Η υγρή βιοψία είναι μια εξέταση αίματος που αναλύει το καρκινικό DNA που απομονώνεται από το πλάσμα ασθενών με καρκίνο. Το πλεονέκτημα της υγρής βιοψίας έναντι του ιστικού δείγματος για μικροσκοπική εξέταση, είναι η λήψη πληροφοριών από το σύνολο των κυττάρων του καρκίνου στο σώμα καθώς και η μείωση της ταλαιπωρίας του ασθενή καθώς πρόκειται για μη επεμβατική μέθοδο.
Η εν λόγω εξέταση δεν υποκαθιστά τη σημαντικότητα της παραδοσιακής βιοψίας, ωστόσο παρέχει επιπρόσθετες πληροφορίες για το γενετικό προφίλ του όγκου. Επίσης, αποδεικνύεται πολύτιμη για την παρακολούθηση του καρκίνου κατά την εξέλιξή του καθώς και κατά τη διάρκεια της θεραπείας του.
Οι συμπαγείς, καρκινικοί όγκοι ως επί το πλείστον διαγιγνώσκονται με επώδυνες διηθητικές βιοψίες για την αφαίρεση ιστού για περαιτέρω έλεγχο. Αλλά στο μέλλον, εάν μεγαλύτερες δοκιμές αποδείξουν την αποτελεσματικότητα της υγρής βιοψίας η λήψη μιας ελάχιστης ποσότητας αίματος για τον εντοπισμό κακοηθειών υπόσχεται λιγότερη ταλαιπωρία για τον ασθενή σχετικά με τη διάγνωση του καρκίνου.
Αυτή η εξέταση αίματος είναι σε θέση να ανιχνεύσει μέχρι και πέντε διαφορετικούς τύπους καρκίνου ακόμη και τέσσερα χρόνια πριν την εμφάνιση των αρχικών συμπτωμάτων. Μέσω της υγρής βιοψίας αναλύονται δείγματα αίματος προκειμένου να εντοπισθούν μικροσκοπικά θραύσματα DNA που απελευθερώνονται μέσω των όγκων στο στομάχι, τον οισοφάγο, το έντερο, τον πνεύμονα και το ήπαρ.
Πολλές από τις συμβατικές μεθόδους που είναι κλινικά διαθέσιμες σήμερα για την ανίχνευση και τη διάγνωση του καρκίνου είναι επεμβατικές και δυσάρεστες. Η λήψη δειγμάτων για βιοψία μπορεί να είναι επώδυνη και μερικές φορές επικίνδυνη και οι μέθοδοι απεικόνισης όπως η μαγνητική τομογραφία ή οι σαρώσεις PET απαιτούν δαπανηρό, ογκώδη εξοπλισμό που δεν είναι παντού διαθέσιμος. Κατά συνέπεια οι εξετάσεις αίματος για τον προσυμπτωματικό έλεγχο ή τη διάγνωση του καρκίνου θα μπορούσαν να προσφέρουν μια ελκυστική εναλλακτική λύση.
Επίσης, λόγω της εξάλειψης της ταλαιπωρίας του ασθενούς από την κλασσική μέθοδο βιοψίας πιθανότητα οι άνθρωποι να μην αναβάλλουν την εξέτασή τους.
Οι θετικές αλλαγές στον εντοπισμό του καρκίνου
Η εξέταση της υγρής βιοψίας μπορεί να εντοπίζει όγκους που δεν έχουν ακόμα εκδηλώσει κάποιο σύμπτωμα. Οι επιστήμονες αναφέρουν ότι η συγκεκριμένη ανώδυνη εξέταση είναι σε θέση να εντοπίσει αναπτυσσόμενους όγκους νωρίτερα, χωρίς την επώδυνη χρήση επεμβατικών μεθόδων και κλασσικών βιοψιών.
Βέβαια, οι ερευνητές ενημερώνουν ότι είναι πολύ πρώιμο να ειπωθεί ότι λειτουργεί αποτελεσματικά, ενώ θα χρειαστούν μεγαλύτερες δοκιμές προκειμένου να επιβεβαιώσουν τα αρχικά επιστημονικά ευρήματα.
Πώς λειτουργεί η υγρή βιοψία
Μια εξέταση υγρής βιοψίας περιλαμβάνει μια απλή αιμοληψία. Ο αιμολήπτης θα λάβει δείγμα αίματος και θα το στείλει σε εργαστήριο για έλεγχο.
Η υγρή βιοψία σαρώνει το DNA του πλάσματος του αίματος, προκειμένου να εντοπίσει ίχνη που παράγονται από όγκους. Συγκεκριμένα μέσω της υγρής βιοψίας επιτυγχάνεται η ανίχνευση καρκινικών κυττάρων, DNA αλλά και RNA σε εξωκυττάρια υγρά (αίμα, ούρα, σάλιο) με την αρωγή τεχνικών όπως το PCR ή η NGS (Αλληλούχιση DNA Νέας Γενιάς ή Next Generation Sequencing). Για όσους δεν το γνωρίζουν πρόκειται για μια νέα τεχνολογία που χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό αλληλουχιών DNA και RNA και την ανίχνευση μεταλλάξεων.
Η υγρή βιοψία είναι σε θέση να ανιχνεύει τα υπολείμματα του καρκίνου, ενώ μπορεί να δώσει πληροφορίες στον ογκολόγο για την ανθεκτικότητα του όγκου και τις τυχόν μεταλλάξεις του. Άρα, προσφέρει τη δυνατότητα διαδοχικών αναλύσεων τόσο σε ένα πρωτοπαθή όγκο όσο και σε μια μετάσταση.
Οι υγρές βιοψίες μπορούν να ανιχνεύσουν:
Κυκλοφορούντα καρκινικά κύτταρα (CTCs): Ένα CTC είναι ένα καρκινικό κύτταρο από τον όγκο που ταξιδεύει στην κυκλοφορία του αίματος.
Το κυκλοφορούν DNA όγκου (ctDNA): Το ctDNA είναι ένα θραύσμα DNA από το καρκινικό κύτταρο που κυκλοφορεί στο αίμα. Το DNA περιέχει τον γενετικό κώδικα, ή οδηγίες, που ελέγχουν τη συμπεριφορά ενός κυττάρου.
Η υγρή βιοψία προσφέρει ελπίδα για τον εντοπισμό πληροφοριών σχετικά με την αντίσταση στα φάρμακα ή τις μοριακές αλλαγές στα καρκινικά κύτταρα που μπορούν να καθοδηγήσουν τον ογκολόγο στη διάγνωση και στη θεραπευτική αγωγή του πάσχοντος. Τα δε αποτελέσματα της υγρής βιοψίας είναι έτοιμα εντός δύο έως τριών εβδομάδων.
Συμπερασματικά θα λέγαμε πως η υγρή βιοψία είναι μια πολλά υποσχόμενη
διαγνωστική εξέταση που φέρεται να συμβάλλει στην έγκαιρη διάγνωση και την
αντιμετώπιση του καρκίνου με περιορισμένη ωστόσο επί του παρόντος εφαρμογή στην πράξη.
Πηγή