Τα άτομα με ψυχικές παθήσεις μπορούν να βοηθηθούν από την επαφή με τη φύση, σύμφωνα με νέα ανασκόπηση μελετών.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ακόμα και 10 λεπτά να περάσει κανείς σε ένα πάρκο, μπορεί να δει βελτίωση των συμπτωμάτων.
Οι θετικές επιδράσεις της φύσης αποδείχθηκαν ιδιαίτερα χρήσιμες για άτομα με διαταραχές της διάθεσης, όπως η κατάθλιψη ή η διπολική διαταραχή.
«Γνωρίζουμε ότι η φύση παίζει σημαντικό ρόλο στην ανθρώπινη υγεία, αλλά οι ειδικοί συμπεριφορικής υγείας και οι γιατροί συχνά την παραβλέπουν ως παρέμβαση», δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια Joanna Bettmann, καθηγήτρια στο Κολέγιο Κοινωνικής Εργασίας του Πανεπιστημίου της Γιούτα.
Οι ερευνητές ανέλυσαν τα αποτελέσματα 45 μελετών που αφορούσαν σχεδόν 1.500 άτομα που είχαν διαγνωστεί με ψυχικές ασθένειες.
Οι μελέτες διέφεραν ως προς τη δομή τους, με ορισμένους συμμετέχοντες να περνούν σύντομο χρονικό διάστημα σε ένα πάρκο της πόλης και άλλους να έχουν πολυήμερες περιπέτειες στην άγρια φύση.
Ανεξάρτητα από τη διάρκεια του χρόνου που οι άνθρωποι περνούσαν στη φύση, οι επιδράσεις στην ψυχική υγεία τους ήταν πάντα θετικές, όπως δείχνουν τα αποτελέσματα.
Η ανάλυση έδειξε επίσης ότι οι υδάτινοι υπαίθριοι χώροι -ποτάμια, λίμνες και ωκεανοί- είχαν τη μεγαλύτερη θετική επίδραση. Οι δραστηριότητες κατασκήνωσης, γεωργίας και κηπουρικής ήταν οι πιο ευεργετικές.
«Όλοι αυτοί οι διαφορετικοί τύποι υπαίθριων χώρων είχαν θετικές επιδράσεις, γεγονός που υπογραμμίζει τη σημασία της διατήρησης των χώρων πρασίνου στο φυσικό και αστικό περιβάλλον», δήλωσε η Bettmann.
Ωστόσο, οι ερευνητές προειδοποίησαν ότι η πεζοπορία ή το καγιάκ δεν υποκαθιστούν τη θεραπεία από εξειδικευμένο επαγγελματία ψυχικής υγείας.
«Το να πηγαίνετε για έναν σύντομο περίπατο ή να κάνετε μια εκδρομή για κάμπινγκ δεν πρέπει απαραίτητα να θεωρείται ότι αντικαθιστά άλλες θεραπευτικές ή κλινικές παρεμβάσεις», δήλωσε η Bettmann.
«Πρέπει να θεωρούμε τον χρόνο στη φύση ως έναν φθηνό, ευρέως διαθέσιμο πόρο για την υποστήριξη της ψυχικής υγείας και της συνολικής ευημερίας των ενηλίκων».
Η νέα ανασκόπηση δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Ecopsychology.
Πηγή