Μόνο μία στις 10 θεραπείες για τον πόνο στη μέση είναι πραγματικά αποτελεσματική, σύμφωνα με νέα μελέτη.
Οι ειδικοί διαπίστωσαν ότι μόλις μία θεραπεία για την οξεία οσφυαλγία και πέντε θεραπείες για τη χρόνια οσφυαλγία ήταν «αποτελεσματικές».
Αυτές περιλαμβάνουν τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα, όπως η ιβουπροφαίνη, για τον οξύ πόνο στη μέση.
Για την μακροχρόνια οσφυαλγία, οι θεραπείες που βρέθηκαν ότι είναι αποτελεσματικές ήταν η άσκηση, η σπονδυλοδεσία, το taping (εφαρμογή ταινιών κινησιοθεραπείας), τα αντικαταθλιπτικά και τα φάρμακα που στοχεύουν στους υποδοχείς πόνου.
Ακόμη και αυτοί οι τρόποι αντιμετώπισης όμως, προκάλεσαν μικρή μείωση του πόνου σε σύγκριση με ένα εικονικό φάρμακο.
Οι ερευνητές παραδέχονται ότι δεν μπορούν να συστήσουν ανεπιφύλακτα κάποια συγκεκριμένη μορφή θεραπείας επειδή τα πιθανά οφέλη είναι ελάχιστα.
Υπάρχουν όμως και πολλοί άλλοι τρόποι αντιμετώπισης που έχουν απορριφθεί ως «μη αποτελεσματικοί» ή ασαφείς.
Και από αυτούς που λειτουργούν όμως, οι ειδικοί σημειώνουν ότι είναι ελάχιστα πιο αποτελεσματικοί από το εικονικό φάρμακο.
Τα ευρήματα είναι απογοητευτικά για τους ανθρώπους που υποφέρουν από πόνους στη μέση, οι οποίοι συχνά γίνονται εξουθενωτικοί.
Ο πόνος στη μέση είναι η πιο κοινή μορφή πόνου που βιώνουν οι ενήλικες, καθώς επηρεάζει οκτώ στους 10 Αμερικανούς και έξι στους 10 Βρετανούς. Συνήθως όμως, δεν υπάρχει αναγνωρίσιμη αιτία.
Οι ερευνητές, από το Πανεπιστήμιο της Νέας Νότιας Ουαλίας στην Αυστραλία, ζήτησαν περισσότερη έρευνα για την εξεύρεση θεραπειών για τον πόνο στη μέση.
«Η ανασκόπησή μας δεν βρήκε αξιόπιστα στοιχεία ότι κάποια από τις διαθέσιμες θεραπείες είναι αποτελεσματική. Υπάρχει σαφής ανάγκη για μεγάλες, υψηλής ποιότητας, ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο μελέτες, για τη μείωση της αβεβαιότητας στις εκτιμήσεις αποτελεσματικότητας για πολλές μη χειρουργικές και μη παρεμβατικές θεραπείες», αναφέρουν.
Οι ερευνητές έκαναν ανασκόπηση στοιχείων από 301 προηγούμενες δοκιμές που κάλυπταν 56 μη χειρουργικές θεραπείες για τον πόνο στη μέση σε ενήλικες.
Οι ασθενείς ανέφεραν την ένταση του πόνου κατά την έναρξη της δοκιμής και ξανά μετά τη θεραπεία.
«Τα στοιχεία δείχνουν ότι μόλις μία στις δέκα κοινές μη χειρουργικές και μη παρεμβατικές θεραπείες για τον πόνο στη μέση είναι αποτελεσματικές, παρέχοντας μικρά αναλγητικά οφέλη πέραν του εικονικού φαρμάκου».
Σημείωσαν επίσης ότι η άσκηση, το παυσίπονο παρακεταμόλη και οι ενέσεις κορτικοστεροειδών «πιθανώς προκαλούν μικρή έως καμία διαφορά στον πόνο» για σοβαρά προβλήματα στη μέση.
Τα αντιβιοτικά και τα αναισθητικά διαπιστώθηκε επίσης ότι «δεν είναι αποτελεσματικά» για μακροχρόνια προβλήματα στη μέση.
Οι υπόλοιπες παρεμβάσεις που μελετήθηκαν είχαν «ασαφή αποτελεσματικότητα», γεγονός που ώθησε τους συγγραφείς να ζητήσουν περισσότερες μελέτες για να εξετάσουν την «εναπομείνασα αβεβαιότητα» που περιβάλλει ορισμένες θεραπείες για τον πόνο στη μέση.
Ενώ τα στοιχεία κρίθηκαν ασαφή, έδειξαν ότι ορισμένες από αυτές τις θεραπείες είναι αποτελεσματικές για τον οξύ πόνο στη μέση.
Για παράδειγμα, οι συγγραφείς διαπίστωσαν ότι η βεβαιότητα των αποδεικτικών στοιχείων για τον βελονισμό ήταν «χαμηλή», αλλά οι διαθέσιμες πληροφορίες στις μελέτες που εξετάστηκαν, δείχνουν ότι μπορεί να προσφέρει μέτρια μείωση του πόνου τόσο στον οξύ όσο και στον χρόνιο πόνο στη μέση.
Παρότι το μασάζ θεωρείται ότι προκαλεί μεγάλη μείωση του πόνου, τα αποδεικτικά στοιχεία γι’ αυτόν τον ισχυρισμό είναι «ελάχιστα».
Οι ειδικοί συνιστούν για τη διαχείριση του πόνου παγοθεραπεία, θερμότητα, ανάπαυση, ακινητοποίηση και άσκηση για τη διαχείριση του πόνου, σε συνδυασμό με αντιφλεγμονώδη και ακεταμινοφαίνη.
Διευκρινίζουν επίσης ότι η διάγνωση του πόνου στη μέση περιλαμβάνει μια ποικιλία συμπτωμάτων, που σημαίνει ότι «δεν ταιριάζει σε όλους η ίδια θεραπεία».
Εάν η πρώτη προσέγγιση δεν αποδώσει, οι ασθενείς θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε μεγαλύτερο εύρος θεραπειών.
Ο φυσικοθεραπευτής Ash James, δήλωσε: «Ο πόνος στη μέση είναι πολύπλοκος και στην εκδήλωσή του συμβάλλουν πολλοί παράγοντες, οπότε καμία θεραπεία δεν λειτουργεί για όλους. Οι φυσικοθεραπευτές είναι ειδικευμένοι στον εντοπισμό των βαθύτερων αιτιών του πόνου και στην προσαρμογή των θεραπειών ώστε να ανταποκρίνονται στις μοναδικές ανάγκες του κάθε ατόμου. Μέσω μιας ανθρωποκεντρικής προσέγγισης, μπορούν να διερευνήσουν ένα ευρύ φάσμα παραγόντων που μπορεί να συμβάλλουν στη δυσφορία, όπως το άγχος, ο φόβος της κίνησης, ο κακός ύπνος, το κάπνισμα, η παχυσαρκία, η επαγγελματική καταπόνηση και η ανεπαρκής σωματική δραστηριότητα. Οι περισσότερες περιπτώσεις πόνου στη μέση, αν και δυσάρεστες, δεν είναι σοβαρές και, με τις σωστές συμβουλές και την έγκαιρη παρέμβαση, συνήθως υποχωρούν γρήγορα».
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση BMJ.
Πηγή