Περίπου ένας στους τρεις ενήλικες παγκοσμίως έχει μυωπία, ενώ ο επιπολασμός της προβλέπεται να αυξηθεί κατά 50% μέχρι το 2050.
Η μυωπία αλλοιώνει διά βίου την όραση, ενώ παράλληλα αυξάνει τον κίνδυνο αποκόλλησης του αμφιβληστροειδούς, εκφύλισης της ωχράς κηλίδας, καταρράκτη και γλαυκώματος.
Οι άνθρωποι που έχουν μυωπία δεν μπορούν να αποτρέψουν την εξέλιξή της και μέχρι σήμερα δεν υπάρχει καμία μέθοδος που να προλαβαίνει την ανάπτυξη της οφθαλμολογικής πάθησης.
Νέα μελέτη δίνει ελπίδα για την πρόληψη της υποτροπής της μυωπίας σε μικρά παιδιά, κάτι που που υποδηλώνει ότι η πρώτη φαρμακευτική θεραπεία ίσως είναι στον ορίζοντα.
Η τριετής μελέτη διαπίστωσε ότι η ημερήσια χορήγηση μιας χαμηλής δόσης ατροπίνης σε κάθε μάτι έδειχνε να επιδρά ανασταλτικά στην εξέλιξη της μυωπίας σε παιδιά ηλικίας 6-10 ετών.
Η ατροπίνη είναι ένα φάρμακο που συνήθως χρησιμοποιείται για τη διαστολή της κόρης του ματιού. Προγενέστερες μελέτες σε ζώα είχαν αναδείξει την ικανότητα της ατροπίνης να επιβραδύνει την ανάπτυξη του οφθαλμού, ωστόσο δεν προχώρησαν ποτέ στην εφαρμογή των δοκιμών στο ανθρώπινο μάτι εξαιτίας ανησυχιών για τις πιθανές παρενέργειες. Η νέα έρευνα υποστηρίζει ότι μια χαμηλότερη δόση της ουσίας ίσως είναι η χρυσή τομή.
Η νέα μελέτη αξιολόγησε την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια δύο διαλυμάτων χαμηλής δόσης, με συγκεντρώσεις ατροπίνης 0,01% ή 0,02%. Στην έρευνα έλαβαν μέρος 489 παιδιά ηλικίας 6 έως 10 ετών, στα οποία χορηγούνταν καθημερινά μία σταγόνα σε κάθε μάτι πριν από τον ύπνο. Οι ερευνητές επέλεξαν τη συγκεκριμένη ώρα για να ελαχιστοποιήσουν τυχόν επιπτώσεις στην όραση από την επίδραση της ατροπίνης, όπως ένα προσωρινό θόλωμα.
Η ασφάλεια των φαρμάκων αξιολογήθηκε, στη συνέχεια, σε ένα μεγαλύτερο δείγμα 573 συμμετεχόντων που περιελάμβαναν επίσης παιδιά ηλικίας 3 έως 16 ετών. Και τα δύο σκευάσματα χαμηλής δόσης ήταν ασφαλή και έδειξαν να απορροφώνται φυσιολογικά από τα μάτια. Οι πιο συχνές παρενέργειες που παρατηρήθηκαν ήταν η ευαισθησία στο φως, η αλλεργική επιπεφυκίτιδα, ο ερεθισμός των ματιών, οι διασταλμένες κόρες και η θολή όραση, αν και οι αναφορές για αυτές τις ανεπιθύμητες ενέργειες ήταν λίγες.
Προς έκπληξη των ερευνητών, το διάλυμα με περιεκτικότητα 0,01% σε ατροπίνη αποδείχθηκε αποτελεσματικότερο. Το σκεύασμα ατροπίνης 0,02% ήταν επίσης αποτελεσματικό, αλλά σε μικρότερο βαθμό.
«Αποτρέποντας την εξέλιξη της μυωπίας, θα μπορέσουμε να προστατεύσουμε τους ανθρώπους από την ανάπτυξη άλλων, σοβαρότερων οφθαλμολογικών παθήσεων σε μεγαλύτερη ηλικία», σχολίασε η συντάκτρια της μελέτης Karla Zadnik, καθηγήτρια στο College of Optometry του Πολιτειακού Πανεπιστημίου του Οχάιο.
Σε επόμενη φάση, οι ερευνητές θέλουν να διερευνήσουν την οφθαλμική συμπεριφορά μετά το πέρας της θεραπείας με ατροπίνη.
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση Jama Ophthalmology.
Πηγή