Η συνήθης σωματική δραστηριότητα μέτριας έντασης συνδέεται με βελτίωση της κατάθλιψης.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα αποτελέσματα ερευνητικής μελέτης που εκπονήθηκε από το Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού- ΤΕΦΑΑ του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, σε συνεργασία με το Κοινοτικό Κέντρο Ψυχικής Υγιεινής Βύρωνα- Καισαριανής της Α΄ Ψυχιατρικής Κλινικής του Αιγινητείου Νοσοκομείου Αθηνών του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ειδικότερα, διερευνήθηκε αν η αντικειμενικά καταγεγραμμένη συνήθης σωματική δραστηριότητα στην καθημερινή ζωή που καταγράφεται μέσω συσκευής, μπορεί να συνδεθεί με άμβλυνση της κατάθλιψης σε εξωτερικούς ενήλικες ασθενείς με μείζονα κατάθλιψη (18- 65 ετών). Όπως δηλώνει στο Αθηναϊκό- Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και ένας εκ της επιστημονικής ομάδας Ιωάννης Δ. Μωρρές, δεκαεννέα ασθενείς με μέτριας σοβαρότητας κλινική κατάθλιψη φόρεσαν εθελοντικά τριαξονικές επιταχυνσιομετρικές συσκευές για επτά συνεχόμενες ημέρες (εκτός ωρών ύπνου/υγιεινής) προκειμένου να καταγραφεί αντικειμενικά η συνήθης σωματική τους δραστηριότητα κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Τι έδειξε η έρευνα για τη σχέση της σωματικής δραστηριότητας και της κατάθλιψης
Τα αποτελέσματα
δημοσιεύτηκαν σε έγκυρο Ψυχιατρικό
Περιοδικό υψηλής επιστημονικής βαρύτητας
(Psychiatry Research) και έδειξαν ότι οι ασθενείς
κατέγραψαν 30 λεπτά ανά ημέρα μέτριας
έντασης σωματική δραστηριότητα στην
καθημερινή ζωή (στη μέτρια ένταση έχουμε
αυξημένο καρδιαναπνευστικό ρυθμό αλλά
δεν «κόβεται η ανάσα» μας και έτσι έχουμε
τη δυνατότητα να μιλάμε). Αυτή η μέτριας
έντασης σωματική δραστηριότητα, σύμφωνα
με την επιστημονική ομάδα, συνδέθηκε
με χαμηλότερα επίπεδα κατάθλιψης.
Συμπερασματικά, 30 λεπτά την ημέρα μέτριας έντασης σωματική δραστηριότητα στην καθημερινότητα επιφέρουν άμβλυνση των καταθλιπτικών συμπτωμάτων σε ενήλικες εξωτερικούς ασθενείς με μείζονα κατάθλιψη μέτριας σοβαρότητας. Δεδομένου του υψηλού ρυθμού αύξησης των καταθλιπτικών συμπτωμάτων και διαταραχών στην Ελλάδα, οι φορείς διακυβέρνησης πρέπει να θέσουν σε προτεραιότητα, τονίζεται στα συμπεράσματα της ερευνητικής μελέτης, την ανάπτυξη στρατηγικών προαγωγής της ημερήσιας μέτριας έντασης σωματικής δραστηριότητας στην καθημερινή ζωή για καλύτερη ψυχική υγεία στον ενήλικο πληθυσμό για τον επιπλέον λόγο ότι σωματική υγεία δεν υφίσταται χωρίς ψυχική υγεία.
Συνταγογράφηση της άσκησης
Σύμφωνα με τον κ. Μωρρέ, ολοένα και περισσότερα Εθνικά Συστήματα Υγείας συνταγογραφούν προγράμματα οργανωμένης άσκησης σε ασθενείς με κατάθλιψη όχι μόνο ενδονοσοκομειακά, αλλά και στην κοινότητα. Συχνά όμως οι εξωτερικοί ασθενείς με κατάθλιψη εγκαταλείπουν πρώιμα τα συνταγογραφημένα προγράμματα άσκησης στην κοινότητα γιατί βρίσκουν την άσκηση φορτική καθώς πρέπει να εκτελείται σε συγκεκριμένους χώρους (πχ, γυμναστήρια) και να είναι προγραμματισμένη, επαναλαμβανόμενη, εποπτευόμενη και εστιασμένη στη βελτίωση της φυσικής κατάστασης (πχ, βελτίωση αντοχής, δύναμης, κτλ).
Ωστόσο, εξηγεί ο ίδιος, οι οδηγίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ, 2020) αναφέρουν ότι, πέραν της άσκησης που αποτελεί μία οργανωμένη μορφή σωματικής δραστηριότητας, πολλά είδη μη οργανωμένης μορφής σωματικής δραστηριότητας μπορούν επίσης να αμβλύνουν την κατάθλιψη όπως το περπάτημα, τα διάφορα αθλήματα και σπορ ψυχαγωγίας, ή τα κινητικά παιχνίδια που πραγματοποιούνται στην καθημερινότητα (εργασία, σπίτι, αναψυχή, κτλ) επί τουλάχιστον 30 λεπτά ανά ημέρα για τουλάχιστον πέντε φορές την εβδομάδα σε μέτρια ένταση. Αυτές οι οδηγίες του ΠΟΥ προέρχονται συνήθως από καταγεγραμμένες μετρήσεις σωματικής δραστηριότητας με βάση την υποκειμενική αντίληψη των ασθενών με κατάθλιψη. Οι ασθενείς όμως με κατάθλιψη παρουσιάζουν αδύναμη μνήμη και συγκέντρωση και δυσκολεύονται να διευκρινίσουν αξιόπιστα τον βαθμό της συνήθους σωματικής τους δραστηριότητας στην καθημερινότητα. Για να παραχθούν σχετικές διευκρινίσεις, εκπονήθηκε η παραπάνω ερευνητική μελέτη, καταλήγει ο κ. Μωρρές.
Η ερευνητική
ομάδα του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
συγκροτήθηκε από τον επίκουρο καθηγητή
Ιωάννη Δ. Μωρρέ, τον καθηγητή Αντώνη
Χατζηγεωργιάδη, τον επίκουρο καθηγητή
Χαράλαμπο Κρομμύδα, τον αναπληρωτή
καθηγητή Νικόλαο Κομούτο, τον κοσμήτορα
καθηγητή Αθανάσιο Παπαϊωάννου και τον
αντιπρύτανη καθηγητή Ιωάννη Θεοδωράκη.
Η ερευνητική ομάδα του Κοινοτικού
Κέντρου Ψυχικής Υγιεινής Βύρωνα-Καισαριανής
της Α΄ Ψυχιατρικής Κλινικής του
Αιγινητείου Νοσοκομείου Αθηνών του
Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου
Αθηνών συγκροτήθηκε από τον ομότιμο
καθηγητή ψυχιατρικής Δημήτριο Πλουμπίδη,
την καθηγήτρια ψυχιατρικής Μαρίνα
Οικονόμου, και την ψυχίατρο-ψυχοθεραπεύτρια
Ειρήνη Σιδέρη (MSc).
Οι επισκέπτες υγείας Μαρία Σταμούλη, Αλέξανδρος Μαριδάκης, Κατερίνα Πικούλη και ο ψυχολόγος Μανώλης Λουκαδάκης, όλοι εργαζόμενοι στο Κοινοτικό Κέντρο Ψυχικής Υγιεινής Βύρωνα-Καισαριανής της Α΄Ψυχιατρικής Κλινικής του Αιγινητείου Νοσοκομείου του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, συνέβαλαν τα μέγιστα στη διαχείριση παραπομπής των ασθενών που συμμετείχαν εθελοντικά στην μελέτη.
Πηγή