Τετάρτη , 27 Νοέμβριος 2024
Φωτοπροστασία: Όλα τα νέα δεδομένα από το Παγκόσμιο Συνέδριο Δερματολογίας - Ναι στην προστασία ευρέος φάσματος

Φωτοπροστασία: Όλα τα νέα δεδομένα από το Παγκόσμιο Συνέδριο Δερματολογίας – Ναι στην προστασία ευρέος φάσματος

Η προστασία από το ορατό και το αόρατο –από το ορατό φως και από τη μη ορατή μεγάλου κύματος ακτινοβολία UVA (που ονομάζεται UVA1), ήταν τα δύο καίρια ζητήματα που συζητήθηκαν στις επιστημονικές συνεδριάσεις για τη φωτοπροστασία στο Παγκόσμιο Συνέδριο Δερματολογίας.

Η Φρανσουά Μπερνέρ είναι επικεφαλής του τμήματος φωτοπροστασίας στο Κέντρο Προηγμένων Ερευνών της L’ Oreal. Χρησιμοποιώντας τρισδιάστατα μοντέλα αναπαράστασης του δέρματος, μπόρεσε να δείξει ότι η ακτινοβολία UVA1 προκαλεί βλάβες στις βαθύτερες στιβάδες του δέρματος. Έδειξε, επίσης, σε νέα μελέτη, ότι η UVA1 επηρεάζει όχι μόνο τα γονίδια που δραστηριοποιούνται φυσιολογικά στο δέρμα, αλλά και αυτά που συμμετέχουν γενικότερα σε ανοσολογικές και φλεγμονώδεις αντιδράσεις στο σώμα.

Οι UVA και UVB είναι σαφώς εξαιρετικά βλαβερές, ωστόσο αποτελούν ένα σχετικά μικρό ποσοστό της ακτινοβολίας που φθάνει στο δέρμα. Η προσοχή τώρα στρέφεται στις βλάβες που προκαλούνται από μήκη κύματος τα οποία μέχρι πριν αγνοούσαμε, συμπεριλαμβανομένου του εγγύς υπέρυθρου μήκους κύματος. «Υπάρχουν μήκη κύματος μεγαλύτερα από τα υπεριώδη, ιδίως στο εγγύς υπέρυθρο, που φαίνεται πως συντελούν σε μεγάλο βαθμό στη γήρανση του δέρματος και σχετίζονται ιδιαίτερα με τη δημιουργία βαθιών ρυτίδων», λέει ο Ζαν Κρούτμαν.

Στο στόχαστρο μπαίνει και το ορατό φως. Ουσιαστικά πρόκειται για το φως που μπορούμε να δούμε, συμπεριλαμβανομένου του φωτισμού τού σπιτιού ή της οθόνης τού υπολογιστή –και αποτελεί το 40% του φωτός που δεχόμαστε. Ο καθηγητής Αμίτ Πάντια, από το Πανεπιστήμιο του Τέξας στο Ντάλας, ασχολείται με το μέλασμα, τις καφέ κηλίδες στο πρόσωπο που εμφανίζονται σε άτομα με πιο σκουρόχρωμο δέρμα. Εικάζεται ότι προκαλείται από τηνυπεριώδη ακτινοβολία, αλλά ένα νέο εύρημα που παρουσίασε ο καθηγητής Πάντια στο Συνέδριο δείχνει ότι προκαλείται και από το ορατό φως.

Και ο δερματολόγος Σέρζιο Σάλκα, από το Πανεπιστήμιο του Σάντο Αμάρο στο Σάο Πάολο, μίλησε για το ορατό φως στην εισήγησή του. Τα οξείδια του σιδήρου μπορούν να εμποδίσουν το ορατό φως, αλλά το μειονέκτημά τους είναι ότι προσδίδουν χρώμα στα αντηλιακά προϊόντα, γεγονός που τα καθιστά μη δημοφιλή, ιδίως στους άντρες. Προανήγγειλε ότι στο μέλλον θα υπάρξουν προϊόντα που θα παρέχουν προστασία από το ορατό φως που δε θα έχουν αυτό το μειονέκτημα.

Μία αντιπαράθεση που συνεχίζει να υπάρχει αφορά τον δείκτη αντηλιακής προστασίας που πρέπει να χρησιμοποιείται. Ο καθηγητής τού Πανεπιστημίου τής Νέας Υόρκης Ντάρελ Ράιγκελ δήλωσε στους εκπροσώπους, προκαλώντας αντιδράσεις, ότι πρέπει συστηματικά να χρησιμοποιούνται υψηλότεροι δείκτες αντηλιακής προστασίας, διότι όπως φαίνεται ο κόσμος δεν εφαρμόζει αρκετή ποσότητα αντηλιακού προϊόντος. Ο καναδός δερματολόγος Ζοέλ Κλαβό διαφωνεί, λέγοντας ότι ο δείκτης αντηλιακής προστασίας 30 είναι αρκετός για όσους έχουν κανονικό δέρμα, χωρίς ιστορικό μελανώματος. Επισημαίνει επίσης ότι όταν επιλέγουμε ένα αντηλιακό προϊόν, δεν πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη μόνο τον δείκτη αντηλιακής προστασίας. Εξίσου σημαντική είναι και η προστασία ευρέος φάσματος από την ακτινοβολία UVA όπως και από την ακτινοβολία UVB. Καθώς φαίνεται, η αντιπαράθεση σε αυτό το θέμα δεν πρόκειται να σταματήσει.

Τα ευρήματα για τις βλάβες που προκαλεί το ορατό και το μη ορατό φως καθιστούν επείγουσα την ανάγκη νέων φίλτρων αντηλιακής προστασίας, κάτι που μπορεί να το προσφέρει η νανοτεχνολογία. Ο Αντνάν Ναζίρ, πρόεδρος της Εταιρείας Νανοδερματολογίας, εξηγεί πώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί στο μέλλον η νανοτεχνολογία σε προϊόντα φωτοπροστασίας. Παραδείγματος χάριν, θα μπορούσαν να αναπτυχθούν «σαπουνόφουσκες» σε νανοκλίμακα, οι οποίες θα χρησιμοποιούνται είτε για να μπορέσουν να συνδυάσουν μεμονωμένα συστατικά που διαφορετικά θα ήταν ασύμβατα, όπως είναι ένα αντηλιακό και κάποιος παράγοντας υποχρωματισμού, είτε για να διοχετεύσουν αντιοξειδωτικά απευθείας στις βαθύτερες στιβάδες του δέρματος.

 

 

 

 

 

Πηγή: onmed.gr