Τις επιπτώσεις των οικονομικών προβλημάτων στην υγεία του εγκεφάλουμελέτησαν επιστήμονες από το πανεπιστήμιο του Μαϊάμι.
Οι ερευνητές παρακολούθησαν επί 25 χρόνια σχεδόν 3.400 εθελοντές, οι οποίοι είχαν ηλικία 18 έως 30 ετών την περίοδο 1985-1986 που δήλωσαν συμμετοχή στη μελέτη.
Οι εθελοντές παρείχαν έξι φορές έως το 2010 αναλυτικά στοιχεία για το εισόδημα και τις οικονομικές υποχρεώσεις τους, που συγκρίθηκαν με τα όρια της φτώχειας που έχει θεσπίσει η αμερικανική κυβέρνηση.
Με βάση τις απαντήσεις τους οι εθελοντές χωρίσθηκαν σε τέσσερις κατηγορίες: σε όσους ουδέποτε υπήρξαν φτωχοί, σε όσους ήταν φτωχοί επί λιγότερο από το ένα τρίτο της περιόδου παρακολούθησης, σε όσους ήταν φτωχοί από το ένα τρίτο έως το σχεδόν 100% της περιόδου παρακολούθησης και σε όσους ήταν φτωχοί από την αρχή έως το τέλος της μελέτης.
Στο τέλος της μελέτης, οι εθελοντές υποβλήθηκαν σε τρία τεστ σκέψης, μνήμης και ταχύτητας επεξεργασίας των πληροφοριών για να αξιολογήσουν οι επιστήμονες τηγήρανση του εγκεφάλου τους.
Όσοι από αυτούς αντιμετώπιζαν οικονομικά προβλήματα είχαν χειρότερες νοητικές λειτουργίες, με τη διαφορά να είναι ιδιαιτέρως εμφανής στην ταχύτητα επεξεργασίας των πληροφοριών. Μάλιστα όσο μεγαλύτερο ήταν το χρονικό διάστημα των οικονομικών προβλημάτων, τόσο μεγαλύτερη ήταν η φθορά των νοητικών λειτουργιών.
Τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν ότι η φτώχεια μπορεί να αποτελεί συμβάλλοντα παράγοντα στη γήρανση του εγκεφάλου, γράφουν οι ερευνητές στην «Αμερικανική Επιθεώρηση Προληπτικής Ιατρικής» (AJPM).
Δεν αποδεικνύουν, όμως, σχέση αιτίας-αποτελέσματος μεταξύ της κακής οικονομικής κατάστασης και της υγείας και της γήρανσης του εγκεφάλου, έσπευσαν να διευκρινίσουν.
Υπολογίζεται ότι τέσσερις στους πέντε ανθρώπους ζουν κοντά ή κάτω από τα όρια της φτώχειας τουλάχιστον μία φορά στη ζωή τους.