Σουηδική μελέτη διάρκειας 16 ετών σε περισσότερους από 280.000 ασθενείς υποδεικνύει ότι η θερμοκρασία του περιβάλλοντος αποτελεί παράγοντα κινδύνου για το έμφραγμα.
Η μελέτη, η οποία παρουσιάστηκε στο πρόσφατο συνέριο της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας (ESC), είναι η μεγαλύτερη μέχρι σήμερα που εξετάζει τη σχέση ανάμεσα στα περιστατικά εμφράγματος και τις καιρικές συνθήκες και συγκεκριμένα τη θερμοκρασία, τη διάρκεια της ηλιοφάνειας, τις βροχοπτώσεις, την υγρασία και την πίεση του αέρα.
«Παρατηρείται μια εποχιακή διακύμανση στην εκδήλωση των εμφραγμάτων, με τη συχνότητά τους να μειώνεται το καλοκαίρι και να αυξάνεται τον χειμώνα» αναφέρει ο βασικός συντάκτης της μελέτης, Μομάν Μοχαμάντ, από το Τμήμα Καρδιολογίας του Πανεπιστημίου της Λουντ, αν και «παραμένει ασαφές αν αυτό οφείλεται στο ίδιο το κρύο ή σε αλλαγές στη συμπεριφορά».
Χρησιμοποιώντας το σουηδικό μητρώο καταγραφής εμφραγμάτων (SWEDEHEART), οι ερευνητές κατέγραψαν όλα τα εμφράγματα που συνέβησαν μεταξύ 1998 και 2013. Στη συνέχεια, μελέτησαν τις καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν όταν συνέβησαν αυτά τα εμφράγματα, βάσει τοπικών μετεωρολογικών στοιχείων από εκατοντάδες σταθμούς μέτρησης του Σουηδικού Μετεωρολογικού και Υδρολογικού Ινστιτούτου (SMHI).
Υπολογίστηκε μέση ημερήσια θερμοκρασία για όλες τις περιοχές της χώρας και στη συνέχεια διαστρωματώθηκε σε τρεις κατηγορίες: <0 °C, 1-10 °C και >10 °C. Στη συνέχεια, εξετάστηκε πόσα εμφράγματα συνέβησαν κατά μέσο όρο ανά ημέρα σε σχέση με τη μέση ημερήσια θερμοκρασία.
Αφού ανέλυσαν όλα τα διαθέσιμα δεδομένα, οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το έμφραγμα είναι πολύ πιο πιθανό όταν οι θερμοκρασίες είναι χαμηλές. Όταν η θερμοκρασία ήταν κάτω από 0 °C συνέβησαν τουλάχιστον τέσσερα επιπλέον εμφράγματα σε σύγκριση με τις μέρες που η θερμοκρασία ξεπερνούσε τους 10 °C. Περισσότερα ήταν τα εμφράγματα και τις μέρες που η ταχύτητα του αέρα ήταν μεγαλύτερη, όταν η ηλιοφάνεια είχε μικρότερη διάρκεια και όταν τα επίπεδα υγρασίας ήταν υψηλά.
«Τα ευρήματά μας υποδεικνύουν με συνέπεια μεγαλύτερη συχνότητα εμφραγμάτων όταν η θερμοκρασία πέφτει κάτω από τους 0 °C» σημειώνει ο Μοχαμάντ, συμπληρώνοντας μάλιστα πως «τα ευρήματα ήταν όμοια μεταξύ των διαφόρων υποομάδων ασθενών (π.χ. ανά ηλικία, διαβητικοί, υπερτασικοί), κάτι που υποδεικνύει ότι η θερμοκρασία του περιβάλλοντος αποτελεί παράγοντα που πυροδοτεί το έμφραγμα».
Το ανθρώπινο σώμα ανταποκρίνεται στο κρύο προωθώντας τη συστολή των επιφανειακών αιμοφόρων αγγείων, με αποτέλεσμα να μειώνεται η μεταφορά θερμότητας στο δέρμα και κατ’ επέκταση να αυξάνεται η αρτηριακή πίεση. Επίσης, το σώμα μπορεί να τρέμει και οι παλμοί της καρδιάς να αυξάνονται, με αποτέλεσμα να αυξάνεται και ο μεταβολικός ρυθμός. «Στους υγιείς ανθρώπους, αυτοί οι μηχανισμοί είναι σε γενικές γραμμές ανεκτοί» εξηγεί ο Μοχαμάντ, «όμως σε ανθρώπους που έχουν αθηροσκληρωτικές πλάκες στις στεφανιαίες αρτηρίες τους μπορεί να οδηγήσουν στο έμφραγμα».
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ερευνητών, άλλοι παράγοντες που ενδεχομένως εμπλέκονται στα εμφράγματα τους χειμερινούς μήνες είναι οι λοιμώξεις από γρίπη, η μειωμένη σωματική δραστηριότητα ή οι εποχιακές αλλαγές στη διατροφή.
Δείτε κι αυτό:
Πέντε καθημερινές συνήθειες που βλάπτουν την καρδιά
Χοληστερίνη: Σε ποια ηλικία πρέπει να αρχίζει η μέτρηση για να προληφθεί το έμφραγμα
Η ομάδα αίματος «προβλέπει» τον κίνδυνο εμφράγματος & εγκεφαλικού
Πηγή