Πέμπτη , 20 Φεβρουάριος 2025

Ποια αναλγητικά στην εγκυμοσύνη αυξάνουν τον κίνδυνο ΔΕΠΥ στο παιδί

Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής – Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) είναι μια από τις συχνότερες νευροαναπτυξιακές διαταραχές παγκοσμίως. 

Εμφανίζεται ως δυσκολία στη διατήρηση εστιασμένης προσοχής ή/και υπερκινητική -παρορμητική συμπεριφορά σε βαθμό ασύμβατο με το αναπτυξιακό στάδιο του παιδιού.

Τα συμπτώματα μπορεί να γίνουν εμφανή στην προσχολική ηλικία.

Η διάγνωση και η κατάλληλη αντιμετώπιση εξαρτώνται από την ηλικία παραπομπής του ατόμου.

Νέα μελέτη με επικεφαλής το Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η έκθεση της μητέρας στην ακεταμινοφαίνη (που ονομάζεται επίσης παρακεταμόλη) κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, σχετίζεται με μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης διαταραχής ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας στην παιδική ηλικία.

Οι ερευνητές ανέλυσαν βιοδείκτες πλάσματος της έκθεσης στην ακεταμινοφαίνη σε μια κλινική μελέτη 307 ζευγαριών μητέρας-παιδιού. Η ανίχνευση ακεταμινοφαίνης σε δείγματα αίματος της μητέρας στο δεύτερο τρίμηνο συσχετίστηκε με αυξημένες πιθανότητες διάγνωσης ΔΕΠΥ στα παιδιά μέχρι την ηλικία των 8-10 ετών.

Η ακεταμινοφαίνη χρησιμοποιείται ευρέως κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.

Ποσοστό 41-70% των εγκύων στις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ευρώπη και την Ασία αναφέρουν ότι κάνουν χρήση του φαρμάκου στην εγκυμοσύνη. Παρά την ταξινόμησή της ως φάρμακο χαμηλού κινδύνου από οργανισμούς όπως ο Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων, τα στοιχεία υποδεικνύουν μια πιθανή σχέση μεταξύ της προγεννητικής έκθεσης στην ακεταμινοφαίνη και των δυσμενών νευροαναπτυξιακών αποτελεσμάτων, συμπεριλαμβανομένης της ΔΕΠΥ και της διαταραχής του φάσματος του αυτισμού.

Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν μη στοχευμένη μεταβολωμική (μεταβολίτες, μικρά μόρια, που αποτελούν ενδιάμεσα ή/και τελικά προϊόντα του κυτταρικού μεταβολισμού) για να εντοπίσουν μεταβολίτες ακεταμινοαφίνης σε δείγματα πλάσματος της μητέρας στο δεύτερο τρίμηνο της εγκυμοσύνης και εξέτασαν τη σχέση τους με τις διαγνώσεις παιδικής ΔΕΠΥ και την έκφραση γονιδίων του πλακούντα.

Οι μεταβολίτες ακεταμονιφαίνης ανιχνεύθηκαν στο 20,2% των δειγμάτων μητρικού πλάσματος. Τα παιδιά των οποίων οι μητέρες είχαν βιοδείκτες του φαρμάκου στο πλάσμα τους, είχαν 3,15 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα διάγνωσης ΔΕΠΥ σε σύγκριση με εκείνα που δεν είχαν εκτεθεί στο φάρμακο.

Η συσχέτιση ήταν ισχυρότερη στις γυναίκες από ό,τι στους άνδρες, με τα κορίτσια που εκτέθηκαν σε ακεταμινοφαίνη να εμφανίζουν 6,16 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης ΔΕΠΥ, ενώ η συσχέτιση ήταν ασθενέστερη και μη σημαντική στους άνδρες.

Η ανάλυση της γονιδιακής έκφρασης του πλακούντα σε μια υποομάδα 174 συμμετεχόντων, υπέδειξε μεταγραφικές αλλαγές ειδικά για το φύλο. Στα θηλυκά, η έκθεση στην ακεταμινοφαίνη συσχετίστηκε με ρύθμιση των μονοπατιών που σχετίζονται με το ανοσοποιητικό σύστημα, συμπεριλαμβανομένης της αυξημένης έκφρασης του γονιδίου IGHG1.

Η αυξημένη έκφραση του IGHG1 συνδέθηκε με διαγνώσεις ΔΕΠΥ.

Τα ευρήματα επιβεβαιώνουν αυτά προηγούμενων επιδημιολογικών μελετών και ερευνών σε πειραματόζωα που συνδέουν την προγεννητική έκθεση στην παρακεταμόλη με νευροαναπτυξιακές διαταραχές.

Τα ευρήματα δημοσιεύονται στο επιστημονικό περιοδικό Nature Mental Health.


Πηγή