Οι γυναίκες που έχουν περάσει το στάδιο της εμμηνόπαυσης μπορεί να παρουσιάζουν αύξηση σε έναν εγκεφαλικό βιοδείκτη που ονομάζεται υπερένταση λευκής ουσίας από τις προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες ή τους άνδρες ίδιας ηλικίας.
Οι υπερεντάσεις λευκής ουσίας είναι μικροσκοπικές βλάβες ορατές στις τομογραφίες εγκεφάλου που γίνονται πιο συχνές λόγω ηλικίας ή λόγω της αρρύθμιστης υπέρτασης.
Αυτοί οι εγκεφαλικοί βιοδείκτες έχουν συνδεθεί σε ορισμένες μελέτες με αυξημένο κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου, νόσου Αλτσχάιμερ και γνωστικής έκπτωσης.
Οι υπερεντάσεις της λευκής ουσίας αυξάνονται καθώς ο εγκέφαλος γερνάει και παρότι η ύπαρξη τους δεν σημαίνει ότι ένα άτομο θα αναπτύξει οπωσδήποτε άνοια ή θα πάθει εγκεφαλικό, σε μεγαλύτερο βαθμό μπορούν να αυξήσουν τον κίνδυνο.
Νέα μελέτη εξέτασε τον ρόλο που μπορεί να έχει η εμμηνόπαυση στις ποσότητες αυτών των βιοδεικτών του εγκεφάλου. Τα ευρήματα δείχνουν ότι η υπερένταση της λευκής ουσίας εξελίσσεται διαφορετικά στους άνδρες και τις γυναίκες, στις οποίες παίζουν καθοριστικό ρόλο η εμμηνόπαυση ή παράγοντες που καθορίζουν πότε ξεκινά η εμμηνόπαυση, όπως οι διακυμάνσεις στη διαδικασία γήρανσης.
Στη μελέτη συμμετείχαν 3.410 άτομα με μέση ηλικία τα 54 έτη. Το 58% ήταν γυναίκες και από αυτές το 59% ήταν μετεμμηνοπαυσιακές. Επίσης, το 35% όλων των συμμετεχόντων είχαν υψηλή αρτηριακή πίεση και από αυτούς, οι μισοί είχαν αρρύθμιστη υψηλή αρτηριακή πίεση.
Όλοι οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου. Οι ερευνητές εξέτασαν τις τομογραφίες και υπολόγισαν την ποσότητα υπερέντασης της λευκής ουσίας για κάθε συμμετέχοντα. Ο μέσος συνολικός όγκος για αυτούς τους βιοδείκτες του εγκεφάλου ήταν 0,5 χιλιοστόλιτρα (ml). Ο μέσος συνολικός όγκος εγκεφάλου ήταν 1.180 ml για τους άνδρες και 1.053 ml για τις γυναίκες. Ο μέσος συνολικός όγκος λευκής ουσίας, η περιοχή του εγκεφάλου όπου μπορεί να εντοπιστούν υπερεντάσεις λευκής ουσίας, ήταν 490 ml για τους άνδρες και 430 ml για τις γυναίκες.
Αφού έλαβαν υπόψη την ηλικία και τους παράγοντες αγγειακού κινδύνου, όπως η υψηλή αρτηριακή πίεση και ο διαβήτης, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες είχαν περισσότερους από αυτούς τους βιοδείκτες του εγκεφάλου σε σύγκριση με τους άνδρες ίδιας ηλικίας.
Στους άνω των 45 ετών, οι μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες είχαν μέσο όγκο ολικής υπερέντασης λευκής ουσίας 0,94 ml σε σύγκριση με 0,72 ml για τους άνδρες. Οι ερευνητές διαπίστωσαν επίσης ότι η αύξηση των εγκεφαλικών βιοδεικτών επιταχύνθηκε με την ηλικία και με ταχύτερο ρυθμό στις γυναίκες από ότι στους άνδρες.
Οι προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες και οι άνδρες ίδιας ηλικίας δεν είχαν διαφορά στη μέση ποσότητα υπερέντασης της λευκής ουσίας.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν επίσης ότι οι μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες είχαν περισσότερες υπερεντάσεις λευκής ουσίας από τις προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες παρόμοιας ηλικίας. Σε μια ομάδα συμμετεχόντων ηλικίας 45 έως 59 ετών, οι μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες είχαν μέσο συνολικό όγκο υπερεντάσεων λευκής ουσίας 0,51 ml σε σύγκριση με 0,33 ml για τις προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.
Δεν υπήρχε διαφορά μεταξύ μετεμμηνοπαυσιακών και προεμμηνοπαυσιακών γυναικών που έκαναν ορμονοθεραπεία. Οι ερευνητές τόνισαν ότι αυτό το εύρημα υποδηλώνει ότι η ορμονοθεραπεία μετά την εμμηνόπαυση μπορεί να μην έχει προστατευτική επίδραση στον εγκέφαλο.
Ανεξάρτητα από τον παράγοντα της εμμηνόπαυσης, οι γυναίκες με αρρύθμιστη υπέρταση είχαν υψηλότερες ποσότητες αυτού του βιοδείκτη του εγκεφάλου σε σύγκριση με τους άνδρες.
«Είναι γνωστό ότι η υψηλή αρτηριακή πίεση, η οποία επηρεάζει τα μικρά αιμοφόρα αγγεία του εγκεφάλου, μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της υπερέντασης της λευκής ουσίας», τονίζουν οι ερευνητές. «Τα αποτελέσματα της μελέτης μας δείχνουν ότι χρειάζεται περισσότερη έρευνα για να διερευνηθεί πώς η εμμηνόπαυση μπορεί να σχετίζεται με την αγγειακή υγεία του εγκεφάλου, ενώ καταδεικνύουν επίσης την ανάγκη να ληφθούν υπόψη οι διαφορετικές πορείες υγείας για άνδρες και γυναίκες, καθώς και ο παράγοντας της εμμηνόπαυσης. Η έρευνά μας υπογραμμίζει τη σημασία της εξειδικευμένης για το φύλο ιατρικής και της πιο προσεκτικής θεραπείας για τις γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας, ειδικά εκείνες με παράγοντες αγγειακού κινδύνου».
Η μελέτη χρηματοδοτήθηκε από το Γερμανικό Κέντρο Νευροεκφυλιστικών Νοσημάτων (DZNE) και τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στη διαδικτυακή έκδοση του επιστημονικού περιοδικού Neurology, της Αμερικανικής Ακαδημίας Νευρολογίας.
Πηγή