Τα αρσενικά βρέφη που γεννήθηκαν από μητέρες με λοίμωξη από κορωνοϊό κατά την εγκυμοσύνη, ήταν πιο πιθανό να εμφανίσουν νευροαναπτυξιακές διαταραχές τους πρώτους δώδεκα μήνες μετά τον τοκετό.
Αυτό είναι το αποτέλεσμα έρευνας που πραγματοποίησε το Γενικό Νοσοκομείο της Μασαχουσέτης των ΗΠΑ, η οποία δημοσιεύεται στο περιοδικό JAMA Network Open και την οποία αναμεταδίδει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Προηγούμενες μελέτες έχουν βρει συσχετίσεις μεταξύ άλλων λοιμώξεων κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και αυξημένου κινδύνου νευροαναπτυξιακών διαταραχών στα παιδιά, όπως η διαταραχή του φάσματος του αυτισμού, αλλά δεν ήταν σαφές εάν μια τέτοια σύνδεση ισχύει με τη μόλυνση με κορονοϊό.
Οι επιστήμονες εξέτασαν ηλεκτρονικά αρχεία υγείας για 18.355 γεννήσεις κατά τη διάρκεια της πανδημίας Covid-19, μεταξύ των οποίων 883 από γυναίκες θετικές στον κορωνοϊό κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Από τα παιδιά αυτά το 3% έλαβε νευροαναπτυξιακή διάγνωση κατά τους πρώτους μήνες της ζωής του, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό παιδιών που γεννήθηκαν από μητέρες που δεν εκτέθηκαν στον ιό ήταν 1,8%.
Κορωνοϊός: Εάν η μητέρα νοσούσε, δεν επηρεάστηκαν τα κορίτσια
Αφού ελήφθησαν υπόψη η φυλή, η εθνικότητα, ο τύπος νοσοκομείου, η κατάσταση ασφάλισης, η ηλικία της μητέρας και η προωρότητα, η θετικότητα της μητέρας στον κορωνοϊό συσχετίστηκε με σχεδόν δύο φορές υψηλότερες πιθανότητες νευροαναπτυξιακής διάγνωσης στα αγόρια κατά τους πρώτους 12 μήνες της ζωής τους. Τέτοια σύνδεση υψηλότερου κινδύνου δεν υπήρξε για τα κορίτσια, ωστόσο.
Στους 18 μήνες ζωής, οι επιδράσεις ήταν πιο μέτριες στα αγόρια, με τη θετικότητα της μητέρας να συνδέεται με 42% υψηλότερες πιθανότητες νευροαναπτυξιακής διάγνωσης. Πολύ λίγες από τις μητέρες είχαν εμβολιαστεί για να καθοριστεί εάν ο εμβολιασμός άλλαξε τον κίνδυνο.
Η συνεπικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, Άντρεα Έντλοου, αναπληρώτρια καθηγήτρια Μαιευτικής, Γυναικολογίας και Αναπαραγωγικής Βιολογίας και ειδική Εμβρυομητρικής Ιατρικής στο συγκεκριμένο νοσοκομείο, χαρακτηρίζει τον κίνδυνο νευροαναπτυξιακών διαταραχών «δυσανάλογα υψηλό στα αρσενικά βρέφη και συμβατό με τη γνωστή αυξημένη ευαλωτότητα των αγοριών έναντι των προγεννητικών ανεπιθύμητων εκθέσεων».
Ωστόσο, ο συνεπικεφαλής συγγραφέας, Ρόι Πέρλις, διευθυντής του Κέντρου Ποσοτικής Υγείας του νοσοκομείου, σημειώνει ότι χρειάζονται ευρύτερες μελέτες και μεγαλύτερη σε διάρκεια παρακολούθηση για να εκτιμηθεί αξιόπιστα ή να αντικρουστεί ο κίνδυνος που παρατηρείται.
Πηγή