομιλίες και εκδηλώσεις, που απευθύνονταν τόσο σε ενήλικες, όσο και σε παιδιά, με σκοπό την ενημέρωση των κατοίκων του νησιού σε θέματα διατροφής και άσκησης, για την πρόληψη των καρδιαγγειακών νοσημάτων, τα οποία αποτελούν την πρώτη αιτία θανάτου στη χώρα μας. Συνδέονται άμεσα με τον ανθυγιεινό σύγχρονο τρόπο ζωής, την παχυσαρκία, τον σακχαρώδη διαβήτη, την αρτηριακή υπέρταση, τα αυξημένα επίπεδα λιπιδίων, το κάπνισμα, την έλλειψη σωματικής δραστηριότητας και το άγχος.


Πηγή