Η κοιλιοκάκη είναι μια αρκετά συχνή ασθένεια, που προκαλείται από δυσανεξία στη γλουτένη, μία πρωτεΐνη που περιέχεται σε δημητριακά (σιτάρι, σίκαλη, κριθάρι, βρώμη).
Υπολογίζεται ότι πάσχουν από αυτήν ένας στους 100 ενήλικες, με τις γυναίκες να προσβάλλονται συχνότερα από τους άντρες.
Η νόσος προκαλεί αλλοιώσεις στον βλεννογόνο του λεπτού εντέρου, εμποδίζοντας έτσι τη σωστή πέψη των τροφίμων και την απορρόφηση των θρεπτικών τους συστατικών.
Τα συμπτώματα της κοιλιοκάκης περιλαμβάνουν διάρροια, κράμπες του εντέρου, κοιλιακό άλγος, αναιμία, φούσκωμα κλπ.
Αμερικανοί ερευνητές κατάληξαν στο συμπέρασμα ότι ορισμένα άτομα εκδηλώνουν οστεοπόρωση επειδή έχουν δυσανεξία στην γλουτένη.
Ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον και συγκεκριμένα της Κλινικής Οστού του Νοσοκομείου Barnes-Jewish έθεσε υπό ιατρική παρακολούθηση συνολικά 840 άτομα.
Οι 266 έπασχαν από οστεοπόρωση και οι 574 δεν έπασχαν. Εκείνοι που ήταν θετικοί στο τεστ για κοιλιοκάκη ακολούθησαν πρόγραμμα διατροφής χωρίς γλουτένη.
Όπως προέκυψε από την ανάλυση των στοιχείων, η συχνότητα του κινδύνου κοιλιοκάκης ήταν αρκετά αυξημένη ώστε να δικαιολογείται η σύσταση υποβολής όλων των πασχόντων από οστεοπόρωση σε διαγνωστικές εξετάσεις για κοιλιοκάκη.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, όλοι οι πάσχοντες από οστεοπόρωση θα πρέπει αρχικά να υποβάλλονται σε μια απλή αιματολογική εξέταση, την ορολογική ανάλυση που ελέγχει την παρουσία αντισωμάτων που σχετίζονται με την κοιλιοκάκη.
Αν το τεστ είναι θετικό, οι ασθενείς θα πρέπει να υποβάλλονται σε μια πιο ακριβή γαστρεντερική βιοψία προς επιβεβαίωση της διάγνωσης.
Στη συνέχεια θα πρέπει να υποβληθούν σε δίαιτα χωρίς γλουτένη, με διπλό όφελος για τον οργανισμό, καθώς βελτιώνονται τόσο τα γαστρεντερικά συμπτώματα όσο και η οστική πυκνότητα.
Η διατροφή χωρίς γλουτένη επιτρέπει στο έντερο να επουλώσει τη φλεγμονή και να απορροφά φυσιολογικές ποσότητες ασβεστίου και βιταμίνης D για την αναστροφή της οστικής απώλειας, σημειώνουν.
Πηγή: onmed.gr