Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ, στην Αυστραλία, ανακάλυψαν πώς η Covid-19 αυξάνει τον κίνδυνο λιπώδους ηπατικής νόσου και πώς η τελευταία αυξάνει τη σοβαρότητα της ιογενούς λοίμωξης, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη πιθανών θεραπειών για αυτούς τους ασθενείς.
Η λιπώδης νόσος του ήπατος που σχετίζεται με τη μεταβολική δυσλειτουργία επηρεάζει έναν στους τέσσερις ενήλικες και σχεδόν ένα στα 10 παιδιά παγκοσμίως. Πρόκειται για την πιο συχνή ηπατική νόσο σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η ηπατική νόσος είναι ένας σιωπηλός δολοφόνος. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν γνωρίζουν ότι έχουν πρόβλημα στο ήπαρ μέχρι να φτάσει σε προχωρημένο στάδιο και να εμφανίσουν ουλές στο ήπαρ, κίρρωση του ήπατος και, σε σοβαρές περιπτώσεις, ηπατική ανεπάρκεια και θανατηφόρο καρκίνο.
Οι επιπλοκές του, ωστόσο, δεν περιορίζονται στην ηπατική νόσο. Υπάρχει ισχυρή σύνδεση με πολλές άλλες καρδιομεταβολικές παθήσεις, όπως είναι ο διαβήτης τύπου 2 και οι καρδιαγγειακές παθήσεις.
Αντιδρώντας στην Covid-19, ο ξενιστής (άνθρωποι) εμφανίζει μια ανοσολογική απόκριση της οποίας η ευαίσθητη ισορροπία καθορίζει την πορεία της ασθένειας.
Η βαριά Covid σχετίζεται με επιδεινούμενες ανοσολογικές και υπερφλεγμονώδεις αποκρίσεις και τα φλεγμονώδη μακροφάγα μπορούν να προκαλέσουν καταιγίδα κυτοκινών που οδηγεί σε βλάβη των ιστών.
Η Δρ. Jawaher Alharthi, πρώτη συγγραφέας της μελέτης, είπε: «Η σχέση μεταξύ της νόσου του λιπώδους ήπατος και της Covid-19 αποτελεί σε κάποιο βαθμό μυστήριο, καθώς δεν γνωρίζουμε πώς και γιατί οι δύο ασθένειες αυξάνουν τον κίνδυνο η μία για την άλλη. Οι ερευνητές της ομάδας μας με επικεφαλής τον καθηγητή Mohammed Eslam διεξήγαγαν μια μεγάλη και λεπτομερή γενετική και μοριακή μελέτη και αναγνώρισαν το γονίδιο που ονομάζεται MBOAT7 και σχετίζεται με τη σοβαρότητα τόσο της μεταβολικής δυσλειτουργίας λόγω λίπους στο συκώτι όσο και της Covid-19».
«Αυτό το γονίδιο παίζει σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση των ανοσολογικών και φλεγμονωδών αποκρίσεων στην Covid-19. Μια διαταραχή στη δραστηριότητα του γονιδίου MBOAT7 θα μπορούσε να αυξήσει τις πιθανότητες αύξησης της παραγωγής κυτοκινών και της βλάβης των ιστών και της ηπατικής νόσου», είπε η Δρ. Alharthi.
Το επιγονιδίωμα είναι ένα σύνολο δεικτών που καθορίζουν όχι μόνο την έκφραση των γονιδίων, αλλά και τα ίδια τα γονίδια και επηρεάζεται από το περιβάλλον, τη διατροφή και τις ορμόνες.
«Είναι ενδιαφέρον ότι εντοπίσαμε επίσης ότι η αποδιοργάνωση του MBOAT7 μπορεί να προγραμματίσει από πριν το κυτταρικό επιγονιδίωμα και να το ωθήσει να υπεραντιδρά ακόμη και σε αδύναμη διέγερση στην Covid-19, αυξάνοντας τελικά τη βλάβη των ιστών».
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση Nature Communications.
Πηγή