Περισσότεροι από ένας στους δέκα άνδρες που μάταια προσπαθούν να αποκτήσουν παιδί μαθαίνουν τελικά ότι παράγουν σπέρμα δίχως σπερματοζωάρια.
Η διαταραχή αυτή, που λέγεται αζωοσπερμία, δεν προκαλεί συμπτώματα τα οποία θα μπορούσαν να έχουν προσέξει νωρίτερα, αλλά διαγιγνώσκεται όταν ο άνδρας υποβάλλεται σε σπερματογράφημα για να αξιολογηθεί ο αριθμός και η ποιότητα των σπερματοζωαρίων του.
Όπως εξηγεί ο μαιευτήρας-χειρουργός γυναικολόγος Δρ Ιωάννης Π. Βασιλόπουλος, MD, MSc, ειδικός στην Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή, η αζωοσπερμία μπορεί να οφείλεται σε κάποιο πρόβλημα που είτε εμποδίζει την παραγωγή υγιών σπερματοζωαρίων στους όρχεις είτε την απελευθέρωσή τους από το σώμα. Υπάρχουν επίσης περιπτώσεις ανδρών που δεν παράγουν καθόλου σπερματοζωάρια.
Η παραγωγή σπερματοζωαρίων στους όρχεις μπορεί να παρεμποδιστεί από διάφορες αιτίες, όπως:
– Η κρυψορχία. ADTECH.config.placements[5933563] = { params: { alias: “”, key:””, target: “_blank” } };
– Λοιμώξεις της αναπαραγωγικής οδού, όπως η επιδιδυμίτιδα ή η ουρηθρίτιδα.
– Οι επιπλοκές ορισμένων ιογενών λοιμωδών νοσημάτων. Για παράδειγμα, η παρωτίτιδα (μαγουλάδες) σε μεγάλη ηλικία μπορεί να έχει ως επιπλοκή οξεία ορχίτιδα που προκαλεί οίδημα σε έναν ή και στους δύο όρχεις και γι’ αυτό οδηγεί πολλούς άνδρες (έως και το 30% των ασθενών) στην υπογονιμότητα.
– Τραυματισμοί στη βουβωνική χώρα.
– Καρκίνος ή οι θεραπείες του, όπως η ακτινοθεραπεία.
– Χρωμοσωμιακά νοσήματα, όπως το σύνδρομο Κλάινεφελτερ (Klinefelter), κατά το οποίο τα παραγόμενα σπερματοζωάρια είναι από ελάχιστα έως ανύπαρκτα.
«Περίπου στο 40% των περιπτώσεων αζωοσπερμίας, οι όρχεις παράγουν μεν υγιή σπερματοζωάρια, αλλά αυτά δεν φτάνουν έως την προστατική μοίρα της ουρήθρας ώστε να αποβληθούν με την εκσπερμάτιση» συνεχίζει ο Δρ Βασιλόπουλος. «Σε τέτοιες περιπτώσεις μιλάμε κυρίως για την αποφρακτική αζωοσπερμία, που οφείλεται στην απόφραξη της εκφορητικής σπερματικής οδού εξαιτίας φλεγμονών, τραυματισμών, συγγενούς (εκ γενετής) έλλειψης των σπερματικών πόρων ή ακόμα και αγγειεκτομής. Η αγγειεκτομή είναι η χειρουργική στείρωση ανδρών οι οποίοι δεν επιθυμούσαν να αποκτήσουν άλλα παιδιά και είναι μη αναστρέψιμη. Ωστόσο, υπάρχουν αρκετοί άνδρες που αργότερα αλλάζουν γνώμη».
Μια άλλη αιτία που εμποδίζει την αποβολή των σπερματοζωαρίων στο σπέρμα είναι η παλίνδρομη εκσπερμάτιση, κατά την οποία στη διάρκεια του οργασμού το σπέρμα διοχετεύεται στην ουροδόχο κύστη αντί να αποβληθεί από το σώμα του άνδρα.
Σε σπάνιες περιπτώσεις, οι όρχεις είναι φυσιολογικοί αλλά δεν παράγουν σπερματοζωάρια εξαιτίας χαμηλών ορμονικών επιπέδων ή χημειοθεραπείας, λέει ο Δρ Βασιλόπουλος και προσθέτει: «Συνήθως μπορούμε να καταλάβουμε αν ο άνδρας έχει αποφρακτική ή μη-αποφρακτική αζωοσπερμία με βάση τα επίπεδα της ορμόνης FSH στο αίμα του και το μέγεθος των όρχεών του. Αν η FSH είναι υψηλή και οι όρχεις μικροί, τα ευρήματα αυτά συνηγορούν υπέρ της μη-αποφρακτικής αζωοσπερμίας».
Οι θεραπείες
Το γεγονός, όμως, ότι ένας άνδρας έχει αζωοσπερμία δεν σημαίνει αυτομάτως ότι είναι αδύνατο να αποκτήσει παιδί.
«Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’90, η δωρεά σπέρματος ήταν η μοναδική επιλογή όταν το σπέρμα δεν περιείχε σπερματοζωάρια» λέει ο Δρ Βασιλόπουλος. «Σήμερα όμως υπάρχουν και άλλες θεραπευτικές προσεγγίσεις, αναλόγως με την αιτία της αζωοσπερμίας».
Όταν ο άνδρας έχει αποφρακτική αζωοσπερμία, με μια χειρουργική επέμβαση είναι αρκετά πιθανό να διανοιχθεί το σημείο της απόφραξης ώστε να αποκατασταθεί η ροή των σπερματοζωαρίων.
Διεθνείς μελέτες έχουν δείξει πως όσο πιο πρόσφατη είναι η απόφραξη, τόσο πιθανότερο είναι να πετύχει η εγχείρηση. Έτσι, όταν η απόφραξη συνέβη στη διάρκεια της τελευταίας 3ετίας, οι πιθανότητες αποκατάστασης της ροής των σπερματοζωαρίων είναι 97% και οι πιθανότητες να μείνει έγκυος η συμβία του ασθενούς φτάνουν το 76%.
Άλλες επιλογές για τους άνδρες με αποφρακτική αζωοσπερμία οι οποίοι δεν επιθυμούν να χειρουργηθούν, αλλά και για όσους έχουν μη-αποφρακτική αζωοσπερμία, είναι η λήψη των σπερματοζωαρίων με αναρρόφηση από τους όρχεις (μέθοδος TESA ή Testicular Sperm Aspiration) ή με ανοικτή βιοψία όρχεων, η οποία όμως είναι πιο επεμβατική από την αναρρόφηση.
Αν το ορχικό δείγμα που θα ληφθεί περιέχει έστω και ανώριμες μορφές σπερματοζωαρίων, αυτές μπορεί σε αρκετές περιπτώσεις να απομονωθούν, να καλλιεργηθούν με ειδικές τεχνικές για να ωριμάσουν και να χρησιμοποιηθούν στη συνέχεια για να γίνει εξωσωματική με μικρογονιμοποίηση.
«Η μικρογονιμοποίηση (Intra-Cytoplasmic Sperm Injection ή ICSI) ουσιαστικά είναι μία μικροεπέμβαση στο ωάριο» εξηγεί ο Δρ Βασιλόπουλος. «Κατ’ αυτήν, επεξεργαζόμαστε το ωάριο μετά την ωοληψία και ύστερα το τοποθετούμε σε ειδικό τρυβλίο (δισκάκι), όπου με τη βοήθεια ειδικού μικροσκοπίου εγχέουμε μέσα του ένα σπερματοζωάριο για να το γονιμοποιήσουμε».
Τα ιστικά δείγματα που λαμβάνονται με αναρρόφηση και βιοψία μπορούν να κρυοσυντηρηθούν (κατάψυξη) ούτως ώστε να γίνουν επαναλαμβανόμενες προσπάθειες μικρογονιμοποίησης δίχως να χρειαστεί επανάληψη των μεθόδων αυτών.
Υπολογίζεται ότι με τον συνδυασμό των μεθόδων αυτών με τη μικρογονιμοποίηση επιτυγχάνεται επιτυχής αντιμετώπιση της αποφρακτικής και μη αποφρακτικής αζωοσπερμίας σε ποσοστό έως 40% των ασθενών, οι οποίοι κατορθώνουν να αποκτήσουν παιδί.
«Εάν με την αναρρόφηση και τη βιοψία δεν βρεθούν υγιή σπερματοζωάρια, τότε θα χρειαστεί η χρήση σπέρματος από δότη, για να αποκτήσει το υπογόνιμο ζευγάρι παιδί» καταλήγει ο Δρ Βασιλόπουλος.
Διαβάστε επίσης:
Υπογονιμότητα: Ποια είναι τα ύποπτα συμπτώματα σε άνδρες και γυναίκες
Ανδρική γονιμότητα: Πώς μπορεί να την επηρεάσει το επάγγελμα;
Πηγή