Ο αυτισμός είναι μια ισόβια και πολύπλοκη εκ γενετής νευροαναπτυξιακή διαταραχή που, συνήθως, εκδηλώνεται στη φάση της ανάπτυξης.
Δεν είναι λίγοι αυτοί που δεν γνωρίζουν την ετυμολογία της λέξης αυτισμός. Ο όρος προέρχεται από τη λέξη εαυτός -και όχι από το… αυτί, όπως λαθεμένα κάποιοι θεωρούν- και υποδηλώνει την απομόνωση ενός ατόμου στον εαυτό του. Η λέξη «αυτισμός» χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1911 από τον ψυχίατρο Eugen Bleuler.
Τα βασικά χαρακτηριστικά του αυτισμού είναι η ελλιπής κοινωνική αλληλεπίδραση και επικοινωνία, η εκδήλωση επαναληπτικών συμπεριφορών, οι γλωσσικές διαταραχές -ή και πλήρης απουσία λόγου και η σημαντικού ή όχι βαθμού νοητική υστέρηση.
Αυτισμός: Τα κριτήρια
Όπως αναφέρει σε άρθρο της για τον αυτισμό η Δέσποινα Μπαστάκη, Παιδίατρος – Αναπτυξιολόγος και επισημονική συνεργάτιδα του ΜΗΤΕΡΑ, στα χρόνια που μεσολάβησαν μέχρι τον 21ο αιώνα, αρκετά πράγματα έχουν τροποποιηθεί, στα διαγνωστικά κριτήρια, στα ανιχνευτικά εργαλεία, στην πρώιμη παρέμβαση και υποστήριξη των ατόμων αυτών, με στόχο την κατάκτηση του βέλτιστου λειτουργικού αποτελέσματος.
«Η διαγνωστική τριάδα των διαταραχών αυτιστικού φάσματος, με τον τρόπο που το αναγνωρίζουμε σήμερα, περιγράφηκε για πρώτη φορά το 1979, από την Lorna Wing στη Μεγάλη Βρετανία. Οι διαταραχές αυτές αφορούν στην κοινωνική αλληλεπίδραση, την κοινωνική επικοινωνία και την στερεότυπη συμπεριφορά. Και αν αναρωτιέστε τι ποσοστό του πληθυσμού αφορά, υπολογίζεται ότι 1 στα 68 άτομα (1,47% του γενικού πληθυσμού) θα εμφανίσουν τη νευροαναπτυξιακή διαταραχή» αναφέρει η Δρ Μπαστάκη.
Οι διαταραχές αυτιστικού φάσματος, σύμφωνα με το διαγνωστικό σύστημα κατάταξης ψυχιατρικών και νευροαναπτυξιακών νοσημάτων DSM-5, χαρακτηρίζονται από:
Δυσκολίες στην κοινωνική αλληλεπίδραση και στην επικοινωνία (προβλήματα στην κοινωνική επικοινωνία), αλλά και από επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές και μονότονα ενδιαφέροντα ή δραστηριότητες.
Συνήθως, οι δυσκολίες αυτές εμφανίζονται στην πρώτη παιδική ηλικία, έως τα 3 έτη, αλλά τα λειτουργικά προβλήματα, που προκύπτουν από τις διαταραχές αυτές, μπορεί να εντοπιστούν αργότερα. Όπως εξηγεί η Δέσποινα Μπαστάκη, αρκετά άτομα με αναπτυξιακή διαταραχή εμφανίζουν «συμπτώματα» και από μικρότερες ακόμη ηλικίες, ανάλογα με τη βαρύτητα της εικόνας, ακόμη και από τη γέννηση. Για αυτό το λόγο οι νευροαναπτυξιακές διαταραχές αυτές ονομάζονται Διαταραχές Αυτιστικού Φάσματος, γιατί καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα λειτουργικών και επικοινωνιακών δυσκολιών, διαφορετικών για κάθε παιδί.
Πώς γίνεται η διάγνωση των διαταραχών αυτιστικού φάσματος
Σε ό,τι αφορά τη διάγνωση των διαταραχών αυτιστικού φάσματος, η Δρ Μπαστάκη επισημαίνει τα εξής:
Η διάγνωση των Διαταραχών Αυτιστικού Φάσματος πρέπει να γίνεται από εξειδικευμένους επαγγελματίες υγείας (Αναπτυξιολόγοι, Παιδοψυχίατροι) ή ιδανικά από διεπιστημονική ομάδα πολλών και διαφορετικών ειδικοτήτων.
Δυστυχώς μέχρι στιγμής, δεν υπάρχουν ειδικά αιματολογικά τεστ, που να οδηγήσουν στη διάγνωση του αυτισμού, αν και για κάποιους μικρούς ασθενείς, μπορεί να είναι χρήσιμος ένας μοριακός έλεγχος, λόγω πιθανών συνυπαρχουσών γενετικών προβλημάτων.
Αντίθετα τα κριτήρια διάγνωσης βασίζονται στην κλινική παρατήρηση της συμπεριφοράς του παιδιού, στην ψυχοκοινωνική του ανάπτυξη (αναπτυξιακά ορόσημα), στις πληροφορίες που παραθέτουν οι γονείς, αλλά και σε ειδικά ανιχνευτικά εργαλεία.
Υπάρχει θεραπεία για τον αυτισμό;
Η μοναδική διαθέσιμη έως στιγμής θεραπεία, σύμφωνα με την επιστημονική συνεργάτιδα του ΜΗΤΕΡΑ, «είναι η πρώιμη διάγνωση και η πρώιμη παρέμβαση με ειδικά προγράμματα λογοθεραπείας, εργοθεραπείας, αισθητηριακής ολοκλήρωσης και ψυχοκοινωνικής εκπαίδευσης».
Επικουρικά στο πρόγραμμα πρώιμης παρέμβασης μπορούν να δράσουν επικουρικές μορφές θεραπείας, όπως είναι το θεατρικό παιχνίδι, η μουσικοκινητική, η θεραπευτική ιππασία κ.ά.
Πολύ χρήσιμη βοήθεια για τις οικογένειες παιδιών με ΔΑΦ είναι και η συμβουλευτική οικογένειας από ειδικό Ψυχολόγο, ενημερωμένο για θέματα νευροαναπτυξιακών διαταραχών.
Αυτισμός: Τα 13 προειδοποιητικά «καμπανάκια»
Η Δέσποινα Μπλαστάκη στη συνέχεια παραθέτει τα σημεία που πρέπει να λειτουργήσουν ως «καμπανάκι» ώστε να ζητήσετε τη βοήθεια ειδικού.
Συγκεκριμένα, συστήνει να ενημερώσετε τον παιδίατρό σας όταν το παιδί:
• έχει σημαντική καθυστέρηση λόγου-ομιλίας
• δεν γυρίζει στο όνομά του, δεν σας κοιτάζει στα μάτια
• δεν ζητά λεκτικά τα αντικείμενα που επιθυμεί
• μιλά για τον εαυτό του στο τρίτο πρόσωπο
• δεν δείχνει αντικείμενα με τον δείκτη, τα οποία κεντρίζουν το ενδιαφέρον του ή δεν κοιτάζει αντικείμενα που κάποιος άλλος δείχνει
• δεν ενδιαφέρεται ή δεν παίζει με άλλα παιδιά της ηλικίας του, απομονώνεται στο παιχνίδι
• σειροθετεί τα παιχνίδια του. Δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στις λεπτομέρειες των παιχνιδιών ή των αντικειμένων
• δεν αντιλαμβάνεται τα συναισθήματα των άλλων ή δεν μπορεί να επικοινωνήσει τα δικά του
• ηχολαλεί, επαναλαμβάνει λέξεις ή φράσεις στερεότυπα, χωρίς επικοινωνιακό ενδιαφέρον
• κάνει επαναληπτικές κινήσεις, στερεοτυπικά, μονότονα
• αντιδρά περίεργα σε οσμές, ήχους, υφές, γεύσεις
• δεν αναγνωρίζει το κοινωνικό πλαίσιο
• χάνει δεξιότητες που είχε προηγουμένως κατακτήσει
Πηγή