Κυριακή , 15 Δεκέμβριος 2024
Συμπτώματα κορονοϊού: Αυτά είναι τα πέντε πιο σοβαρά - Ποιες οι διαφορές από τη γρίπη

Συμπτώματα κορονοϊού: Αυτά είναι τα πέντε πιο σοβαρά – Ποιες οι διαφορές από τη γρίπη

Τα συμπτώματα του κορονοϊού μπορεί να διαφέρουν ανά άνθρωπο, ενώ υπάρχει ενδεχόμενο κάποιοι να έχουν προσβληθεί από τον ιό και να είναι ασυμπτωματικοί. Ποια είναι τα πιο συνηθισμένα, τα λιγότερα συχνά και τα σοβαρά συμπτώματα του ιού.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει δημοσιεύσει στην επίσημη σελίδα του όλα τα πιθανά και λιγότερα πιθανά συμπτώματα του κορονοϊού.

Τα πιο συνηθισμένα συμπτώματα του κορονοϊού είναι:

  • Πυρετός
  • Ξηρός βήχας
  • Κούραση

Άλλα συμπτώματα που είναι λιγότερο κοινά και μπορεί να επηρεάσουν ορισμένους ασθενείς:

  • Απώλεια γεύσης ή όσφρησης
  • Ρινική συμφόρηση
  • Επιπεφυκίτιδα (επίσης γνωστή ως κόκκινα μάτια)
  • Πονόλαιμος
  • Πονοκέφαλο
  • Πόνος στους μυς ή στις αρθρώσεις
  • Διαφορετικοί τύποι δερματικού εξανθήματος,
  • Ναυτία ή εμετός
  • Διάρροια
  • Κρυάδα ή ζάλη

Τα συμπτώματα είναι συνήθως ήπια. Μερικοί άνθρωποι μολύνονται αλλά έχουν πολύ ήπια συμπτώματα ή και καθόλου συμπτώματα.

Τα σοβαρά συμπτώματα του κορονοϊού περιλαμβάνουν:

  • Δυσκολία στην αναπνοή
  • Απώλεια όρεξης
  • Σύγχυση
  • Επίμονος πόνος ή πίεση στο στήθος
  • Πυρετός πάνω από 38 ° C

Άλλα λιγότερο κοινά συμπτώματα είναι:

  • Ευερεθιστότητα
  • Σύγχυση
  • Μειωμένη συνείδηση ​​(μερικές φορές σχετίζεται με επιληπτικές κρίσεις),
  • Ανησυχία
  • Κατάθλιψη
  • Διαταραχή ύπνου
  • Πιο σοβαρές και σπάνιες νευρολογικές επιπλοκές όπως εγκεφαλικά επεισόδια, εγκεφαλική φλεγμονή, παραλήρημα και νευρική βλάβη

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας σημειώνει πως άτομα όλων των ηλικιών που παρουσιάζουν πυρετό ή βήχα που σχετίζονται με δυσκολία στην αναπνοή ή δύσπνοια, πόνο στο στήθος ή πίεση ή απώλεια ομιλίας ή κίνησης θα πρέπει να ζητήσουν αμέσως ιατρική περίθαλψη.

Εάν είναι δυνατόν, καλέστε πρώτα τον πάροχο υγειονομικής περίθαλψης, την τηλεφωνική γραμμή ή το κέντρο υγείας, ώστε να μπορείτε να κατευθυνθείτε στη σωστή κλινική.

Γρίπη, κρυολόγημα ή κορονοϊός; Τα συμπτώματα και πώς θα τα ξεχωρίσουμε

Ο χειμώνας βρίσκεται στην αρχή του. Ο φετινός όμως ξέρουμε από τώρα πως δεν θα μοιάζει με τους προηγούμενους. Στις συνήθεις λοιμώξεις που εμφανίζονται στους πληθυσμούς τη συγκεκριμένη εποχή του χρόνου έρχεται να προστεθεί και ο κορονοϊός.

Όσο τα κρούσματα, οι θάνατοι και οι διασωληνωμένοι στη χώρα αυξάνονται, όλο και περισσότερο «φουντώνει» ο φόβος. Με το παραμικρό σύμπτωμα όλοι σίγουρα ανησυχούν πιο πολύ απ΄ότι παλιά και αναρωτιούνται «μήπως έχω κι εγώ κορονοϊό;».

Γράφει η Σταυρούλα Πεταλιού

Μοιάζουν κορονοϊός, γρίπη και κρυολόγημα; Έχουν κοινά χαρακτηριστικά; Αυτές οι τρεις ιογενείς λοιμώξεις διαφέρουν ως προς τα συμπτώματα; Πώς μπορούμε να αναγνωρίσουμε μόνοι μας τι μας συμβαίνει;

H Αναστασία Βαρβαρήγου, καθηγήτρια Παιδιατρικής και Νεογνολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών και ο Ιωάννης Τριανταφυλλάκης, Επιμελητής Ά Γενικής Ιατρικής και υποψήφιος Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων απαντούν στις ερωτήσεις του newsbeast.gr.

Σύμφωνα με όσα αναφέρουν οι ειδικοί τα συμπτώματα της κάθε πάθησης έχουν μεταξύ τους ομοιότητες αλλά μπορούν να διαχωριστούν. 

«Το απλό κρυολόγημα παρουσιάζει πιο ήπια συμπτώματα από τη γρίπη και τον κορονοϊό. Έχει διάρκεια από 7 έως 10 ημέρες και περιορίζεται, κυρίως, στο ανώτερο αναπνευστικό σύστημα. Τα συμπτώματα εκδηλώνονται σταδιακά και είναι το φτέρνισμα, η καταρροή και ο πονόλαιμος.

Οι ασθενείς εμφανίζουν συχνά πυρετό ή πονοκέφαλο. Η γρίπη όμως έχει πιο άμεση εκδήλωση συμπτωμάτων και διάρκεια από 5 έως 7 ημέρες. Όσοι έχουν γρίπη δεν εμφανίζουν δύσπνοια όπως συμβαίνει στον κορονοϊό ή φτέρνισμα όπως στο κρυολόγημα. 

Τα συμπτώματά της εκδηλώνονται πιο γρήγορα από το κρυολόγημα και πιο αργά απ’ ότι στον κορονοϊό» επισημαίνει ο Επιμελητής Ά Γενικής Ιατρικής και υποψήφιος Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Ιωάννης Τριανταφυλλάκης.

Kαι προσθέτει: «Σε όσους πάσχουν από το κορονοϊό παρατηρείται απώλεια γεύσης και όσφρησης, δύσπνοια και κάποιες φορές μυαλγίες και πονοκέφαλοι ενώ σπανιότερα διάρροια και καταρροή. Τα συμπτώματα μπορεί να κρατήσουν έως και 14 ημέρες. Ο νέος κορονοϊός προκαλεί πολύ συχνά πυρετό, και επηρεάζει περισσότερο τους πνεύμονες».

«Είναι σημαντικό να μπορέσουμε να αναγνωρίσουμε γρήγορα τα πιθανά συμπτώματα του ιού έτσι ώστε να απευθυνθούμε στον ιατρό μας και να υποβληθούμε διαγνωστικό έλεγχο. Έτσι θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε πιο ορθά τον κορονοϊό, να προφυλάξουμε τον εαυτόν μας και τους οικείους μας και να μην συνεχίσουμε τη μετάδοσή του» εξηγεί ο Ιωάννης Τριανταφυλλάκης και αναφέρει:

«Φέτος η εποχική γρίπη μπορεί να αποδειχτεί ηπιότερη λόγω των προληπτικών μέτρων που λαμβάνονται για να αποτραπεί η εξάπλωση της πανδημίας του κορονοϊού αλλά και καθώς μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού θα κάνει το αντιγριπικό εμβόλιο. Επίσης έχει γίνει γνωστό πως θα παρασκευαστεί ένα διαγνωστικό τεστ το οποίο θα ξεχωρίζει τον SARS -CoV-2  από τη γρίπη Α και Β».

Όπως επισημαίνει η καθηγήτρια Παιδιατρικής και Νεογνολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών στο κοινό κρυολόγημα από το οποίο συχνά υποφέρουν τα παιδιά που είναι πιο επιρρεπή αλλά και οι ενήλικες «σπανίως εμφανίζεται πυρετός ή πονοκέφαλος και τα συμπτώματα αφορούν φτέρνισμα καταρροή και πονόλαιμο».

«Τα συμπτώματα της γρίπης εκδηλώνονται γρήγορα, με πυρετό, ξηρό βήχα, πονοκεφάλους και μυαλγίες» ενώ τα συμπτώματα του κορονοϊού «εκδηλώνονται -από ήπια έως έντονα- με πυρετό, βήχα, απώλεια γεύσης ή όσφρησης και κάποιες φορές με μυαλγίες, πονοκεφάλους, δύσπνοια, κόπωση και σπανιότερα διάρροια και καταρροή».

«Στη γρίπη συνήθως ένα άτομο αναπτύσσει συμπτώματα από μία έως τέσσερις ημέρες μετά τη μόλυνση ενώ στον κορονοϊό αναπτύσσει συμπτώματα πέντε ημέρες μετά τη μόλυνση, ωστόσο συμπτώματα μπορούν να εκδηλωθούν πιο νωρίς, έως και δύο ημέρες μετά τη μόλυνση ή και πιο αργά, 14 ημέρες μετά από αυτή, με το χρονικό διάστημα να ποικίλλει ανάλογα με την εκάστοτε περίπτωση» εξηγεί.

Και προσθέτει: «Οι περισσότεροι ασθενείς με γρίπη είναι μεταδοτικοί για περίπου μία ημέρα πριν την εκδήλωση των συμπτωμάτων ενώ όσοι νοσούν από κορονοϊό μπορεί να είναι μεταδοτικοί για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα το οποίο ακόμη παραμένει υπό διερεύνηση».


Πηγή