Η ενδομητρίωση είναι μια κοινή γυναικολογική πάθηση κατά την οποία ιστός που καλύπτει το εσωτερικό της μήτρας, αναπτύσσεται έξω από αυτήν, προκαλώντας πόνο, φλεγμονή και προβλήματα γονιμότητας.
Η πάθηση επηρεάζει περίπου 1 στις 10 γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας.
Σύμφωνα με νέα μελέτη, οι γυναίκες με ενδομητρίωση αντιμετωπίζουν τετραπλάσιο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου των ωοθηκών, συγκριτικά με τις γυναίκες που δεν έχουν διαγνωστεί με την πάθηση.
Οι επιστήμονες γνώριζαν ότι η ενδομητρίωση μπορεί να αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου των ωοθηκών, αλλά η μελέτη περιγράφει πώς ο κίνδυνος αυτός μπορεί να διαφέρει ανάλογα με τους υποτύπους της ενδομητρίωσης.
Ειδικότερα, οι γυναίκες με σοβαρές μορφές ενδομητρίωσης -είτε βαθιά διηθητική ενδομητρίωση είτε ωοθηκικά ενδομητριώματα είτε και τα δύο- έχουν 9,7 φορές υψηλότερο κίνδυνο καρκίνου των ωοθηκών, σε σχέση με τις γυναίκες χωρίς ενδομητρίωση.
Η βαθιά διηθητική ενδομητρίωση αναπτύσσεται βαθιά στον ιστό ή το όργανο, ενώ τα ωοθηκικά ενδομητριώματα είναι κυστικές μάζες που σχηματίζονται στην ωοθήκη.
Τόσο οι γυναίκες με βαθιά διηθητική ενδομητρίωση, όσο και εκείνες με ωοθηκικά ενδομητριώματα, αλλά και όσες έχουν και τα δύο, αντιμετωπίζουν σχεδόν 19 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο καρκίνου των ωοθηκών τύπου Ι, ο οποίος τείνει να αναπτύσσεται πιο αργά, σε σύγκριση με τις γυναίκες χωρίς ενδομητρίωση.
Οι ειδικοί τονίζουν πάντως, ότι οι γυναίκες με ενδομητρίωση δεν πρέπει να πανικοβάλλονται από τα ευρήματα της νέας μελέτης, επειδή ο καρκίνος των ωοθηκών παραμένει σπάνια μορφή καρκίνου.
«Πρέπει να σημειωθεί ότι, λόγω της σπανιότητας του καρκίνου των ωοθηκών, η συσχέτιση με την ενδομητρίωση αύξησε τον αριθμό των περιπτώσεων καρκίνου μόνο κατά 10 έως 20 ανά 10.000 γυναίκες», δήλωσε η Karen Schliep, επικεφαλής συγγραφέας της νέας μελέτης και αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Τμήμα Δημόσιας Υγείας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Γιούτα.
«Ο καλύτερος τρόπος πρόληψης του καρκίνου των ωοθηκών εξακολουθεί να είναι η άσκηση, η αποχή από το κάπνισμα και η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ», πρόσθεσε.
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση JAMA.
Πηγή