Πέμπτη , 7 Νοέμβριος 2024
Όσα πρέπει να ξέρετε για τον καρκίνο του θυρεοειδούς

Όσα πρέπει να ξέρετε για τον καρκίνο του θυρεοειδούς

Ποιοι έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης και πώς θεραπεύεται η νόσος

Εάν είστε γυναίκες ηλικίας από 25 ως 65 ετών αντιμετωπίζετε μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσετε καρκίνο του θυρεοειδούς σε σχέση με τους άνδρες της ίδιας ηλικίας. Αυτή η μορφή καρκίνου αποτελεί την πιο συχνή κακοήθεια του ενδοκρινικού συστήματος και τα ποσοστά της εμφάνισης της είναι από 0,8 για τις γυναίκες και 0,3 για τους άνδρες.

Θα πρέπει να γίνει σαφές, πως η νόσος παρουσιάζει τα τελευταία χρόνια ραγδαία αύξηση, σε σχέση με τις άλλες μορφές καρκίνου και αυτό οφείλεται τόσο σε περιβαλλοντικούς  παράγοντες (με κύρια την έκθεση στην πυρηνική ακτινοβολία μετά από ατυχήματα) όσο και στις διαγνωστικές εξετάσεις οι οποίες μπορούν να εντοπίσουν γρήγορα και έγκαιρα τη νόσο. Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί πως οι σύγχρονες μελέτες τονίζουν ότι το 2030 ο καρκίνος του θυρεοειδούς θα είναι ο τρίτος σε συχνότητα εμφάνισης καρκίνος στις γυναίκες.

Ο καρκίνος του θυρεοειδούς εμφανίζεται σχεδόν αποκλειστικά με την μορφή ψυχρού όζου (οι ψυχροί -μη λειτουργικοί- όζοι αποτελούν το 80% του συνόλου των όζων). Αν και οι θυρεοειδικοί όζοι είναι πολύ συχνοί, ευτυχώς μόνο το 5%  από αυτούς είναι κακοήθεις.

Παρόλα αυτά οι ασθενείς οφείλουν να γνωρίζουν πως αν ακολουθηθεί το σωστό θεραπευτικό πρωτόκολλο και η επέμβαση διενεργηθεί από εξειδικευμένο χειρουργό στην Ογκολογική Χειρουργική των Ενδοκρινών Αδένων η πρόγνωση είναι στην μεγαλύτερη πλειοψηφία των περιπτώσεων άριστη και η ίαση είναι εξασφαλισμένη.

Ο καρκίνος του θυρεοειδούς ταξινομείται βάσει της προέλευσής του. Έτσι έχουμε τις κακοήθεις παθήσεις που προέρχονται από τα θυλακιώδη κύτταρα του αδένα και τις αντίστοιχες από τα μη θυλακιώδη.

Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν:

1. Ο Θηλώδης τύπος (ο πιο συχνός τύπος θυρεοειδικής κακοήθειας-80% του συνόλου)

2. Ο Θυλακιώδης (10%)

3. Ο Καρκίνος από κύτταρα Hurthle (4%)

4. Ο Αναπλαστικός ή Αμετάπλαστος τύπος (1-2%)

Στη δεύτερη ανήκουν:

1. Το Μυελοειδές καρκίνωμα (4-5%)

2. Το Λέμφωμα (2%)

3. Το Τεράτωμα (Πολύ σπάνιος τύπος)

4. Οι μεταστάσεις από κακοήθεις παθήσεις άλλων οργάνων όπως του νεφρού, του πνεύμονα, του μαστού ή από μελάνωμα (Σπάνια).

Ποιοι έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του θυρεοειδούς

Παράγοντες κινδύνου αποτελούν η έκθεση στην ακτινοβολία (αν ο ασθενής έχει υποβληθεί σε θεραπευτική ακτινοθεραπεία -κύρια στο κεφάλι και τον τράχηλο για την αντιμετώπιση άλλων ογκολογικών παθήσεων- ή η έκθεση του σε ακτινοβολία μετά από πυρηνικά ατυχήματα), το οικογενειακό ιστορικό καρκίνου θυρεοειδούς, η ύπαρξη συνδρόμων που σχετίζονται με την εμφάνισή του (π.χ. Πολλαπλή Ενδοκρινική Νεοπλασία MEN, σύνδρομο Oικογενούς Αδενοματώδους Πολυποδίασης FAP, σύνδρομο Gardner κλπ), ενώ τελευταία ερευνάται και η πιθανότητα συσχέτισης της αυτοανόσου θυρεοειδίτιδας με την ανάπτυξη καρκίνου του θυρεοειδούς. Τα παιδιά με οζώδη ή πολυοζώδη βρογχοκήλη, οι άντρες κύρια με μονήρεις όζους, οι ενήλικες πάνω από τα 60, οι ασθενείς με μεγάλους όζους, εκείνοι που προσέρχονται με ένα ταχέως αυξανόμενο σε μέγεθος θυρεοειδικό όζο και οι ασθενείς με ατομικό ιστορικό κακοήθειας του μαστού εμφανίζουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης της νόσου.

Η διάγνωση του θυρεοειδικού καρκίνου πραγματοποιείται:

1.Με το λεπτομερές ιστορικό.

2. Με την ψηλάφηση του τραχήλου (40% των όζων άνω των 15 mm και 4% του συνόλου των όζων είναι ψηλαφητοί.)

3. Με τον αιματολογικό έλεγχο (TSH, καλσιτονίνη, θυρεοσφαιρίνη, αντισώματα κ.α).

4. Με το υπερηχογράφημα (ύποπτα απεικονιστικά κριτήρια αποτελούν οι μικροαποτιτανώσεις, η αυξημένη αγγείωση, η υποηχογένεια, τα ανώμαλα όρια κ.α).

5. Με την ελαστογραφία (ελέγχει την σκληρότητα του όζου και επισημαίνει τους ύποπτους όζους με υψηλό ποσοστό αξιοπιστίας) .

6. Με την παρακέντηση διά λεπτής βελόνης (FNA) είτε ενός όζου είτε ενός διογκωμένου τραχηλικού λεμφαδένα (η FNA αποτελεί το σημαντικότερο εργαλείο για τη διάγνωση των κακοήθων παθήσεων και πρέπει να διενεργείται για κάθε όζο μεγαλύτερο του 1 εκατοστού είτε για κάθε όζο ανεξαρτήτως μεγέθους αλλά με ύποπτα απεικονιστικά χαρακτηριστικά ή οικογενειακό ιστορικό θυρεοειδικής κακοήθειας).

Πώς θεραπεύεται η νόσος

Αφού τεθεί η ένδειξη από την ενδοκρινολογική ομάδα, η θεραπεία είναι κατ’ εξοχήν χειρουργική για όλους τους τύπους θυρεοειδικής κακοήθειας (εξαιρείται το λέμφωμα) και συνίσταται στην ολική αφαίρεση του αδένα (ολική θυρεοειδεκτομή), καθώς επίσης και σε κάποιες περιπτώσεις στην εξαίρεση των λεμφαδένων του τραχήλου (κεντρικός – ετερόπλευρος ή αμφοτερόπλευρος λειτουργικός ριζικός λεμφαδενικός καθαρισμός) όταν ανευρίσκεται νόσος και σε αυτούς ή υπάρχει σαφής κλινικοεργαστηριακή ή/και απεικονιστική υποψία.

Μετά την επέμβαση οι θεράποντες ενδοκρινολόγοι συνεργάζονται – όταν υπάρχει η ένδειξη – με την ομάδα της πυρηνικής ιατρικής και ακολουθεί στις περισσότερες περιπτώσεις, αναλόγως του τύπου του θυρεοειδικού καρκίνου, η χορήγηση θεραπευτικής δόσης ραδιενεργού ιωδίου, με σκοπό την καταστροφή πιθανής ύπαρξης υπολειμματικών κακοήθων κυττάρων ή/και λεμφαδενικών μικρομεταστάσεων, που λόγω ότι είναι κύτταρα και όχι μάζα ή κακοήθης ιστός δεν φαίνονται στις προεγχειρητικές απεικονιστικές εξετάσεις ή διεγχειρητικά, ακόμα και αν χειρουργούσαμε με μικροσκόπιο.

Η θεραπευτική προσέγγιση ολοκληρώνεται με τη χορήγηση της κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής. Η εξωσωματική ακτινοβολία μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως προεγχειρητική ή συμπληρωματική θεραπεία στα αναπλαστικά καρκινώματα ενώ η χημειοθεραπεία χρησιμοποιείται πολύ σπάνια και μόνο για τα αναπλαστικά (προ- ή μετεγχειρητικά), καθώς παρουσιάζει αμφίβολα ή καθόλου αποτελέσματα. Ο ασθενής μετά από την επέμβαση και την οποιαδήποτε συμπληρωματική θεραπεία στην οποία υποβληθεί, τίθεται σε τακτική παρακολούθηση από τη θεράπουσα ενδοκρινολογική ομάδα για την έγκαιρη διαπίστωση πιθανής υποτροπής.

 

 

 

 

 

Πηγή: newsbeast.gr