Τα κατάγματα ισχίου αποτελούν ένα διαρκώς διογκούμενο πρόβλημα υγείας, λόγω της αύξησης και γήρανσης του πληθυσμού.
Το ποσοστό των ανθρώπων με ασθένειες, όπως η σαρκοπενία και η οστεοπόρωση, συνεχώς μεγαλώνει, γεγονός που αυξάνει τον κίνδυνο πτώσεων και καταγμάτων.
Τα κατάγματα στο ισχίο είναι ιδιαίτερα επιβαρυντικά για την ποιότητα ζωής των ασθενών και των οικογενειών τους, καθώς περιορίζουν την ανεξαρτησία και την κινητικότητα.
Η διατροφή που ακολουθεί κάποιος, καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την υγεία των οστών του και την πιθανότητα κατάγματος.
Μελέτη ερευνητών στο Πανεπιστήμιο του Λιντς έδειξε, ότι η κατανάλωση κρέατος είναι ευεργετική και περιορίζει σε μεγάλο βαθμό τον κίνδυνο αυτό συγκεκριμένα στην άρθρωση του ισχίου.
Αντιθέτως, η αποφυγή του κρέατος διπλασιάζει την πιθανότητα ραγίσματος ή
σπασίματος κάποιας οστικής δομής στην άρθρωση από τους ανθρώπους που δεν εξαιρούν καμία ομάδα τροφίμων από τη διατροφή τους.
Τα τελευταία χρόνια η υιοθέτηση διατροφών που δεν περιέχουν κρέας ή και
γαλακτοκομικά προϊόντα και αβγά, βρίσκεται σε άνοδο στον δυτικό κόσμο και οι
λόγοι είναι ιατρικοί, περιβαλλοντικοί και ηθικοί. Όσοι περιορίζονται σε φρούτα,
λαχανικά, δημητριακά, όσπρια, ξηρούς καρπούς, έλαια και ενδεχομένως σε λευκό
κρέας, γαλακτοκομικά και αβγά, είναι αποδεδειγμένο ότι μειώνουν τον κίνδυνο
εμφάνισης καρδιαγγειακών παθήσεων και καρκίνου.
Η έρευνα, ωστόσο δείχνει ότι δεν λαμβάνουν θρεπτικά συστατικά που προάγουν την μυοσκελετική υγεία, έχουν χαμηλότερο Δείκτη Μάζας Σώματος και οστική
πυκνότητα, μυϊκή μάζα και δύναμη, αλλά και ινσουλινόμορφο αυξητικό παράγοντα 1 (ο οποίος έχει συνδεθεί με μειωμένη οστική πυκνότητα), παράγοντες που οδηγούν σε αυξημένο κίνδυνο καταγμάτων.
Για να διερευνήσουν τον κίνδυνο κατάγματος συγκεκριμένα στο ισχίο, οι ερευνητές
του Πανεπιστημίου του Λιντς ανέλυσαν στοιχεία από 413.914 άνδρες και γυναίκες, οι
οποίοι ταξινομήθηκαν είτε ως τακτικοί κρεατοφάγοι (έτρωγαν κρέας πέντε ή
περισσότερες φορές την εβδομάδα), είτε ως περιστασιακοί κρεατοφάγοι
(κατανάλωναν κρέας λιγότερες από πέντε φορές την εβδομάδα), είτε ως
ιχθυοχορτοφάγοι (έτρωγαν ψάρια αλλά όχι κρέας), είτε ως χορτοφάγοι (κατανάλωναν
γαλακτοκομικά και αβγά αλλά όχι ψάρια ή κρέας), είτε ως αυστηρά χορτοφάγοι (δεν
κατανάλωναν γαλακτοκομικά και αβγά).
Οι συμμετέχοντες παρείχαν πληροφορίες για τη διατροφή τους, οι οποίες
συσχετίστηκαν με δεδομένα για κατάγματα ισχίου που ελήφθησαν από υγειονομικά
αρχεία κατά την περίοδο παρακολούθησης.
Βρέθηκαν 3.503 άτομα που είχαν υποστεί κατάγματα ισχίου. Αν και ο συνολικός
κίνδυνος ήταν χαμηλός, ο σχετικός κίνδυνος στους χορτοφάγους και τους μη
τακτικούς κρεατοφάγους ήταν μεγάλος. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι χορτοφάγοι
διέτρεχαν 50% μεγαλύτερο κίνδυνο, ανεξάρτητα από το φύλο τους.
Μεταξύ περιστασιακών και τακτικών κρεατοφάγων δεν βρέθηκε διαφορά, ενώ για
τους ανθρώπους που έτρωγαν ψάρια ο κίνδυνος ήταν κατά 8% αυξημένος, συγκριτικά
με εκείνους που έτρωγαν τακτικά κρέας.
Σύμφωνα με τους ερευνητές ο λόγος του αυξημένου κινδύνου είναι ο μειωμένος Δείκτης Μάζας Σώματος που είχε μεγάλο ποσοστό χορτοφάγων και οι κατά 17% λιγότερες πιθανότητες να ανταποκριθούν στις συστάσεις για λήψη πρωτεϊνών.
Με τη γήρανση επηρεάζονται τα οστά. Αποτελεί μια φυσική εξέλιξη κατά την
οποία τα οστά φθείρονται σταδιακά, λεπταίνουν και γίνονται πιο εύθραυστα.
Η μειωμένη οστική πυκνότητα (οστεοπόρωση) επηρεάζει περισσότερα από 200
εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως. Μεγαλύτερο πρόβλημα αντιμετωπίζουν οι
γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση. Στοιχεία δείχνουν ότι 1 στις 3 γυναίκες και 1 στους
5 άνδρες σπάνε κάποιο οστό μετά τα 50.
Η διατροφή επηρεάζει την πιθανότητα κατάγματος του ισχίου. Η αποφυγή του καθορίζεται από την πρόσληψη ορισμένων θρεπτικών συστατικών, όπως το ασβέστιο και η βιταμίνη D, η πρωτεΐνη, η βιταμίνη Β12, ο ψευδάργυρος και τα ω-3 λιπαρά οξέα, που βρίσκονται κυρίως σε ζωικά προϊόντα.
Κατά συνέπεια, οι vegetarians που δεν καταναλώνουν κρέας, πουλερικά, ψάρια και
θαλασσινά, και ιδιαίτερα vegans που επιπλέον αποκλείουν από τη διατροφή τους όλα
τα ζωικά υποπροϊόντα αυτών, διατρέχουν σοβαρό κίνδυνο καταγμάτων.
Πηγή