Κυριακή , 22 Δεκέμβριος 2024

Εμμηνόπαυση: Πώς αντιμετωπίζουμε τα συμπτώματα;

Εμμηνόπαυση ορίζεται ως η χρονική περίοδος κατά την οποία η γυναίκα παύει να έχει έμμηνο ρύση για τουλάχιστον 12 συνεχόμενους μήνες και σηματοδοτεί τη μετάβαση από την αναπαραγωγική περίοδο σε αυτήν όπου αδρανεί το γυναικείο αναπαραγωγικό σύστημα.

Στο διάστημα αυτό αρχίζει να περιορίζεται η παραγωγή των οιστρογόνων και της προγεστερόνης, ενώ επέρχεται και διακοπή της ωοθηλακιορρηξίας.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Ποια είναι τα συμπτώματα;

Οι ορμονικές μεταβολές και τα κλινικά συμπτώματα συνήθως ξεκινούν κάποιο διάστημα πριν, περίπου 3 με 5 χρόνια, ως περιεμμηνόπαυση ή κλιμακτήριος. Αυτό είναι το πρώτο στάδιο, όπου τα επίπεδα οιστρογόνων και προγεστερόνης μειώνονται σταδιακά και επέρχονται μεταβολές στη ροή του αίματος, καθώς και αραίωση της ωορρηξίας.

Ακολουθεί το επόμενο στάδιο της εμμηνόπαυσης, όπου η διακοπή της περιόδου έχει επέλθει σε διάστημα μεγαλύτερο του ενός έτους και οι ωοθήκες δεν παράγουν πλέον ωάρια.

Τέλος, η εγκατεστημένη εμμηνόπαυση αντιστοιχεί στην περίοδο πλέον των δώδεκα μηνών έλλειψης περιόδου, κατά την οποία συνήθως τα εντονότερα συμπτώματα υποχωρούν.

Πότε ξεκινάει η εμμηνόπαυση;

Οι γυναίκες εισέρχονται στην εμμηνόπαυση περί τα 50 έτη και η ηλικία εισόδου στην περιεμμηνοπαυσιακή και εμμηνοπαυσιακή περίοδο έχει κληρονομική προδιάθεση από την πλευρά της γυναίκας. Ωστόσο, η έλευση της κλιμακτηρίου μπορεί να επέλθει και πρώιμα, ως πρώιμη εμμηνόπαυση, ακόμα και σε ηλικία κάτω των 40 ετών.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Βεβαίως, εμμηνόπαυση μπορεί να προκληθεί και άμεσα, έπειτα από υστερεκτομή και ωοθηκεκτομή, εάν αυτή δεν συνοδεύεται από φαρμακευτική ορμονική υποκατάσταση, ή και σε γυναίκες με ιστορικό λήψης χημειοθεραπευτικών σκευασμάτων, που μπορεί να επηρεάσουν τα ωοθηκικά αποθέματα.

Οι νέες μεταβολές που σημειώνονται στα επίπεδα των ορμονών συνοδεύονται από μια ποικιλία κλινικής συμπτωματολογίας που διαφοροποιείται σε ένταση και χαρακτήρα μεταξύ των γυναικών.

Μόλις 20% των γυναικών είναι πλήρως ασυμπτωματικές, ενώ 60% αυτών έχουν ήπια συμπτωματολογία και το υπόλοιπο 20% αντιμετωπίζει πολύ έντονα συμπτώματα. Συχνότερα, έχουμε την ανάπτυξη αγγειοκινητικών συμπτωμάτων, όπως εξάψεις, εφιδρώσεις, αίσθημα παλμών και κεφαλαλγίες, συμπτωμάτων της ψυχικής σφαίρας με διαταραχές ύπνου, αισθήματος κόπωσης, διαταραχές μνήμης, ψυχοσυναισθηματικής αστάθειας, και επιβράδυνση του μεταβολισμού.

Επίσης, παρατηρείται μείωση της σεξουαλικής επιθυμίας, ξηρότητα στον κόλπο, η οποία μπορεί να προκαλέσει δυσπαρευνία και συχνές υποτροπιάζουσες λοιμώξεις του ουρογεννητικού συστήματος (κυστίτιδες, κολπίτιδες).

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Παράλληλα, λόγω της έλλειψης οιστρογόνων, πολύ συχνά έχουμε εμφάνιση οστεοπόρωσης, καθώς και προβλημάτων από το καρδιαγγειακό σύστημα.

Πώς γίνεται η διάγνωση της εμμηνόπαυσης;

Η κλινική εικόνα, η γυναικολογική εξέταση (υπερηχογράφημα, επίχρισμα κολπικού επιθηλίου) και η εργαστηριακή τεκμηρίωση με τη μέτρηση ορμονών (FSH, E2, AMH) θα επιβεβαιώσουν τη μετάβαση σε αυτή την περίοδο της ζωής μιας γυναίκας.

Προς αντιμετώπιση των παραπάνω συμπτωμάτων, τα θεραπευτικά σχήματα της εμμηνόπαυσης κινούνται σε δύο άξονες:

  1. Θεραπεία
    ορμονικής υποκατάστασης με οιστρογόνα
    ή υποκατάστατα οιστρογόνων
     για
    την ανακούφιση των υποκείμενων
    συμπτωμάτων της εμμηνόπαυσης ή διατήρηση
    της περιόδου σε πρώιμη εμμηνόπαυση.
    Λόγω των σημαντικών ανεπιθύμητων
    ενεργειών και κινδύνων που συνεπάγεται
    η μακροχρόνια λήψη ορμονικών σκευασμάτων,
    θα πρέπει να λαμβάνονται για μικρό
    χρονικό διάστημα και στη μικρότερη
    δυνατή δοσολογία, υπό αυστηρή ιατρική
    παρακολούθηση. Ιδιαίτερη προσοχή
    δίνεται, καθώς παρατηρείται αύξηση
    τόσο στην εμφάνιση νεοπλασίας του
    μαστού, όσο και καρδιακών επεισοδίων
    ή θρομβώσεων.
  2. Θεραπεία
    οστεοπόρωσης
     που
    στοχεύει
    στην αύξηση της οστικής μάζας και στην
    αναστολή της περαιτέρω οστικής απώλειας.
    Απαραίτητη
    κρίνεται βέβαια και η συμβουλή του
    θεράποντος ιατρού σε συνδυασμό με τον
    έλεγχο μέσω της μέτρησης της οστικής
    πυκνότητας των οστών και των αιματολογικών
    παραμέτρων (ασβέστιο, παραθορμόνη,
    βιταμίνη D).
    Μια
    καλά ισορροπημένη διατροφή με τροφές
    πλούσιες σε ασβέστιο, καθώς και
    συμπληρώματα ασβεστίου και βιταμίνης
    D,
    μπορεί να μην είναι αρκετή για την
    προστασία των οστών και για την πρόληψη
    της οστεοπόρωσης σε όλες τις γυναίκες.
    Τα
    συγκεκριμένα θεραπευτικά σχήματα που
    χορηγούνται μειώνουν σημαντικά την
    πιθανότητα οστεοπορωτικών καταγμάτων.

Λόγω της αύξησης του προσδόκιμου επιβίωσης, όλο και περισσότερες γυναίκες διανύουν μεγάλο μέρος της ζωής τους ούσες σε εμμηνόπαυση.

Με την κατάλληλη καθοδήγηση μέσω των επαγγελματιών υγείας αλλά και της ψυχολογικής υποστήριξης, η περίοδος αυτή μπορεί να παραμείνει δημιουργική, γεμάτη υγεία και συναισθηματική πληρότητα.

Γράφει ο
Αρματάς Ηλίας
Μαιευτήρας – Γυναικολόγος
Συνεργάτης ΜΗΤΕΡΑ


Πηγή