Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας στο Τσάπελ Χιλ διαπίστωσαν ότι ορισμένες γυναίκες είναι λιγότερο επιρρεπείς στη λοίμωξη από κάποιο σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα λόγω της ιδιαίτερης σύστασης της μικροχλωρίδας του κόλπου τους.
Στο πλαίσιο της σχετικής μελέτης, οι ερευνητές ανέλυσαν δείγματα κολπικών υγρών από 31 γυναίκες και χρησιμοποίησαν μικροσκόπιο υψηλής ανάλυσης ώστε να εξετάσουν εάν σωματίδια του ιού HIV θα παγιδεύονταν στην βλέννα ή θα εξαπλώνονταν στα γεννητικά όργανα. Στη δεύτερη περίπτωση, θα μπορούσε να προκύψει λοίμωξη από τον ιό.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα που δημοσιεύονται στην επιθεώρηση mBio, η μικροχλωρίδα του κόλπου θεωρείται «υγιής» όταν επικρατεί αριθμητικά ο γαλακτοβάκιλλος (ομάδα βακτηρίων). Ωστόσο, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ένα συγκεκριμένο στέλεχος γαλακτοβάκιλλου, το Lactobacillus crispatus, υψώνει μια βλεννώδη «ασπίδα» ενάντια στον HIV και άλλους σεξουαλικώς μεταδιδόμενους μικροοργανισμούς.
Η βλέννα του τραχήλου και του κόλπου στην οποία εντοπίστηκε το βακτήριο Lactobacillus crispatus και στην οποία τα επίπεδα D-γαλακτικού οξέος ήταν υψηλότερα φάνηκε να παγιδεύει αποτελεσματικά τον HIV, σημειώνουν οι ερευνητές. Αυτό το βιολογικό αβαντάζ ορισμένων γυναικών μπορεί να διαπιστωθεί με τη βοήθεια ειδικής εργαστηριακής εξέτασης.
Να σημειωθεί πως η βλέννα δεν παγίδευε αποτελεσματικά τον HIV όταν τα επίπεδα D-γαλακτικού οξέος ήταν χαμηλά, όταν εντοπίστηκε σε αυτήν το βακτήριο Lactobacillus iners (ένα άλλο στέλεχος γαλακτοβάκιλλου) ή όταν εντοπίστηκαν σε αυτήν σημαντικά επίπεδα του βακτηρίου Gardnerella vaginalis, το οποίο συνδέεται με την κολπίτιδα.
Πηγή: onmed.gr