Οι περισσότεροι έχουμε συνδέσει τις ιώσεις με τον χειμώνα, τις χαμηλές θερμοκρασίες και τα ακραία καιρικά φαινόμενα.
Οι στατιστικές όμως δεν επιβεβαιώνουν κάτι τέτοιο, αφού πολλοί άνθρωποι και ειδικά τα παιδιά ηλικίας 5-14 ετών είναι πιο επιρρεπή στα κρυολογήματα κατά τους θερινούς μήνες.
Σύμφωνα με τον John Oxford, επίτιμο καθηγητή ιολογίας στο Πανεπιστήμιο Queen Mary του Λονδίνου, «αν και συνήθως κολλάμε ιώσεις το φθινόπωρο και τον χειμώνα (καθώς βρισκόμαστε σε κλειστούς χώρους), ωστόσο υπάρχει πλήθος ιών και τους ανοιξιάτικους και καλοκαιρινούς μήνες».
Ορισμένες ιώσεις εμφανίζονται πιο συχνά το καλοκαίρι, με βασικά συμπτώματα την ναυτίακαι την τάση για εμετό.
«Σε γενικές γραμμές, οι χειμωνιάτικες και οι καλοκαιρινές ιώσεις προκαλούνται από διαφορετικούς ιούς», εξηγεί ο καθηγητής κ. Oxford και συνεχίζει: «Τα χειμωνιάτικα κρυολογήματα συνήθως προκαλούνται από ρινοϊούς, ενώ τα καλοκαιρινά από εντεροϊούς».
Και οι δυο τύποι ιών προκαλούν ήπια συμπτώματα, τα οποία διαρκούν μέχρι 7 μέρες. Ωστόσο, μια μεγάλη διαφορά μεταξύ τους είναι ότι οι «χειμωνιάτικοι» ρινοϊοί συνήθως περιορίζονται στο ανώτερο αναπνευστικό σύστημα (μύτη, ρινική οδό, λαιμός), ενώ οι εντεροϊοί του καλοκαιριού μπορεί να «χτυπήσουν» και το γαστρεντερικό σύστημα.
Σύμφωνα με μια θεωρία, οι εντεροϊοί ενδεχομένως να είναι πιο ανθεκτικοί στις UV ακτίνες. Επίσης, έρευνες έχουν δείξει ότι οι ρινοϊοί αναπτύσσονται ευκολότερα σε θερμοκρασίες κάτω των 37 βαθμών, σε αντίθεση με τους εντεροϊούς.
Όσο για την μετάδοσή τους, και οι δυο τύποι ιών «κολλάνε» μέσω του αέρα (βήχας, φτέρνισμα), οι εντεροϊοί όμως μεταδίδονται επιπλέον και με τα βρώμικα χέρια.
«Συγκρίνοντας τους δυο τύπους ιών, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι οι εντεροϊοί, οι ιοί δηλαδή του καλοκαιριού είναι χειρότεροι, επειδή μπορεί να οδηγήσουν σε σοβαρές επιπλοκές και να προκαλέσουν στομαχικά και εντερικά προβλήματα», καταλήγει ο καθηγητής.
Πηγή: onmed.gr