Τρίτη , 17 Δεκέμβριος 2024

Φθαλικές ενώσεις: Πόσο αυξάνουν τον κίνδυνο διαβήτη στις γυναίκες

Οι χημικές ουσίες που υπάρχουν στα πλαστικά και διαταράσσουν το ενδοκρινικό σύστημα, μπορεί να συμβάλλουν στον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη στις γυναίκες, σύμφωνα με νέα μελέτη.

Οι φθαλικές ενώσεις είναι χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται ευρέως σε πλαστικά, όπως προϊόντα προσωπικής φροντίδας, παιδικά παιχνίδια και συσκευασίες τροφίμων και ποτών.

Η έκθεση σε φθαλικές ενώσεις σχετίζεται με μειωμένη γονιμότητα, διαβήτη και άλλες ενδοκρινικές διαταραχές.

Οι ερευνητές μελέτησαν 1.308 γυναίκες που συμμετείχαν στην έρευνα SWAN (Study of Women’s Health Across the Nation) για έξι χρόνια για να δουν εάν οι φθαλικές ενώσεις συνέβαλαν στην εμφάνιση διαβήτη σε αυτόν τον πληθυσμό.

Περίπου το 5% των γυναικών ανέπτυξαν διαβήτη σε διάστημα έξι ετών. Αυτές οι γυναίκες είχαν συγκεντρώσεις φθαλικών ενώσεων στα ούρα τους παρόμοιες με αυτές που βρέθηκαν σε μεσήλικες γυναίκες στις ΗΠΑ στις αρχές της δεκαετίας του 2000, όταν συλλέχθηκαν τα δείγματα ούρων.

Οι λευκές γυναίκες που εκτέθηκαν σε υψηλά επίπεδα ορισμένων φθαλικών ενώσεων είχαν 30-63% περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν διαβήτη, ενώ οι επιβλαβείς χημικές ουσίες δεν συνδέονταν με τον διαβήτη σε μαύρες ή Ασιάτισσες.

«Η έρευνά μας διαπίστωσε ότι οι φθαλικές ενώσεις μπορεί να συμβάλλουν σε υψηλότερη συχνότητα εμφάνισης διαβήτη στις γυναίκες, ιδιαίτερα στις λευκές γυναίκες, σε διάστημα έξι ετών. Οι άνθρωποι εκτίθενται σε φθαλικές ενώσεις καθημερινά αυξάνοντας τον κίνδυνο για διάφορες μεταβολικές ασθένειες. Είναι σημαντικό να αναλάβουμε τώρα δράση, καθώς είναι επιβλαβή για την ανθρώπινη υγεία» δήλωσε ο Sung Kyun Park, καθηγητής επιδημιολογίας στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν.

«Η έρευνά μας είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση για την καλύτερη κατανόηση της επίδρασης των φθαλικών ενώσεων στις μεταβολικές ασθένειες, αλλά απαιτείται περαιτέρω διερεύνηση», πρόσθεσε.

Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση Journal of Clinical Endocrinology & Metabolism.


Πηγή